Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Ο φίλος μου, ο Αλεξανδρής τον αποτρέπει, τον διορθώνει, τον ανακαλείνα είπουμενεις την τάξιν, πλην αυτός κωφεύει και προχωρεί. Ετούτο όμως με επανέφερε πάλιν εις τας φοβεράς σκέψεις μου. Μου εφάνη ότι επανήλθον εις τας θέσεις των τα πένθιμα, εκείνα αντικείμενα. Κυττάζω εις τον ένα τοίχον, και βλέπωμου εφάνηεπί του ραφίου το πινάκιον με τα κόλλυβα.

Αι γυναίκες ήρχισαν να δειλιώσιν. Η θειά το Μαλαμώ ηρώτα τον παπάν αν δεν ήτο καλόν ν' αποβιβασθώσι και ανέλθωσιν εις την Παναγίαν την Κεχρεάν να λειτουργήσωσιν, όπως εορτάσωσιν εκεί τα Χριστούγεννα. Ο κυρ- Αλεξανδρής ζαλισθείς εζάρωσεν εις μίαν γωνίαν, και οι άλλοι επιβάται μεγάλως ανησύχουν. Μόνον δύο άνδρες δεν εδειλίασαν, ο μπάρμπα- Στεφανής και ο παπά-Φραγκούλης.

Ο Βασίλης επανελθών ανήγγειλεν ότι ανεύρε το μονονάπι, πλακωμένον πολύ από την χιόνα, αλλ' ότι με πολύν κόπον αν προπορεύωνται δύο άνθρωποι και ξεχιονίζουν, ελπίζει να φθάσουν εις το Κάστρον, το γρηγορώτερον... έως τα μεσάνυκτα. Εφορτώθησαν τας αποσκευάς. Ο κυρ- Αλεξανδρής έλαβε το ένα φανάρι και μία των γυναικών το άλλο.

Ο δε Αλεξανδρής εφαίνενο αγωνιζόμενος να τον κουράση και έπαιζε συνεχώς σχεδόν όρτσες. Ο Μανώλης όμως όχι μόνον δεν εκουράζετο, αλλά και περισσότερον ενθουσιάζετο· ήρχισε δε μετ' ολίγον να τονίζη τον ρυθμόν με συριγμούς τόσον οξείς και δυνατούς, ώστε αι γυναίκες έφραζαν ταυτιά των.

Αλλ' ελάμβαναν μέρος εις τα τραγούδια, επαναλαμβάνοντες μετά των χορευόντων την «μαντινάδα», την οποίαν έλεγεν ο ηγούμενος του χορού, ή απαντώντες εις αυτήν δι' άλλου διστίχου. Ο τυφλός λυράρης Αλεξανδρής, καθήμενος εις το μέσον του χορού, εφαίνετο γοητευόμενος υπό της μουσικής του.

Πόσαις φοραίς εκεί ο Αλεξανδρής κουτσοπίνων υπέψαλε τα ωραιότερα τροπάρια εν μέσω εκλεκτής παρέας λογίων και συγγραφέων οπού τον εκαμάρωναν έκθαμβοι. Ενώ παρέκει ο μάστρο Θάνος ο σουβατζής εξετέλει ένα δυσκολώτατον στοίχημά του ενώπιον της παρέας του, καταιβάζων τον ρητινίτην εις τον λάρυγγα χωρίς να βρέξη το στόμα του. — Τι κρύα Χριστούγεννα! — Ημπορούσαν να γίνουν και καλλίτερα!

Γινώσκων καλώς το ελάττωμά μου ο Αλεξανδρής κατώρθωσεν, αν και ανεπιτήδειος εις τας τοιαύτας εργασίας εν άλλαις στιγμαίς, να εκβάλη έξω το πινάκιον των κολλύβων, και ν' αποκρεμάση και κατακαλύψη τον νεκρικόν στέφανον. Ο κυρ-Στρατήςεπιβοηθώναφήρεσεν εν τω άμα τα νεκρώσιμα κηρία από του μικρού πολυελαίου, τοποθετήσας επ' αυτού εκ στέατος λαμπαδίσκους.

Και είτα ο ιερεύς έβαλεν ευλογητόν, και εψάλη η &λιτή& της μεγαλοπρεπούς εορτής, μεθ' ό ο κυρ- Αλεξανδρής ήρχισε τας αναγνώσεις, και όσοι ήσαν νυστασμένοι απεκοιμήθησαν σιγά εις τα στασίδια των. Ο αγαθός γέρων ήτο εκ του αμιμήτου εκείνου τύπου των ψαλτών, ων το γένος εξέλιπε δυστυχώς σήμερον. Έψαλλε κακώς μεν, αλλ' ευλαβώς και μετ' αισθήματος.

Και εις την Πόλιν, οπού είνε Τουρκιά, νύκταόρθρου βαθέοςσημαίνουν αι εκκλησίαι! είπον με πικρόν παράπονον, το οποίον εκτύπησεν εις τον ψυχρόν τοίχον του δωματίου μου ως σάπιο λεμόνι. Και ήμην όλην την ημέραν εκείνην κατηφής και λυπημένος. Μ' εφάνη πώς δεν έκαμα Χριστούγεννα εκείνο το έτος. Ότε περί την εσπέραν έρχεται ο αχώριστος φίλος μου, ο Αλεξανδρής και μου λέγει. — Τον καταφέραμε!

Αλλά το κυριώτερον θύμα του παπά-Φραγκούλη ήτον ο Αλεξανδρής ο ψάλτης. Έξαφνα τον ηρώτα: — Δε μου λες, Αλεξανδρή, τι θα πη, τώρα, στην &καταβασία& των Χριστουγέννων, «ο ανυψώσας το κέρας ημώνΠοιος είν' αυτός ο &ανυψώσας&; — Να, &ο ανηψός σας&, απήντα ο κυρ-Αλεξανδρής μη εννοών άλλως την λέξιν. — Και τι θα πη «Σκύλα Βαβυλών της βασιλίδος Σιών;», ηρώτα πάλιν ο παπάς.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν