United States or Hong Kong ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά 'πε, και του απάντησα• «τούτα όλα θα σου κάμω, όσα μου λέγεις, άμοιρε, 'ς όλα θα δώσω τέλος». 80 Τέτοιαις ελέγαμε φρικταίς οι δυο μας ομιλίαις• εδώθ' εγώ το ξίφος μουτο αίμα επάνω εκράτουν, κείθε πολλά του φίλου μου το φάντασμα ωμιλούσε.

Άλλοι εξ αυτών έφερον σάκκους πλήρεις, άλλοι εκρατούσαν ως ράβδους υψηλά κοντάρια, κ' η τσέπες των αμπαδένιων επανωφορίων και περισκελίδων των, εφαίνοντο κάπως φουσκωμένες. Είχαν βγάλει από τα κοντάρια τους γάντζους και τα καμάκια, και τα έφερον εις της τσέπαις των, ίσως διά να μη δίδουν υποψίας. Δύο εκ τούτων εκράτουν ανά μίαν απόχην, και άλλοι εβάσταζον κουβαριασμένα χονδρά σχοινία, πισσωμένα.

Αι ακτίνες δύο μαύρων οφθαλμών τον εκράτουν εκεί, ως χρυσαί αλύσεις, δεσμευμένον και σκλάβον. Αντί να τραπή προς τα βουνά εξήλθε και επλανάτο εις τους δρόμους του χωριού σύννους και περίλυπος. Και τα βήματά του αυτομάτως τον έφεραν προ της οικίας του Θωμά, όπου πρώτην φοράν δεν είδε το φέσι, το οποίον τον έφερεν εις απελπισίαν.

Τότε εμάθομεν ότι ο στόλος, τον οποίον είδομεν την αυγήν πλέοντα προς την Σάμον, είχε διαμείνει δέκα ημέρας εις τα παράλια της Χίου, υπό τον ναύαρχον Τομπάζην, προς εξέγερσιν της νήσου, αλλ' ότι οι Τούρκοι, άμα ιδόντες τα Ελληνικά πλοία, συνέλαβον τον αρχιερέα και τους προκρίτους, τους οποίους εισέτι εκράτουν ως ομήρους εντός του φρουρίου, οι δε χωρικοί δεν εκινήθησαν, και απέπλευσεν άπρακτος ο στόλος.

Άλλοτε, πριν ευρεθώ μεταξύ υμών βεβαίως, θα την άρπαζα και θα την εκράτουν διά της βίας, αλλ' αι αρεταί σας, η διδασκαλία σας, αν και δεν την πρεσβεύω, ήλλαξαν κάτι εν τη ψυχή και δεν τολμώ πλέον να καταφύγω εις την βίαν.

Ο Νίκος ίστατο εις το πλευρόν μου, ο δε λύχνος τον οποίον εκράτουν τον εφώτιζε κατά πρόσωπον. Αφότου εφθάσαμεν, έμενεν εις την σκιάν πάντοτε. Τότε πρώτον έβλεπε τα χαρακτηριστικά του η Κυρία Σοφία. Η όψις της ηλλοιώθη άμα τον είδεν. Εφαίνετο ως εμβρόντητος. Η έκφρασίς της ήτο αληθής εικών τρόμου.

Και ο Μήτρος ήθελε σύντροφον εις την ερημίαν εκείνην και ανίαν της αέργου διημερεύσεως και η Σμάλτω το ίδιον. Αντί των χειρών και των ποδών, τα οποία εκράτουν εις κουραστικήν ακινησίαν, να φλυαρή τουλάχιστον η γλώσσα και να τέρπηται η ακοή.

Οι δε πρέσβεις, τους οποίους οι Συρακούσιοι είχαν στείλη εις τας πόλεις της Σικελίας μετά την άλωσιν του Πλημμυρίου, επιτυχόντες εις την αποστολήν των ητοιμάζοντο να φέρουν τας επικουρίας, τας οποίας είχαν συναθροίσει, ότε ο Νικίας, ειδοποιηθείς εγκαίρως, έπεμψε προς τους Σικελούς, τους Κεντόριπας δηλαδή, τους Αλικμαίους και άλλους, οι οποίοι εκράτουν την δίοδον και ήσαν σύμμαχοι του, παρακαλών αυτούς να μη επιτρέψουν εις τους εχθρούς να διέλθουν διά της χώρας των, αλλά συσσωματούμενοι ν' αντισταθούν εις αυτούς.

Οι Αθηναίοι εγέλασαν ολίγον διά την κουφότητα των λόγων τούτων, αλλ' οι φρόνιμοι εχάρησαν σκεφθέντες ότι εκ των δύο αγαθών ήθελον επιτύχει το έν ή θα απηλλάσσοντο του Κλέωνος, το οποίον ήτο πιθανώτερον, ή, εν εναντία περιπτώσει, θα εκράτουν τους Λακεδαιμονίους υπό την εξουσίαν των.

Και ησθάνθην σιδηράς τας κνήμας μου, και την ψυχήν μου χαλυβδίνην. Άνθρωποι εκράτουν εις τας χείρας των κλάδον δένδρου αγνώστου, ο είς δε έλεγεν εις τον άλλον: — Φύτευσε συ. — Όχι συ φύτευσε. Και ουδείς ετόλμα να φυτεύση. Λέγουν τότε όλοι προς εμέ, προσφέροντες έκαστος τον κλάδον του. — Καλώς ώρισες, ξένε. Ιδού κλάδος, φύτευσε συ. Ερωτώ το Φάσμα: — Τι σημαίνει η προσφορά των; Να φυτεύσω λοιπόν;