United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συγχρόνως δε οι εν τη πόλει μείναντες Πλαταιείς εξελθόντες προσβάλλουν το μέρος του τείχους το αντίθετον εκείνου διά του οποίου είχαν αναβή οι άνδρες αυτών όπως περισπάσουν την προσοχήν των Πελοποννησίων. Οι εχθροί λοιπόν θορυβηθέντες έμεναν ακίνητοι, ουδείς δ' ετόλμα να αφήση την θέσιν του αγνοών τι να εικάση περί των γινομένων.

Διότι ανελογίζετο τον Λιάκον συγκινημένον, κατεχόμενον υπό ανεκλαλήτου αδημονίας, προσπαθούντα να υποκρύψη την ταραχήν της ψυχής του, πάσχοντα, και ενταυτώ εβασάνιζε τον νουν του η υποψία μη ο ερωτευμένος φίλος του συνέλαβε τω όντι την ιδέαν του να τον νυμφεύση με την μέλλουσαν γυναικαδέλφην του και εκ λεπτότητος δεν ετόλμα κατ' αρχάς να το είπη καθαρώς, έπειτα δε, δυσαρεστηθείς ως εκ των τρόπων του Πλατέα, ηρνήθη ότι ποτέ εσκέφθη τοιούτο τι.

Η Μαργή κατελήφθη υπό ανησυχίας άλλης φύσεως. Τώρα πλέον, ότε ο Πατούχας θα ήτο ελεύθερος, ούτε να ξεπορτίση πάλιν θα ετόλμα, αλλ' ούτε και εις το σπίτι θα ήτο ασφαλής. Και με την ιδέαν ότι η διαμονή της εις το χωριό ήτο πλέον αδύνατος, απεφάσισε να μεταβή πάλιν εις την πόλιν και να μείνη εκεί διά παντός. Όταν δε η χήρα ήκουσε την απόφασίν της: — Κάμε ό,τι θες, της είπεν.

Αυτός είχε πνίξει τον Αριστόβουλον, αυτός είχε στραγγαλίσει τον Αλέξανδρον, αυτός είχε καύσει ζώντα τον Ματαθίαν αυτός είχεν αποκεφαλίσει τον Ζωσιμάν, τον Πάπον, τον Ιωσήφ και τον Αντίπατρον, και όμως δεν ετόλμα να φονεύση τον Ιωχανάν. Οι οδόντες του έτριζον, όλον του το σώμα ήσπαιρεν.

Τωόντι η μητέρα της κυρά-Μανωλάκαινας δεν εστέκετο πουθενά εν τη γυναικωνίτιδι. Φορούσα μίαν φουστάναν μυρίζουσαν πάντοτε ψαρίλαις, πού ετόλμα να παρουσιασθή εις την εκκλησίαν, και μάλιστα εν ημέρα μεγάλης πανηγύρεως!

Τούτων ένεκα, μεγάλης χαράς ήτο αφορμή διά τον μπάρμπ’-Αλέξην, όταν κατώρθωνε «στη χάσι και στη φέξι» να έχη κανένα επιβάτην, τον οποίον, εν ανάγκη, να &περάση& ως τον περίφημον Γιάννην τον Πανταρώταν. Αλλά πού επιβάτης; ποίος ετόλμα να πατήση τον πόδα εις την παληόβαρκαν;

Ήτο την πρωίαν του Αγίου Νικολάου, και οι δύο φίλοι, ως είπομεν, ήσαν μαλλωμένοι. Ο Πέτρος είξευρεν ότι, αφού τα είχε χαλασμένα με τον Αποστόλην, ούτος θα έκαμνε τας επισκέψεις μόνος του, αυτός δε, ξυπόλητος όπως ήτον και απεριποίητος, «αζήλευτος», δυσκόλως θα ετόλμα να εισέλθη εις τας οικίας, και δεν θ' απήλαυε πολλά κεράσματα, ούτε θα έπινεν αρκετά ποτά χωρίς να πληρώση.

Συνήθως εφαίνετο εις τους ανθρώπους ότι εχλεύαζεν αυτούς, τον εαυτόν του, τον Καίσαρα και όλον τον κόσμον. Ενίοτε ετόλμα να επικρίνη τον Καίσαρα κατά πρόσωπον και ενώ τον εθεώρουν ήδη χαμένον, αίφνης εποίκιλλε την κριτικήν του με τοιούτον τρόπον, ώστε αύτη εστρέφετο προς όφελός του και εστερέωνε την θέσιν του.

Ήρχισε δε ήδη να φοβήται και δεν επίστευεν ότι ο Νικίας θα ετόλμα να παραχωρήση προς αυτόν την θέσιν του· και πάλιν όμως ο Νικίας επέμεινε και καταθέσας την εναντίον της Πύλου στρατηγίαν επεκαλείτο ως μάρτυρας τούτου τους Αθηναίους.

Ο Πλήθων δεν ετόλμα να είπη τούτο. Είχε συνειθίσει ήδη από της πρωίας εις την ιδέαν του γάμου τούτου. Παράδοξον φόβον ησθάνετο εκ της αβεβαιότητος. Αν δεν ενυμφεύετο τάχιστα, τι έμελλε να γείνη η Αϊμά, ή μάλλον τι έμελλεν αυτός να γείνη; Μέχρις ου ευρεθή άλλος σύζυγος, ήτο δυνατόν να παρέλθωσιν ημέραι, μήνες, έτη.