United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν τα έκρυψεν ο πατήρ σου διά να τα μεταχειρισθής συ όπως θέλεις. ― Το εσκέφθην πολύ πριν το αποφασίσω, αλλ' είμαι βέβαιος ότι δεν δυσαρεστώ του πατρός μου την ψυχήν μεταχειριζόμενος ούτω την κληρονομίαν του, και ότι από την μητέρα μου ευχάς μόνον και ευλογίας θ' ακούσω, όχι παράπονα.

Πολύ λαμπρά, φίλε Κλεινία, σχεδόν ως υπνοβάτην με προσέκρουσες και με εσταμάτησες, και μάλιστα μου ενθύμισες πράγματα, τα οποία και εγώ προηγουμένως τα εσκέφθην, ότι δηλαδή τα διάφορα νομοθετήματα ποτέ δεν έγιναν με ορθόν τρόπον, διά να εκφρασθώμεν ούτω πως.

Ο εξώστης είναι εισέτι στερεός υπό την κεφαλήν μου, αλλ' υπό τους πόδας μου τον αισθάνομαι κλονούμενον περισσότερον και ευκολώτερον. Εικάζω ότι ο πάσσαλος εσχίσθη οριζοντίως, αλλ' όχι καθ' όλον το μήκος του, και διά τούτο αντέχει εισέτι. Εσκέφθην όμως ότι, αν καταστραφή αυτός, ο εξώστης θα κρημνισθή και αν έτι διατηρήται στερεός ο άλλος πάσσαλος.

Μόλις εσκέφθην ούτω, αισθάνομαι αίφνης πληγάς και πόνους εις τα νώτα, και στρέφομαι περιδεής προς τα οπίσω. Τεραστία μεταμόρφωσις! Όλοι ήσαν άγγελοι, εφ' όσον ήσαν ενώπιόν μου· όπισθεν μου εγίνοντο όλοι διάβολοι και με εκτύπων εκ των νώτων. Το στήθος μου, Διδάσκαλε, ουδεμίαν πληγήν φέρει. Αλλ' ερώτησε την ράχιν μου και θα σου είπη το διατί.

Και ιδού λόγου χάριν τόρα εσκέφθην από τους λόγους σου, ότι εις τους στίχους που έλεγες προ ολίγου και εδείκνυες ότι ο Αχιλλεύς τους λέγει εις τον Οδυσσέα ως επιτήδειον, μου εφάνη παράλογον, αν είναι δυνατόν να λέγης συ την αλήθειαν, διότι ο μεν Οδυσσεύς πουθενά δεν φαίνεται να λέγη ψέμματα, ο πολυμήχανος τάχα, ενώ ο Αχιλλεύς αποδεικνύεται κάποιος πολυμήχανος συμφώνως με τους λόγους σου.

Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ο Λιάκος ανήσυχος. Τι έπαθες: — Τι έπαθα; Ό,τι ποτέ δεν επερίμενα! Εζήτησα τον Μητροφάνην να μου δώση την κόρην του και αντί να μου... — Εζήτησες την κόρην του! — Μάλιστα. Τι θαυμάζεις; — Δεν μου έλεγες χθες ότι ποτέ... — Αι, και τι με τούτο; Εσκέφθην την νύκτα και επείσθην ότι πρέπει να νυμφευθώ και ούτε θα εύρω ποτέ καλλιτέραν γυναίκα.

Ευρεθείς εις τοιαύτην απορίαν απηλπίσθην ότι θα μου ήτο δυνατόν επί της γης ν' ακούσω τίποτε αληθές περί των ζητημάτων τούτων και τότε εσκέφθην ότι διά μιας θα εύρισκα την λύσιν όλων των αποριών μου, εάν υπήρχε τρόπος ν'αποκτήσω πτερά και ν' ανέβω εις τον ουρανόν.

Εσκέφθην και απεφάσισα. Το σχέδιόν μου ήτο έτοιμον. Εβάδιζα προς εκτέλεσίν του και ο Θεός βοηθός ! Το σκότος ήτο βαθύ, αλλά τα πάντα μου ήσαν γνωστά εκεί, ώστε ηδυνάμην με κλειστούς τους οφθαλμούς να εύρω τον δρόμον. Ότε έφθασα εις την άκραν του περιβόλου επήδησα τον τοίχον, όστις ήτο εκεί χαμηλότερος, και ευρέθην εντός του κήπου.

Έθεσα την επιστολήν εις το χαρτοφυλάκιόν μου και ούτε εσκέφθην πλέον τι περί του Κυρίου Μελέτη ή περί της θυγατρός του, μέχρι της ημέρας καθ' ην επεβιβάσθημεν εις το ατμόπλοιον, το οποίον μας έφερεν εις την νήσον του. Ο ήλιος είχε δύσει, ότε προσωρμίσθη το ατμόπλοιον εν τω μέσω κόλπου ημικυκλικού.

Σου λέγω, Καίσαρ, ότι τον είδα με τα μάτια μου. — Πού άρα γε ευρίσκεται ο εξαίρετος ούτος άνθρωπος; — Δεν ηξεύρω, Καίσαρ· τον έχασα. — Αγνοείς και ποίας εθνικότητος είναι; — Είχα τον βραχίονα σπασμένον και δεν εσκέφθην να τον ερωτήσω. — Ζήτησέ μου τον. — Θα φροντίσω εγώ περί αυτού, είπεν ο Τιγγελίνος.