United States or Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα είντα φταις εσύ, κακορρίζικο παιδί; Ο κύρης σου ο προκομμένος τα φταίει. — Ναι, ο κύρης μου, ο κύρης μου, Καλιώ ... είπεν ο Μανώλης, έτοιμος να κλαύση ή να εκστομίση ασεβείς λόγους κατά του πατρός του. Διά ν' αποφύγη δε και το μεν και το δε, εκινήθη να φύγη, αλλ' η χήρα τον εκράτησε και επέμεινε να μάθη τα αίτια της θλίψεώς του.

Όπως δήποτε ούτε εις την εκκλησίαν εις το Βεξ, ούτε εις τον Μύλον θα εγίνετο η τελετή του γάμου· η νονά ήθελε να τελεσθή ο γάμος εις το σπίτι της και η στεφάνωσις να γίνη εις την ωραίαν μικράν εκκλησίαν του Μοντρέ. Ο Μυλωθρός επέμεινε και αυτός και ούτω εξετελέσθη αυτή η επιθυμία, αυτός μόνον ήξευρε τι επεφύλαττεν η νονά διά τους νεονύμφους.

Όχι, όχι δεν απόστασα... Τα κουπιά είν' ελαφρούτσικα... Τέτοια κουπάκια θα με κουράσουνε; Η Λιαλιώ επέμεινε να λάβη το έν των κωπίων, και προκύψασα ολίγον ήρχισε να σείη με τας λευκάς της χείρας τον ένα των σκαλμών, θέλουσα να τον μεταθέση προς το μέρος της εγγύτερον της πρύμνης. Αλλ' ο νέος ανθίστατο, και αι χείρες των συνηντήθησαν εις θερμήν επαφήν.

Η γριά θυμωμένη κι αυτή τόρα επέμεινε, έβριζε: — Μούρθατε για το πεντόφραγκο, να σύρ' τε τον κόσμο στα μπουντρούμια, σα να μην αφεθήτε ποτές και σεις. Φορέσατε το στέμμα για να βασανίζετε τον κόσμο, πεντοφραγκάδες!... Και η μορφή της είχε γίνη άγρια, δαιμονισμένη, φριχτή.

Και ο Νίκος δε επέμεινε ν' αναβώμεν εις το Κάστρον, διατεινόμενος ότι δήθεν είχε ανάγκην να καλοκοιμηθή εις κλίνην ανθρωπινήν, ενώ βεβαίως μόνον και μόνον τας συστάσεις της μητρός μου είχε κατά νουν.

Αλλ' ο Περίανδρος επέμεινε, λέγων ότι ήτο αδύνατον να μη τους συνεβούλευσε τίποτε ο Προκλής. Τόσον δε τον εστενοχώρησε με τας ερωτήσεις του ώστε επί τέλους ο νέος ενθυμήθη τους λόγους και τους επανέλαβεν.

Δύο ή τρεις φοράς μοι έδωκεν αφορμήν να συμβαδίσωμεν ομιλούντες· επέμεινε πάντοτε εις την πρόσκλησίν του, δεν μοι ωμολόγησεν όμως ότι στιχουργεί, μολονότι εγώ βολιδοσκοπών του έδωκα πολλάς αφορμάς προς τούτο. — Ρεμβάζω, έλεγε μόνον, ρεμβάζω πολύ συχνά, και κάμνω ακριβώς το ίδιον πράγμα όπως και σεις.

Ο I. Θ. Κολοκοτρώνης έχων, καθώς εφαίνετο, σταθεράν απόφασιν διά να αναχωρήση, επέμεινε δικαιολογών το ζήτημά του· επειδή δε οι αξιωματικοί αντέτεινον, η φιλονεικία απέβη ζωηροτάτη, και ο I. Θ. Κολοκοτρώνης ηναγκάσθη να μείνη και εναντίον της επιθυμίας του εις το στρατόπεδον.

Αλλ' ο αυτοκράτωρ επέμεινε και παρεσκευάσθη στόλος 600 πλοίων και 30 χιλιάδων ανδρών, στρατιωτών ομού και ναυτών, και 3000 ίππων. Ο στόλος ανεχώρησεν από την Κωνσταντινούπολιν εν μέσω μεγάλης πομπής και πανηγύρεως, αφού ο πατριάρχης Επιφάνιος ετέλεσεν επί της ναυαρχίδας ενώπιον του αυτοκράτορος την κανονισμένην δέησιν εις τον Ύψιστον.

Εν τη ανησύχω δ' αυτής θέσει εν τη οποία ευρίσκετο, ήρχισαν πάλιν ν' αναγεννώνται, μία προς μίαν αι αιτιάσεις της κατά του Στάθη, όστις επέμεινε να την στείλη με τα γαλιά.