United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο μεν τύραννος ικανώς ετιμωρήθη δι' όσα μας έχει κάμει, διότι ζων είδε τον υιόν του να προαποθάνη, έπειτα δε και αυτός ηναγκάσθη να γίνη παραδόξως τυραννοκτόνος του εαυτού του• ο δε υιός του εφονεύθη υπ' εμού, μ' εβοήθησε δε και μετά θάνατον εις άλλον φόνον• και όταν μεν έζη ελάμβανε μέρος εις τας αδικίας του πατρός του, όταν δε απέθανεν έγινε πατροκτόνος όπως ηδύνατο.

Διότι αν και ο φίλος και ο Σωτήρ του έζη, και δεν απείχε πόρρω απ' αυτού, ήτο δε εν τη ακμή της δυνάμεως Του, και ετέλει καθ' ημέραν τα θαύματα της αγάπης τα οποία εμαρτύρουν την αποστολήν Του, όμως ο Ιωάννης δεν είδε πλέον τον φίλον και τον Σωτήρα τούτον επί της γης.

Ούτος κληθείς υπό της δημοτικής αστυνομίας όπως βεβαιώση τον θάνατον, εκύτταξεν επιπολαίως το πρόσωπον του νεκρού βρέφους, παρεπονέθη διατί να μην τον φωνάξουν ενόσω τούτο έζη, κ' έδωκε το «ενταφιαστήριον», γράψας «εκ σπασμώδους βηχός».

Είχε μέλανας και μεγάλους οφθαλμούς, ωχράν και αδύνατον την όψιν, και ωραίαν καστανήν κόμην. Το ανάστημά της εφαίνετο ολίγον κυρτόν. Ηδύνατο να καταστή ωραία, αν δεν έζη εν μέσω τοιούτου κύκλου, αλλά νυν δυσκόλως ηδύνατό τις να διακρίνη αν ήτο ευειδής ή άσχημος. Μεθ' όλην την ασβόλην καθ' ης επάλαιε, προσεπάθει να ενδύηται κοσμίως, και σπανίως εφαίνετο κηλιδωμένη.

Ήξευρε καλώς ότι της ευρίσκετο ρακί. Είχε διά πούλημα στο σπίτι, επειδή έκαμνε πολύ ρακί απ' τ' αμπέλι της. Έζη μοναχή, με την παραλυτικήν μητέρα της, ήτις δεν της εχρησίμευεν ειμή διά συντροφίαν, και διά να έχη άνθρωπον, τον οποίον να υπηρετή, διότι άλλως η ζωή της θα ήτο κακή και έρημος.

Και κατ' αυτόν τον τρόπον πήγε χαμένος ο λόγος του Πρωταγόρου και ο ιδικός σου ότι η επιστήμη και η αίσθησις είναι το ίδιον πράγμα. Θεαίτητος. Έτσι φαίνεται. Σωκράτης. Και όμως αυτό δεν θα εγίνετο, νομίζω, καλέ μου φίλε, εάν έζη ακόμη ο πατήρ του ενός από τους δύο αυτούς λόγους, αλλά θα τον υπερήσπιζε πολύ. Τόρα όμως ημείς τον ευρήκαμεν ορφανόν και τον εξευτελίζομεν.

Και η μαύρη εληά της κόρης της εδιπλασιάσθη εκ της αποκαλυφθείσης πενίας του συγγενούς των. Ούτω λοιπόν έζη άγνωστος. Πρώτος δε πάντων, μετά μήνα ολόκληρον, ανεγνώρισεν αυτόν ο γέρων παντοπώλης, ο κυρ-Βαρσαμός, πολλάκις ταξειδεύσας εις την απέναντι θεσσαλικήν χώραν του Πηλίου, ίνα προμηθευθή πατάτες και σεσηπότα κάστανα, άτινα επώλει εις τα λαίμαργα παιδία, μια πεντάρα τρία. — Και να βρίσκωνται!

Εις τοιαύτας παρεδίδοντο μελαγχολικάς σκέψεις, ότε ο κώδων του όρθρου ενεθύμισεν αυτοίς τον επικείμενον κίνδυνον. Η νυξ ήτο σκοτεινή και οι σταύλοι εγγύς, εν αυτοίς δ’ έζη ακόμη ο καλός εκείνος όνος, όστις προ επτά ετών είχε μετακομίσει εις Φούλδαν την Ιωάνναν.

Ελέγετο δηλαδή ότι, επειδή έζη μέχρι τούδε μακράν των ανθρώπων, βοσκός εις τα βουνά από μικρό παιδί, είχε γίνει ζώον με τα ζώα· μόνο που δεν εκουτούλα. Να μιλήση καλά καλά δεν ήξευρε και άμα ευρίσκετο μεταξύ ανθρώπων τάχανε κέκανε σαν αγριότραγος που κυττάζει από πού να φύγη.

Οποίος δε ήτο την μορφήν εν τοις χρόνοις εκείνοις ο Ε. Ροΐδης κρίνει τις εκ της κοσμούσης τον παρόντα τόμον ξυλογραφίας. Εις Σύρον εστάλη κατά προτίμησιν υπό των γονέων του ο Μανώλης, διότι εκεί έζη τότε η αδελφή της μητρός του Κυρίου Αντωνίου Μικρουλάκη και διότι εν Ερμουπόλει ελειτούργει Λύκειον δικαίως φημιζόμενον ως έν των αρίστων ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, το Λύκειον Ευαγγελίδου.