United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δυστυχής ο φθισικός, όστις είχε σηκωθή μετά βίας από την κλίνην, και τον είχον καθίσει επί καναπέ, πλησίον του παραθύρου, εθεώρει τον χορόν, και ησθάνετο ηθικήν ευχαρίστησιν. — Αν δεν ηρχόμην εγώ απ' την Αμέρικα, έλεγε μέσα του, και δεν έφερνα αυτούς τους παράδες, όλ' αυτά θα έλειπαν . . . Γάμος μπορούσε να γείνη, αλλά θα ήτο πολύ πτωχικώτερος . . . και τέτοιος χορός δεν θα εγίνετο.

Έπειτα, καθ' ην στιγμήν εκείνη θα διευθύνεται από του θρονίου προς την κλίνην, συ, επειδή θα ήσαι όπισθέν της, φρόντισον να μη σε ιδή εξερχόμενον του δωματίουΚαι ο μεν Γύγης, μη δυνάμενος να αποφύγη, ήτο έτοιμος· ο δε Κανδαύλης, ελθούσης της ώρας της αναπαύσεως, έφερε τον Γύγην εις το οίκημα, μετά ταύτα δε ήλθε σχεδόν αμέσως και η γυνή.

Ιδού αυτή, κοιμάται, είπε. — Δεν είνε αυτή που ζητείς, είπον εγώ απηλπισμένη. — Μη την εξυπνήσης, είπεν αύθις ο ξένος. Και πατών επ' άκρων των ποδών επλησίασεν εις την κλίνην σου. — Δυστυχής κόρη, εψιθύρισεν, ως είδε το πρόσωπόν σου. Εκοιμάσο ύπνον ήσυχον και η αναπνοή σου δεν ηκούετο. Ομοίαζες με αρνίον αναπαυόμενον, μικρά μου κόρη. Ο ξένος σ' εθεώρησεν επί πολλήν ώραν.

ΚΑΙΣΑΡ. Είναι πολύ πιθανόν να απέθανε διά του τρόπου τούτου, διότι ο ιατρός της μου είπεν ότι είχε κάμη απείρους ερεύνας ως προς τον ευκολώτερον τρόπον του θανάτου. — Σηκώσατε την κλίνην της, και φέρετε τας γυναίκας της έξω του τάφου. — Θα ενταφιασθή πλησίον του Αντωνίου της. Ουδείς επί γης τάφος θα εγκλείη ονομαστότερον ζεύγος.

Όλους περί την κλίνην σου, ανησύχους, προσεκτικούς, προθύμους, αφωσιωμένους, περιποιητικούς, προσπαθούντας να ευχαριστήσωσι πάσαν σου επιθυμίαν ή και ιδιοτροπίαν.

Και προς αυτόν απάντησεν ο μηνυτής Ερμείας• «Ω τοξοφόρε Απόλλωνα, τούτ' άμποτε να γείνη! τρεις φοραίς τόσ' αδιάλυτα δεσμά να μ' εκυκλόναν, 340 και οι θεοί με ταις θεαίς να εκυττάζετ' όλοι, 'ς την κλίνην αν με την χρυσή κοιμώμουν Αφροδίτη».

Δύο σανίδες ήρκεσαν όπως αποτελέσωσι χώρισμα εις μίαν των γωνιών, δι' ου εκρύπτετο από των οφθαλμών των άλλων, και έτεραι δύο οριζοντίως καρφωθείσαι απετέλεσαν κλίνην. Άλλως δεν κατεκλίνετο αυτή αφ' εσπέρας, όπως οι λοιποί σύνοικοι.

Είτα εξέλεξε θέσιν καλήν επί των βρύων, υπό τινα βράχον επικαμπή, όστις ηδύνατο να τον στεγάση εν μέρει, έκοψε πτέριδας και κλώνας πλατάνου, έστρωσε δι' αυτών την κλίνην του, έθεσε την πήραν προσκεφάλαιον, έλαβεν εις τας αγκάλας την ράβδον του και απεκοιμήθη δροσερόν και βαυκαλιζόμενον ύπνον.

Και όμως δεν ημπόρεσα να κρατήσω ένα ελαφρόν σαρκασμόν, τον οποίον ο γέρων ήκουσε πιθανώς, διότι έκαμε μίαν αιφνιδίαν κίνησιν εις την κλίνην του, ωσάν να εσκίρτα. Τότε νομίζετε αναμφιβόλως ότι έφυγα . . . αλλά καθόλου, Η πυκνότης του σκότους καθίστα το δωμάτιον μαύρο σαν την πίσσα, διότι τα παράθυρα ήσαν ερμητικώς κλεισμένα από τον φόβον των λωποδυτών.

Ας είνε, εξαναείπεν αυτός· πλησίασε εδώ εις την κλίνην μου, και θέλεις ιδεί πράγμα που θέλει σου προξενήσει μεγάλην έκστασιν. Τότε εγώ πλησιάζοντας εις το προσκέφαλον, εγνώρισα με μεγάλον μου θαυμασμόν μίαν νέαν γυναίκα, που καθολικώς με παρωμοίαζε, και είχε την ιδίαν μορφήν.