United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα με έκλεψαν, με κατέστρεψαν, η γυνή ήτις αντέγραψε τα μαθήματά μου έφυγεν αποκομίζουσα και τα χρήματα τα οποία μου είχαν μείνει. Είμαι δυστυχής, αυθέντα, και εις ποίον να καταφύγω ειμή εις σε, τον οποίον αγαπώ και λατρεύω και διά τον οποίον εκινδύνευσα την ζωήν μου! — Τι ήλθες να ζητήσης και τι φέρεις;

Και όμως ήμην είκοσι ετών και ενός νέος τότε ! Τώρα δε, καθ' ην στιγμήν γράφω τας αναμνήσεις ταύτας, απορώ, και εξανίσταμαι κατ' εμαυτού, πώς αντί να καταφύγω εκεί εις τον εξοχικόν πύργον μετά των γερόντων γονέων και των αδελφών μου, πώς δεν έδραμα να καταταχθώ υπό την σημαίαν του αγώνος, πώς δεν έλαβα κ' εγώ τα όπλα εις χείρας, και ας έπιπτα επί τέλους πολεμών.

Υπερασπίσθητι λοιπόν το ίδιον σου όνομα. Δεν έχω η δυστυχής βωμόν να καταφύγω άλλον παρά τα γόνατά σου. Ουδένα φίλον έχω εδώ περί εμέ. Όσον διά τον Αγαμέμνονα, ήκουσας την σκληράν απόφασίν του. Είμαι, ως βλέπεις, ασθενής γυνή εν μέσω ναυτικού στρατεύματος εξ ανδρών απειθαρχήτων, θρασέων μεν προς το κακόν, χρησίμων όμως εις το αγαθόν, αρκεί να το θελήσωσιν.

Και εγώ εσκέφθην κάτι τοιούτον πράγμα, και εφοβήθην μήπως όλως διόλου τυφλωθώ κατά την ψυχήν, κυττάζων με τα ομμάτιά μου τα πράγματα, και προσπαθών να τα εγγίσω με κάθε μίαν από τας αισθήσεις μου. Ενόμισα λοιπόν ότι πρέπει να καταφύγω εις τας λογικάς αποδείξεις και εις εκείνας να εξετάσω την αλήθειαν εκείνων, τα οποία πραγματικώς υπάρχουν.

Τι φταίω εγώ, για ό,τι έγεινεν; η μητέρα σου ηύρε τον πλούσιο γαμπρό, η μητέρα σου με παρακίνησεν, μ' εβίασε, μ' εφοβέρισε. Ω! αν ήξερες πόσο επολέμησα, πόσο αντιστάθηκα, πόσα δάκρυα έχυσα. Αλλά τι νάκανα. Όλοι οι δικοί μου με είχαν πολιορκήσει. Κατήντησε κι εις τον Ανδρέα να καταφύγω, να του 'πω πως δεν τον αγαπώ, για να σωθώ. Και ξέρεις τι μου είπεν: Εγώ σ' αγαπώ. Σ' εμένα αρέσεις.

Άλλοτε, πριν ευρεθώ μεταξύ υμών βεβαίως, θα την άρπαζα και θα την εκράτουν διά της βίας, αλλ' αι αρεταί σας, η διδασκαλία σας, αν και δεν την πρεσβεύω, ήλλαξαν κάτι εν τη ψυχή και δεν τολμώ πλέον να καταφύγω εις την βίαν.

Αλλά, και αν ακόμη καταφύγω εις το Άργος, θα έλθουν εις αυτάς τας κυκλωπείους Μυκήνας και κατασκάψαντες την πόλιν θα μας αρπάσωσιν όλους εκείθεν. Ιδού η εικών της συμφοράς μου. Ω, εις ποία φρικώδη δεινά οι θεοί μ’ εβύθισαν τον δυστυχή ! Προσπάθησον καν, Μενέλαε, διατρέχων το στρατόπεδον, να μη μάθη από τούδε η Κλυταιμνήστρα ό,τι μέλλει να συμβή μέχρις ου ο Άδης μου καταπίη την κόρην μου.