United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το αίμα με το οποίον εβάφησαν, ο καπνός με τον οποίον περιεβλήθησαν κατά τας μάχας και από του οποίου έλαμπον αίφνης ως αστραπαί απειλητικαί μέσω καταμαύρου νέφους, ο αλαλαγμός εκείνος και θόρυβος, οι κλαυθμοί, οι γόοι, αι απειλητικαί φωναί κ' αι εξηγριωμέναι ύβρεις, μέσω των οποίων έδρων, επίστευεν ο Χειμάρρας ότι προσήψαν εις αυτά κάποιαν άλλην δύναμιν, θαυματουργόν και ιεράν, όπως εις τα εικονίσματα η επί τεσσαράκοντα ημέρας διαμονή εν τη εκκλησία και τα θυμιάματα και οι ψαλμοί της λειτουργίας καθιστώσιν αυτά ισχυρούς του οίκου προστάτας.

Επηρεάζετο τότε από την πραείαν ψυχήν, από το μυστηριώδες Χερουβίμ. Τον είχε περιποιημένον και καλοενδεδυμένον τον μικροκαμωμένον άνδρα της. Τι μόνον ήθελε; Να της κουβαλή κλάρες ακαταπαύστως. Διά τούτο είχον και οι δύο εμπιστοσύνην αναμεταξύ των τουλάχιστον το επίστευεν η Μιλάχρω. Ούτως η Θεια-Σταματίτσα απήλθεν άπρακτος. — Πιστεύεις, παιδί μ'; είπεν εις τον ανεψιόν της τον Στεφανάκην.

Και εκεί εκάλει τας Μούσας και επίστευεν ότι θα ήρχοντο εις την μοναξίαν εκείνην διά να τον βοηθούν εις τας περί έρωτος ομιλίας του.

Ο Χίλων χωρίς να χρονοτριβήση πλέον, εβάδισε ταχέως μέχρι του βάθους μιας εγκαρσίας οδού με ευκινησίαν, ήτις θα εξέπληττεν, εάν συνηντάτο εις νεανίαν ακόμη. Ο Λιγειεύς εκείνος, όστις είχε φονεύσει τον Κρότωνα, τω εφαίνετο ως υπερφυσικόν όν· ήτο βεβαίως Θεός υπό την μορφήν βαρβάρου. Τώρα επίστευεν εις όλας τας θεότητας του κόσμου.

Αλλά κάποτε απεκοιμήθη ο Αλεκτρυών και χωρίς να το θέλη αφήκεν αφρούρητον τον φίλον του• ο Ήλιος χωρίς να εννοηθή επλησίασε και είδε την Αφροδίτην και τον Άρην, ο οποίος εκοιμάτο αμέριμνα, διότι επίστευεν ότι ο Αλεκτρυών θα τους ειδοποιεί, αν ήρχετο κανείς• και ούτω ο Ήφαιστος ειδοποιήθη από τον Ήλιον και τους συνέλαβε, και τους έδεσε με τα δεσμά που είχε κατασκευάση προ πολλού γι' αυτόν το σκοπό.

Ήρχισε δε ήδη να φοβήται και δεν επίστευεν ότι ο Νικίας θα ετόλμα να παραχωρήση προς αυτόν την θέσιν του· και πάλιν όμως ο Νικίας επέμεινε και καταθέσας την εναντίον της Πύλου στρατηγίαν επεκαλείτο ως μάρτυρας τούτου τους Αθηναίους.

Έως τώρα επίστευεν ότι είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή το καλόν, αλλ' ήδη βλέπει ότι η κακία έπνιξε την αρετήν, καθώς εις ένα περιβόλι τα χονδροειδή και ανώφελα φυτά μεταβάλλουν την ήμερον κατάστασιν εις αγρίαν.

Και έπειτα, λέγει κάποιος με σκελετώδη φυσιογνωμίαν από το άλλο άκρον της τραπέζης συνεχίζων την ομιλίαν, είχομεν επί τινα καιρόν μεταξύ άλλων παρομοίων παραδειγμάτων και ένα ο οποίος επίστευεν ακραδάντως ότι ήτο τυρί της Κορδούης, και ο οποίος κραδαίνων ένα μαχαίρι εις το χέρι προσεκάλει τους φίλους του να κόψουν ένα κομμάτι καταμεσής του μηρού του.

Σωκράτης Η ιδέα την οποίαν εκθέτεις, νέε μου, είναι αστεία και δεικνύει ότι τον φίλον σου Λυσίαν κρίνεις πολύ εσφαλμένως, εάν τον υποθέτης ότι είναι τόσον ψοφοδεής· επίσης ίσως νομίζεις ότι και ο περιπαίζων αυτόν πολιτικός επίστευεν εις όσα του απέδιδεν.

Του τετάρτου το όνομα δεν μνημονεύεται εν τω Τιμαίω· αλλά λέγεται ότι ούτος ασθενήσας δεν έλαβε μέρος εις τον διάλογον, αναπληρωθείς υπό των άλλων. Κατά τον νεοπλατωνικόν φιλόσοφον Πρόκλον, όστις συνέγραψε «Γλαφυρά υπομνήματα εις τον Τίμαιον», ο μεν Δερκυλλίδης επίστευεν ότι ο ανώνυμος ήτο αυτός ο Πλάτων, ο δε Αττικός έλεγεν ότι ήτο ξένος τις, φίλος του Τιμαίου.