United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο μεν Ιππίας εξήλθε προς αυτόν· ο δε Πάχης τούτον μεν εφυλάκισεν, όχι όμως σιδηροδέσμιον, επιτεθείς δε εξ απροόπτου κατά του τειχίσματος εκυρίευσεν αυτό και εφόνευσεν όλους τους εν αυτώ ευρισκομένους Αρκάδας και βαρβάρους· επανέφερε δε τον Ιππίαν ως είχεν υποσχεθή· αλλ' άμα εισελθόντα τον συλλαμβάνει και τον φονεύει διά τόξου.

Η δίκη του Σαχτούρη επανέφερε ζωηράς τας απογοητεύσεις και τας πικρίας με τας οποίας επότισε τον ελληνισμόν η κατά τον πόλεμον μικρόψυχος και ακατανόητος διαγωγή των διοικούντων τον ελληνικόν στόλον.

Αλλ' η Ακτή ηναγκάσθη να φανή λογική δι' αυτούς. Θα απήρχοντο! Πολύ καλά! Κανείς δεν θα παρημπόδιζε την απέλευσίν των. Αλλά να δραπετεύση τις από του οίκου του Καίσαρος ήτο έγκλημα καθοσιώσεως. Θα απήρχοντο . . . Και την εσπέραν είς κεντηρίων μετά των στρατιωτών του θα έφερε την εις θάνατον καταδίκην του Αούλου και της Πομπωνίας Γραικίνας και θα επανέφερε την Λίγειαν εις το Παλάτιον.

Ο χειμών επανέφερε τους χορούς με όλας αυτών τας ενοχλήσεις και ανησυχίας. Ταύτας όμως εμετρίαζε πολύ η καθ' ήμέραν αυξάνουσα πεποίθησίς μου, ουχί εις την αγάπην ή την αρετήν, αλλ' εις την φιλαρέσκειαν και τον εγωισμόν της γυναικός μου, τον ικανόν να την αποτρέψη από πάσαν επικίνδυνον τρέλλαν. Η Χριστίνα δεν ανήκε βεβαίως εις το γένος των τρυγόνων και των περιστερών αλλά πολύ μάλλον των παγονιών.

Έμαθα πως παντρεύγεσαι ... με τον Ανεγνώστη τον Τερερέ. Η Πηγή ανέκοψε το βήμα και ωχροτάτη τον ητένισεν· αλλά το μειδίαμα το οποίον είδεν εις το πρόσωπον του Σαϊτονικολή επανέφερε διά μιας το χρώμα της ζωής εις την μορφήν της. Δεν είπε τίποτε, αλλ' εις τα μεγάλα της μάτια ανέβλυσαν δάκρυα. Ο δε Σαϊτονικολής δεν ηθέλησε να παρατείνη την αγωνίαν της. — Για πε μου δεν τονε θες τον Ανεγνώστη;

Ο φίλος μου, ο Αλεξανδρής τον αποτρέπει, τον διορθώνει, τον ανακαλείνα είπουμενεις την τάξιν, πλην αυτός κωφεύει και προχωρεί. Ετούτο όμως με επανέφερε πάλιν εις τας φοβεράς σκέψεις μου. Μου εφάνη ότι επανήλθον εις τας θέσεις των τα πένθιμα, εκείνα αντικείμενα. Κυττάζω εις τον ένα τοίχον, και βλέπωμου εφάνηεπί του ραφίου το πινάκιον με τα κόλλυβα.

Χωρίς κανένα λόγον αποπέμπει εκείνον όστις δικαίως ηδύνατο να εκδικηθή διά την άδικον αποκήρυξίν του, και όχι μόνον δεν εμνησηκάκησεν, αλλά και τον έσωσε και του επανέφερε το λογικόν. Δεν ήτο μικρά, ουδέ κοινή και τυχαία η προς αυτόν ευεργεσία μου, ω άνδρες δικασταί, και όμως βλέπετε, τι απολαμβάνω τώρα παρ' αυτού.

Ένα χτύπημα στην εξώπορτα την επανέφερε στην πραγματικότητα. Πήγε να ανοίξει πιστεύοντας ότι ήταν οι αδελφές της ή ο ίδιος ο Τζατσίντο, που η παρουσία του δεν τη φόβιζε γιατί ήταν αρκετή για να διώξει τη μαγεία, αντίκρισε όμως τη θεια-Ποτόι και ξαναέκλεισε ενστικτωδώς την εξώπορτα για να την απομακρύνει. Η γριά έσπρωχνε κι εκείνη από έξω. «Θέλετε να με λιώσετε σαν αράχνη, ντόνα Νοέ!

Τι να της είπω; είπεν η φωνή, ήτις εφαίνετο όλως καταβεβλημένη και ο διάλογος τη επροξένει κάματον. — Μη καταβάλλεσαι, είπεν η Βεάτη, εννοήσασα το αίσθημα της ξένης· έχε θάρρος, σοι λέγω. — Ναι, βέβαια. — Εγώ θα πάρω τον τύπον του κλείθρου τώρα. — Του κλείθρου; — Ναι, θα κάμω αντικλείδι. — Α! είπεν η φωνή και εφάνη ότι η λέξις αύτη τη επανέφερε ζοφεράν ανάμνησιν.

Βεβαίως σας φαίνεται ότι αυτός ο ποιητής μας ήτο πολύ χαριτωμένος. Και βεβαίως και άλλα μέρη από τα ποιήματά του πολύ χαριτωμένα εξετάσαμεν, όμως ας μην είναι πολλά. Διότι ημείς οι Κρήτες δεν μεταχειριζόμεθα τόσον πολύ τα ξενικά ποιήματα. Τόρα όμως φαίνεται ότι καλά επικυρώνει τον λόγον σου, διότι μας επανέφερε την μυθολογίαν εις την αρχέγονον κατάστασιν.