United States or San Marino ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ώστε ή εκείνος όστις συνέλαβε τοιούτον σκοπόν πρέπει να απολεσθεί, ή συ όστις με είδες γυμνήν περιφρονήσας τα έθιμα.» Ο δε Γύγης πρώτον μεν έμεινεν εκστατικός ακούων τους λόγους εκείνους, έπειτα δε ικέτευσε την βασίλισσαν να μη τον αναγκάση να κάμη διά της βίας ταύτην εκλογήν.

Άμα έφθασεν ο Γύγης, τω είπεν η γυνή· «Τώρα, Γύγη, δύο οδοί είναι ανοικταί εις σε, και έκλεξον εκείνην την οποίαν θέλεις να ακολουθήσης· ή φόνευσον τον Κανδαύλην και λάβε την βασιλείαν των Λυδών και εμέ, ή υπόμεινον να θανατωθής τώρα αμέσως διά να μη βλέπης πλέον, χαριζόμενος εις τον Κανδαύλην, εκείνα τα οποία δεν πρέπει να βλέπης.

Και ο μεν Γύγης, ταύτα λέγων, προσεπάθει να τον αποτρέψη διότι εφοβείτο μήπως τω συμβή δυστύχημά τι, αλλ' ο Κανδαύλης επανέλαβε· «Θάρρει, ω Γύγη, και μη φοβού μήτε εμέ ότι τάχα σοι λέγω ταύτα διά να σε δοκιμάσω, μήτε την γυναίκα μου ήτις ουδόλως δύναται να σε βλάψη, διότι θα διαθέσω τα πράγματα ούτως ώστε να μη υποπτεύση ουδέποτε ότι την είδες.

Εκείνη δε, δούσα εις αυτόν εγχειρίδιον, τον έκρυψεν όπισθεν της αυτής θύρας. Και μετά ταύτα, αποκοιμηθέντος του Κανδαύλου, ορμήσας ο Γύγης τον εφόνευσε και έλαβε την γυναίκα και την βασιλείαν. Τούτου του συμβάντος εποιήσατο μνείαν εις ιάμβους τριμέτρους και ο Αρχίλοχος ο Πάριος όστις έζη κατ' εκείνην την εποχήν.

Ο Γύγης την εθεώρει καθ' όσον εξεδύετο· έπειτα, ενώ εκείνη έστρεψε τα νώτα και διευθύνετο προς την κλίνην, αυτός εξήλθεν ολισθήσας κρυφίως· αλλ' η γυνή τον είδεν ότε εξήρχετο.

Ο δε Γύγης, στερεωθείς επί του θρόνου, έπεμψεν εις τους Δελφούς πλούσια δώρα· διότι μεταξύ όλων των ευρισκομένων εκεί αργυρών αναθημάτων, τα πλειότερα επέμφθησαν παρ' αυτού. Αφιέρωσεν επίσης και άπειρα χρυσά, μεταξύ των οποίων έξ κρατήρας οίτινες προ πάντων είναι άξιοι μνείας. Σήμερον αποτελούσιν ούτοι μέρος του θησαυρού των Κορινθίων και έχουσι βάρος τριάκοντα ταλάντων.

Ίσταται δε ο θρόνος ούτος όπου και οι κρατήρες του Γύγου· ο δε χρυσός και ο άργυρος τον οποίον αφιέρωσεν ο Γύγης καλείται υπό των Δελφών Γυγάδας, λαβών την επωνυμίαν από τον δωρητήν. Άμα δε έλαβε την βασιλείαν ο Γύγης, έπεμψε στρατόν κατά της Μιλήτου και της Σμύρνης, και εκυρίευσε την πόλιν Κολοφώνα.

Αληθώς όμως ειπείν ο θησαυρός ούτος είναι ουχί της κοινότητος των Κορινθίων, αλλά του Κυψέλου υιού του Ηετίωνος. Ούτος δε ο Γύγης είναι, καθόσον ηξεύρομεν, ο πρώτος των βαρβάρων όστις ανέθηκεν αναθήματα εις τους Δελφούς, μετά τον Μίδαν, υιόν του Γορδίου, βασιλέα της Φρυγίας. Τωόντι ο Μίδας αφιέρωσε τον βασιλικόν θρόνον εφ' ου εκάθητο διά να δικάζη, όντα αξιοθέατον.

Το μαντείον απεφάνθη υπέρ αυτού, και τοιουτοτρόπως ο Γύγης εβασίλευσε. Τούτο μόνον προσέθηκεν η Πυθία ότι οι Ηρακλείδαι θα λάβωσιν εκδίκησιν εις τον πέμπτον απόγονον του Γύγου. Αλλ' ούτε οι Λυδοί, ούτε οι βασιλείς αυτών εφρόντισαν περί αυτής της προφητείας μέχρις ου εξεπληρώθη. Ούτω κατέλαβον την αρχήν οι Μερμνάδαι αφαιρέσαντες αυτήν από τους Ηρακλείδας.

Έλαβε λοιπόν την βασιλείαν ο Γύγης και εκραταίωσε την δυναστείαν του διά του μαντείου των Δελφών. Καθότι, επειδή πολλοί Λυδοί αγανακτήσαντες διά τον φόνον του Κανδαύλου έλαβον τα όπλα, οι οπαδοί του Γύγου συνεβιβάσθησαν μετά των λοιπών Λυδών ώστε, εάν μεν το χρηστήριον ανεγνώριζεν αυτόν ως βασιλέα της Λυδίας, να βασιλεύση, εν εναντία δε περιπτώσει να αποδώση οπίσω την αρχήν εις τους Ηρακλείδας.