Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Απ' το στόμα σ' κη σ' Θεού τ' αυτί, είπεν ο Αγάλλος, επειδή εμβήκεν αμέσως εις το νόημα. Η γραία έπαιζε τα μάτια της, ένευε δε πονηρώς ότι κάτι ήθελε να του πη.

Και ευρίσκοντας τον καιρόν αρμόδιον, που έλειπεν ο αυθέντης του, εμβήκεν εις την κατοικίαν της Ρεσπίνας, και άρχισε να της φανερώνη τον έρωτά του, και να την παρακινή διά να συγκλίνη εις την θέλησίν του.

Μας έφεραν την είδησιν ότι ήρχετο με ένα δυνατόν και φοβερόν στράτευμα εκείνος ο τύραννος βεζύρης, που άρπαξε τον θρόνον του πατρός μου, διά να καθυποτάξη και το βασίλειον του θείου μου και εις ολίγην ώραν εμβήκεν εις την πόλιν χωρίς αντίστασιν, επειδή ο θείος μου δεν είχε στράτευμα αρκετόν να του εναντιωθή.

Εμβήκεν εκείνη αφού έβγαλε τα χειρόκτιά της και επρόσεξε πολύ, καθώς εκάθισε, να μη τσαλακώση το εύμορφο φρεσκοσιδηρωμένο φόρεμα της, το στολισμένο με δαντέλλες. «Τι ιδέα αυτή της γιαγιάς μου, ένα ξύλο φαγωμένο από την πολυκαιρίαν να το κάμη τόσο μεγάλην υπόθεσινεσυλλογίσθη, άμα επήρε την σαΐταν εις τα χέρια της και ήρχισε να υφαίνη.

Τούτου γενομένου ο αράπης με άγριον βλέμμα κυττάζοντας τους παρεστώτας ανεχώρησε, και εμβήκεν εις τον ίδιον τοίχον, και έκλεισεν ο τοίχος ως και πρότερον.

Απόκτησε το λοιπόν ο πατέρας μου με αυτά τα ταξείδιά πολλήν περιουσίαν, και με αυτήν εμβήκεν εις τον αριθμόν των πραγματευτάδων και εις διάστημα δέκα χρόνων έγινεν ένας από τους πλουσιωτέρους πραγματευτάδες της Μπάσρας.

Είχεν υφάνει δύο δάκτυλα και περισσότερα με μεγάλην επιτηδειότητα, αλλ' έξαφνα εσταμάτησεν· είχε κοπή η κλωστή. Διώρθωσαν πάλιν το πάτημα· άλλαξαν και σαΐτα και κλωστή, αλλά τίποτε, τίποτε· η κλωστή πάντα έσπανε. Ας δοκιμάση η τρίτη, είπεν ο συμβολαιογράφος, αν και αυτή τόσον μικρά τι θα ημπορέση να κάμη. Εμβήκεν η μικρά κόρη εις τον εργαλειό.

Ο αγαπητικός της Καλάφ εις την θεωρίαν εκείνης της ηλιακής μορφής της βασιλοπούλας, αντίς να αποκριθή εις το αίνιγμα, έμεινε βουβός και ακίνητος. Όλον το Ντιβάνι ευθύς εμβήκεν εις ένα μεγάλον φόβον, επειδή και όλοι επιθυμούσαν την νίκην του Καλάφ. Ο ίδιος ο Βασιλεύς έγινεν αχνός ωσάν το κερί, και επίστευεν ότι ο Καλάφ θα ήτο εις κακήν στάσιν και έμελλε να χαθή.

Και όταν ο εχθρός εμβήκεν εις το παλάτι, ηθέλησε να αντισταθή ο θείος μου και έμεινε φονευμένος. Εγώ ωσάν είδα νεκρόν τον θείον μου, αφού επολέμησα αρκετά και εθανάτωσα πολλούς, αναγνωρίζοντας τέλος πάντων δυνατώτερον τον εχθρόν, ανεχώρησα διά μιας κρυφής θύρας του παλατίου και από μίαν υπόγειον στράταν.

Το πράγμα ήταν καθαρό και ξάστερο, μα μεις δεν το ψηφήσαμε, μόνο το πήραμ' ελαφρυά κ' εγελάσαμεν. Εκεί πάνου στα γέλοια άνοιξεν η θύρα κ' εμβήκεν ο Χαραλάμπης του Μητάκου. Τον ξεύρεις. Ήταν συνομήλικος του Χρηστάκη και τον έμοιαζε πολύ στο ανάστημα και ταις πλάταις. Όσον ήτο μικρός ήρχετο συχνά στο σπίτι μας· μα σαν εμεγάλωσε κ' επήρεν άσχημο δρόμο, δεν ημπορούσα να τον βλέπω μπροστά μου.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν