United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα την έλαβεν από την χείρα σιωπηλώς, την παρετήρει με θαυμασμόν και επανελάμβανε το όνομά της ως να ήθελε να βεβαιώση εαυτόν ότι την είχεν επανεύρει, ότι ευρίσκετο πλησίον της. — Ω Λίγεια! Λίγεια!

Τρίτος, ενώ ωδηγείτο εις το ιματιοφυλάκιον διά ν' αλλάξη και ν' αναπαυθή, ήρχισε να παραληρή· επεχείρησε δε και να φύγη γυμνός. Αι διαταράξεις αύται υπεχώρησαν εις γενναίον και αναπαυτικόν ύπνον αλλά τις δύναται να βεβαιώση ότι δεν θα επανέλθουν, μάλιστα μετά νέαν τοιαύτην κόπωσιν, και ότι τότε θα παρέλθουν όπως τώρα;

Αφού είπε το παραμύθι αυτό ο Δάφνης, όχι μονάχα δέκα φορές, παρά πολύ περισσότερες τον εγλυκοφίλησε η Χλόη. Παραλίγο κι αυτά να τα ειπή η Ηχώ, σαν για να βεβαιώση ότι δεν είπε καθόλου ψέματα.

Μεταξύ των κοιμητηρίων, οπουδήποτε και οιασδήποτε εκτάσεως, δεν υπάρχει ουδέ ενας μεταχειρισθώμεν αυτήν την έκφρασιν, — όπου δεν εύρον σκελετούς εμβάλλοντας τας μεγαλειτέρας υπονοίας. Τρομεραί υπόνοιαι αληθώς! Αλλά τρομερωτέρα ακόμη η κατάστασις την οποίαν προκαλούν. Μπορεί κανείς να την βεβαιώση χωρίς δισταγμόν.

Κύτταξε, κυρά, είπεν ο ανήρ ο συνήγορος της Αϊμάς, κύτταξε να ιδής αν ήνε τα ίδια. Αυτή η νέα φαίνεται φρόνιμη, δεν πιστεύω να σου έκλεψε. — Αυτά είνε τα ρούχα, έλεγε προπετώς η Εφταλουτρού, λησμονούσα ότι δεν ήτο έργον αυτής να βεβαιώση το πράγμα. Αυτά είνε τα ρούχα, τα έκλεψε. — Και πώς πετιέσαι εσύ, γρηά; είπεν ο ξένος. Από πού ξεύρεις ότι τα έκλεψε;

Το μεν να βεβαιώση κανείς ότι αυτά είναι έτσι, όπως εγώ τα διηγήθην, δεν αρμόζει εις άνθρωπον, ο οποίος έχει νουν· ότι όμως ή ταύτα υπάρχουσι πραγματικώς ή κάποια άλλα παρόμοια οία τας ψυχάς μας και τας κατοικίας των, επειδή βεβαίως η ψυχή φαίνεται ότι είναι πράγμα αθάνατον, μου φαίνεται ότι τούτο και αρμόζει και αξίζει τον κόπον να κινδυνεύση κανείς να πιστεύση ότι είναι έτσι.

Περί μεν της κυρίας ηδύνατό τις εκ πρώτης όψεως, άνευ δισταγμών, να βεβαιώση ότι προ τριάκοντα ή και περισσοτέρων ετών υπήρξεν εκτάκτως ωραία αλλ' ήδη ούτε το χρώμα, ούτε η κόμη, ούτε τα οφρύδια, ούτε οι οδόντες ουδ' άλλο τι ήτο παρ' αυτή αληθινόν πλην μόνων των κοσμούντων τα ώτα και τους δακτύλους της αδαμάντων.

Αν αι εικόνες αύται δεν είνε πλέον όλαι ομοιώματα, εγράφησαν όμως πάσαι, — τούτο δύναται να βεβαιώση ο γράψαςεξ ηρέμου και απαθούς παρατηρήσεως· τούτο δε, ελπίζει, θέλουσιν αναγνωρίσει όσοι διατηρούσιν έτι εν τη μνήμη αυτών τους καιρούς και τα πράγματα, εις α αι προκείμεναι σελίδες αναφέρονται.

Ούτος κληθείς υπό της δημοτικής αστυνομίας όπως βεβαιώση τον θάνατον, εκύτταξεν επιπολαίως το πρόσωπον του νεκρού βρέφους, παρεπονέθη διατί να μην τον φωνάξουν ενόσω τούτο έζη, κ' έδωκε το «ενταφιαστήριον», γράψας «εκ σπασμώδους βηχός».

Απεκρίθη ο ψαράς· το πράγμα μου φαίνεται απίστευτον, πώς ήτον δυνατόν ένα τόσον μικρόν αγγείον που δεν χωρεί ούτε το ποδάρι σου, να χωρέση όλον σου το σώμα; Τότε το Τελώνιον, διά να τον βεβαιώση, διαλύεται εις ένα σύγνεφον, και ύστερα εις καπνόν, και έπειτα ολίγον κατ' ολίγον όλος εκείνος ο καπνός εμβήκεν μέσα εις το αγγείον χωρίς απομείνη τελείως έξω· και ευθύς βγήκε μία φωνή λέγουσα.