Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Μετ' ολίγον όταν θα ετελείωνε πλέον και η εργασία εις το δάσος, διότι επλησίαζεν ο χειμών, τόσον εξοικειώθη με την μόνωσιν και την ορφανίαν του, ή μάλλον τόσον συνήθισε με την ιδέαν ότι η κόρη του δεν απέθανε, αλλά ζη, ώστε δεν τω επροξένει λύπην να μένη εις τον οίκον, όπου άλλοτε τον ετρόμαζε η φανταστική σκιά της Κουκκίτσας και η ανύπαρκτος φωνή της.

Η φράσις την οποίαν είχεν απευθύνει κατά την εσπέραν του βαπτίσματος προς την Πηγήν του εφαίνετο τώρα τόσον μεγάλη, τόσον παράτολμος, ώστε δεν ηδύνατο να εννοήση πού εύρε το θάρρος να την εκστομίση· και τόσην εντροπήν επροξένει η ανάμνησίς της, ώστε δεν ετόλμα ν' ατενίση την Πηγήν.

Ό,τι δε προ πάντων επροξένει λύπην ήτο ότι προεβλέπομεν μακράν ή μάλλον ατελεύτητον την δουλείαν και ότι διαδοχικώς η πόλις θα παρεδίδετο άλλοτε εις άλλον τύραννον και ο λαός θα εγίνετο κληρονομία φαύλων.

Μου επροξένει δε φρίκην και μόνον να ακούσω περί εξυβρίσεως παρθένων ή διαφθοράς εφήβων ή απαγωγής γυναικών ή αποστολής δορυφόρων προς σύλληψιν πολίτου ή προς οίαν δήποτε τυραννικήν απειλήν.

Προς ακριβή εκτίμησιν του ποιού της ατμοσφαίρας του κοιτώνος πρέπει να προστεθή εις την αδιάλειπτον αραίωσιν του οξυγόνου η προϊούσα συμπύκνωσις αναθυμιάσεων ορνιθώνος, φαγωσίμων, καλογηρικής γούνας, τσαρουχιών, λυχνίας τρεφομένης διά του αυτού πιθανώς ελαίου, το οποίον εχρησίμευσε προς τηγάνισμα του δείπνου και, προ πάντων, της απλωθείσης προς ύπνον ποικίλης συλλογής &ρούχων.& Όσον και αν ήμην κατάκοπος, η ιδέα εξαπλώσεως επί των υπέρ εμού ετοιμασθέντων μοι επροξένει ανατριχίασιν.

Εν τοσούτω, ας μη είχε φόβον· αυτός, ο Βινίκιος, ήτο πλησίον της και θα έμενε πλησίον της. Η Λίγεια ήτο η ψυχή του όλη και θα επηγρύπνει επ' αυτής όπως επί της ψυχής του. Επειδή η οικία του Καίσαρος της επροξένει φόβον, εκείνος της ωρκίζετο ότι δεν θα την άφινεν εις την οικίαν αυτήν.

Όχι, εψέλλισεν η νεάνις. Ο απευθύνας την ανωτέρω ερώτησιν ήτο γηραλέος ανήρ, και εφαίνετο σεβάσμιος. Ηγέρθη και επλησίασεν εις την νέαν. — Μήπως έχεις ανάγκην από τίποτε; Μήπως έχασες τον δρόμον; Η Αϊμά είδεν οπωσούν καλώς τους χαρακτήρας του ανθρώπου τούτου, και έφριξεν. Όχι μόνον η φωνή, αλλά και η μορφή αυτού αλλόκοτον εντύπωσιν τη επροξένει. — Πού υπάγεις; ηρώτησεν ο ξένος.

Τότε δα ήσαν και αν ήσαν τα γέλοια και ο θόρυβος εκ μέρους των θαυμαστών του Ευθυδήμου και του Διονυσοδώρου, εις τους οποίους επροξένει κατάπληξιν η τόση του σοφία. Εμείς οι άλλοι εμείναμεν εμβρόντητοι χωρίς λέξιν να λέγωμεν.

Η ζημία ζωής και χρημάτων, ην επροξένει ο επί τέλους αποθνήσκων επί της λαιμοτόμου ληστής, είνε αναξία παντός λόγου παραβαλλομένη προς την καταδίκην εις την πείναν ή την αυτοκτονίαν, ην επιβάλλει σήμερον ο ουδέποτε σχεδόν τιμωρούμενος τραπεζίτης εις ασυγκρίτως ανώτερον αριθμόν θυμάτων.

Ήκουσε μόνον θρουν σειομένων φύλλων, και ενόμισεν ότι τούτο επροξένει το βήμα του κυνός. Ο τοιχοβάτης εσκέφθη ότι, αν κατέβαινε, θα ήτο ίσως χειρότερον, και προσεπάθει να κολλήση επί του τοίχου, όπως μη τον ίδωσιν, αν ήσαν άνθρωποι. Αλλά την στιγμήν εκείνην ο κύων επλησίασεν, υλακτών θορυβωδώς, εις τον τοίχον. Ο άνθρωπος εκείνος εφοβήθη τότε πολύ.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν