United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν, ένεκα των υποψιών σας, αφήσετε την παρούσαν δύναμιν να απέλθη άπρακτος ή νικημένη, θα έλθη καιρός να επιθυμήσετε έστω και το πολλοστημόριον αυτής, ότε η παρουσία της θα σας είναι ανωφελής. 87. »Αλλ' όμως, ω Καμαριναίοι, δεν πρέπει μήτε σεις μήτε οι άλλοι σύμμαχοι να απατηθήτε υπό των συκοφαντιών των Συρακουσίων.

Βασιλοπούλαι ήσαν παντού· άλλο τίποτε! αλλά κάτι τον έδιδε πάντοτε την υποψίαν, ότι δεν ήσαν καθ' εαυτό και αληθιναί βασιλοπούλαι. Επέστρεψε λοιπόν εις του πατρός του άπρακτος και λυπημένος, διότι είχε μεγάλην επιθυμίαν να εύρη μίαν αληθινήν βασιλοπούλαν. Μίαν νύκτα ήτο τρικυμία φοβερά και τρομερά. Αστραπαί, βρονταί, βροχή, χάλαζα, χαλασμός κόσμου!

Μετ' ολίγα λεπτά, ότε ο Μανώλης κατήλθεν άπρακτος εκ της τελευταίας ανωτέρω περιγραφείσης επισκέψεώς του, ήκουσε θόρυβον, φωνάς και ταραχήν.

Η φοβερά πίεσις των πνευμόνων — η αποπνικτική οσμή της υγράς γης — η μεγάλη πίεσις της στενής διαμονήςτο σκότος της απολύτου νυκτός — η σιωπή οιονεί ομοία προς βυθιζομένην θάλασσαν — η άπρακτος αλλά ψηλαφητή παρουσία του επιτιθεμένου σκώληκοςόλα αυτά τα πράγματα, σχετιζόμενα με την ανάμνησιν του ελευθέρου αέρος και του χόρτου που βλαστάνει από επάνω μας, σχετιζόμενα και πάλιν με την ενθύμησιν των αγαπητών φίλων, που θα επετούσαν προς βοήθειάν μας εάν η τύχη μας ήτο γνωστή, σχετιζόμενα προς την συνείδησιν ότι την τύχην αυτήν δεν θα δυνηθούν να την γνωρίσουν και ότι η μόνη μας ελπίς είναι ο θάνατος, ο πραγματικός θάνατος αυτήν την φοράναι παρατηρήσεις αύται, λέγω, χύνουν εις την καρδίαν, η οποία αδιακόπως πάλλει, ένα τρόμον τόσον φρικώδη και ανυπόφορον, που ενώπιόν του η μάλλον ισχυρά φαντασία υποχωρεί.

Επηρεάζετο τότε από την πραείαν ψυχήν, από το μυστηριώδες Χερουβίμ. Τον είχε περιποιημένον και καλοενδεδυμένον τον μικροκαμωμένον άνδρα της. Τι μόνον ήθελε; Να της κουβαλή κλάρες ακαταπαύστως. Διά τούτο είχον και οι δύο εμπιστοσύνην αναμεταξύ των τουλάχιστον το επίστευεν η Μιλάχρω. Ούτως η Θεια-Σταματίτσα απήλθεν άπρακτος. — Πιστεύεις, παιδί μ'; είπεν εις τον ανεψιόν της τον Στεφανάκην.

Τότε εμάθομεν ότι ο στόλος, τον οποίον είδομεν την αυγήν πλέοντα προς την Σάμον, είχε διαμείνει δέκα ημέρας εις τα παράλια της Χίου, υπό τον ναύαρχον Τομπάζην, προς εξέγερσιν της νήσου, αλλ' ότι οι Τούρκοι, άμα ιδόντες τα Ελληνικά πλοία, συνέλαβον τον αρχιερέα και τους προκρίτους, τους οποίους εισέτι εκράτουν ως ομήρους εντός του φρουρίου, οι δε χωρικοί δεν εκινήθησαν, και απέπλευσεν άπρακτος ο στόλος.

Ακούσας δε ταύτα ο κήρυξ των Αθηναίων απήλθεν άπρακτος. Αμέσως δε οι Βοιωτοί εζήτησαν εκ του Μαλιακού κόλπου ακοντιστάς και σφενδονιστάς· είχαν δε φθάσει εις βοήθειάν των μετά την μάχην δισχίλιοι οπλίται εκ Κορίνθου, οι Πελοποννήσιοι φρουροί οι εξελθόντες εκ της Νισαίας και Μεγαρείς μετά των επικουριών τούτων εστράτευσαν κατά του Δηλίου και επρόσβαλαν το τείχισμα.

Να χαρής τον πατέρα σου, αγαπητέ μου μικρέ Ερμή, μη μ' αφήσης, αλλ' οδήγησέ με να δω πώς ζουν οι άνθρωποι, διά να μη γυρίσω άπρακτος• διότι εάν συ δεν με βοηθήσης δεν θα διαφέρω από τυφλόν• όπως εκείνοι δεν βλέπουν και σκοντάφτουν εις το σκότος, ούτω και εγώ δεν καλοβλέπω εις το φως. Έλα λοιπόν, Κυλλήνιε, και δεν θα λησμονήσω ποτέ αυτήν την χάριν.

το πλοίο τ' άλογά 'στρεψεν, εις τ' ακρογιάλι, και όλα 205 τα ωραία δώρα εσήκωσε και τα 'θέσετην πρύμνη, τα ενδύματα και τον χρυσόν, 'που του 'δωσεν ο Ατρείδης• κ' ευθύς τον εσυμβούλευσε με λόγια πτερωμένα• «Συ τώρ' αναίβα με σπουδή κ' ειπέ και των συντρόφων, πριν εγώ φθάσω σπίτι μου και όλα τα μάθη ο γέρος. 210 ότ' η καρδία μου και ο νους τούτο καλά γνωρίζουν• ως είναι αυτός αράθυμος, δεν θα σ' αφήση, θα 'λθη να σε καλέση, και άπρακτος, θαρρώ, δεν θα γυρίση. και, μ' όσα ειπής, ακράτητος θε να 'ναιτον θυμό του».

Ο Καραϊσκάκης ευρεθείς περικυκλωμένος από τοσαύτην δύναμιν και επιθυμών να μην επιστρέψη εις το στρατόπεδον άπρακτος, ενεθάρρυνε τους Έλληνας και παρακινών ονομαστί τους σημαντικωτέρους τους διορίζει να εφορμήσωσι κατά των εχθρών.