Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Εροφήσαμεν εν βία ανά δύο ποτήρια τεΐου, εγώ έδοσα τας τελευταίας διαταγάς εις τον υπηρέτην μου, ζωσμένοι δε και γαντωμένοι και οι δύο, εξήλθομεν και ετοποθετήθημεν εντός του ελκήθρου, στηρίζοντες τα νώτα επί προσκεφαλαίων.

Ότε έφθασεν εις την θύραν, εστάθη. Ο ιερεύς έλεγέ τι ταπεινή τη φωνή. Μόλις ηδύνατο ν' ακούση ο γέρων. Έκυψε την κεφαλήν εντός της καλύβης. Του λεπρού η κεφαλή δεν εφαίνετο. Την απέκρυπτον τα νώτα του ιερέως, όστις γονατιστός επί του εδάφους κλίνων τον αυχένα προς τον λεπρόν, προσηύχετο.

Μετά την συνήθη δέησιν, ο πρωτόσχολος διέταξεν εκ νέου εις &προσοχήν&! Το παιδία παρετάχθησαν με τα νώτα προς τον τοίχον, κατά μήκος των τεσσάρων τοίχων του σχολείου. Ο διδάσκαλος, με τας χείρας οπίσω, κρατών την βέργαν του, ήρχισε την επιθεώρησιν. Τα παιδία, άνιπτα τα πλείστα, όπως ήσαν συνειθισμένα, έπτυον εις τας παλάμας των, ύγραινον κ' έτριβον τας χείρας με τον σίελον διά να φανώσι νιμμένα.

Η θέα της ασθενούς είλκυσε την προσοχήν του. Την έβλεπεν επί ώραν σιωπών. Η ευτραπελία του διεκόπη. — Τι πάσχει άρά γε; ηρώτησα. — Δεν την βλέπεις; Φθισική η δυστυχής! Και εγερθείς επλησίασε και απέτεινε τον λόγον προς τον γέροντα, μετ' ολίγον δε λαβών σκαμνίον εκάθισεν εκεί και μου απέκρυψε με τα ευρέα νώτα του την κεφαλήν της πασχούσης. Φθισική! Εγνώριζα τι σημαίνει φθίσις.

Η Ηρωδιάς εξηπλώθη επ' αυτών και έκλαιεν έχουσα εστραμμένα τα νώτα. Έπειτα έφερε την χείρα της επί των βλεφάρων, είπεν ότι δεν ήθελε πλέον να σκέπτεται το παρελθόν, και ότι ήτο ευτυχισμένη.

Καθ' ην στιγμήν ανήφθη επί μίαν στιγμήν η δας, η κόρη είχεν ιδεί ακαριαίως το πρόσωπον του Τρέκλα φωτισθέν, και πάλιν το σκότος επανήλθεν. Όσον διά τον Σκούνταν, ούτος είχεν εστραμμένα προς αυτήν τα νώτα, αλλ' όμως και πάλιν τον είδεν εκ πλαγίου, και τη εφάνη ότι δεν ήτο ο Μάχτος.

Δεν μας φθάνει! . . . είπαν δύο, οι οποίοι εκάθηντο εις τα νώτα του καπνόν φυσώντος Δράκοντος, «δύο καρδίαι, είς παλμός» καθώς λέγουν. Ήσαν ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα. Και ο μυλωθρός ακόμη ήτο εκεί. — 'Σαν αποσκευή! . . . έλεγεν αυτός. «Είμαι εδώ ως το αναγκαίον προσάρτημα». — Εκεί κάθονται οι δύο! είπεν η Νεράιδα του Πάγου.

Χείρες κεραυνοφόροι, Μόνον νώτα υποφέροντα Τας πληγάς· αν το δίκρανον Του Παρνασσού λιγύφθογγον Σπήλαιον εσίγα. Διά παντός μοιράσατε Θείαι παρθένοι την δίκην· Διά παντός χαρίσατε Των ανθρώπων αισθήσεις Υψηλονόους. Αφρίζουν τα ποτήρια Της αδικίας, δυνάσται Πολλοί και διψασμένοι Ιδού τ' αδράχνουν· γέμουσι Μέθης και φόνου.

Έστρεψα την κεφαλήν και είδα τέσσαρας μικρούς χωρικούς στηλόνοντας επ' εμού περίεργα βλέμματα, αλλ' άμα οι οφθαλμοί μας απηντήθησαν, έφυγον δρομαίως όπισθεν του πατητηρίου. Μετ' ολίγα λεπτά νέος ορμαθός παιδίων παρουσιάζεται όπισθέν μου. Με το δάκτυλον εις το στόμα με παρετήρησαν έκθαμβα επί τινας στιγμάς, και στρέψαντα τα νώτα απεμακρύνθησαν τρέχοντα. Κατόπιν αυτών ήλθον άλλα.

Υψηλός, με γυμνάς τας κνήμας, αισθανόμενος φρικιάσεις παγεράς εις τα νώτα του, με το πρόσωπον ήσυχον, πράον, επίμηκες, από βράχου εις βράχον, επανήρχετο προφυλακτικώς, αποφεύγων τους νυγμούς των αιχμηρών, ακανθωτών σκοπέλων. Πρώτην φοράν απέβαινεν επί της ξηρονήσου ταύτης, ης η περιφέρεια ήτο ελαχίστη.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν