United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εν τη αναμνήσει αντιθέτως, η ψυχή πρώτη ανακαλεί τας εικόνας ας φυλάττει, και ούτω πολλάκις κινεί το σώμα. Ταύτα δεν είναι πάθη του ποιητικού νου αλλά του εμψύχου σώματος. Δηλαδή της ενώσεως της ψυχής και του σώματος. Θα αποδείξη περαιτέρω ότι ο νους είναι θείος και αθάνατος και όλως απαθής. Ούτως ο Ξενοκράτης εθεώρησε τα στοιχεία της ψυχής ως μεμιγμένα κατά λόγον, ώστε να παράγωσιν αρμονίαν.

Αλλά πώς να εκφράσω την φρίκην των ακουσμάτων εκείνων ; Ανάγκη διά της φαντασίας, αναγνώστα, να συμπληρώσης της αφηγήσεώς μου το ατελές, δίδων ζωήν εις τας σκηνάς και τας εντυπώσεις, τας οποίας η μνήμη μου ήδη ανακαλεί.

Παν ό,τι συνδέεται με την γέννησιν του Χριστού είναι ταπεινόν, και αυτό δε το μέρος όπου είδε το φως της ημέρας ανακαλεί αναμνήσεις πενίας και μόχθων. Εκείνην την νύκτα, εφαίνετο αληθώς, ότι οι ουρανοί έμελλον να ραγώσιν, όπως αποκαλύψωσιν όλην την θείαν αρμονίαν των, όλην την ακτινοβόλον χαράν των.

Ο δε μονόλογος της Ιουλιέτας, ότε αναμένει τον νυμφίον, ανακαλεί τον εν χρήσει κατ’ εκείνην την εποχήν επιθαλάμιον ύμνον. Το θαυμάσιον τούτο χωρίον πρέπει ν' αναγινώσκηται, μάλλον δε ν' απαγγέλληται επί της σκηνής, μετ’ ευαισθησίας ενδομύχου, και αι προφερόμεναι λέξεις να εξέρχωνται των χειλέων ως αν ήσαν στοχασμοί σιωπηλοί.

Ο φίλος μου, ο Αλεξανδρής τον αποτρέπει, τον διορθώνει, τον ανακαλείνα είπουμενεις την τάξιν, πλην αυτός κωφεύει και προχωρεί. Ετούτο όμως με επανέφερε πάλιν εις τας φοβεράς σκέψεις μου. Μου εφάνη ότι επανήλθον εις τας θέσεις των τα πένθιμα, εκείνα αντικείμενα. Κυττάζω εις τον ένα τοίχον, και βλέπωμου εφάνηεπί του ραφίου το πινάκιον με τα κόλλυβα.

Λοιπόν έφερες το κλειδί; τω είπε μυστηριωδώς. — Ποιο κλειδί; ηρώτησε μετ' άκρας φυσικότητος ο Σκούντας. — Το κλειδί που του παρήγγειλα να μου φτειάση, απήντησεν η Βεάτη. Ο Σκούντας εκαμώθη ότι ανακαλεί τας αναμνήσεις του, και είπεν· — Α! τώρα ενθυμούμαι. Μου είπεν ο Τρανταχτής για ένα κλειδί. — Και δεν σου τώδωσεν; ηρώτησεν αποθσρρυνθείσα η Βεάτη.

«Το ποίημα τούτο, λέγει ο Schlegel, αποπνέει την ευωδίαν του έαρος, ανακαλεί την ηδυπάθειαν του άσματος της αηδόνος, και είναι τρυφηλόν ως ρόδον νεωστί διεπτυγμένον.

Ούτος εστιν Αγαμέμνων, εμός πόσις, νεκρός δε τήσδε δεξιάς χερός, εν τη τραγωδία του Σοφοκλέους η Κλυταιμνήστρα αποβάλει το μεγαλοπρεπές τούτο ήθος αγάλματος ωσεί μάρμαρον, μεταβάλλεται δ' εις γυναίκα ηπιωτέραν και χρηστοτέραν. Η θυγάτηρ αυτής, η Ηλέκτρα, ανακαλεί πως την Λαίδη Μάκβεθ.

Έλα να ζήσουμε μαζί σαν τα τρυγόνια, Χρύσω, Να περπατάμε τες ερμιές, τ' απάτητα τα λόγγα, Πούνε τ' ανεύρετα νερά τ' αμάζωχτα λουλούδια, Κι' οπού το λεν οι πέρδικοι κ' οι κούκοι ξεγνοιασμένοι. Ιδές, ο Μάης με τες δροσιές και τα πολλά του τ' άνθια Και με την ερωτάρικη τη μυστικιά του γλώσσα Γροίκα, τρανά σ' ανακαλεί στη μαγική αγκαλιά του Άκου, με τους κελαϊδισμούς τ' αηδόνια σ' ανακράζουν