United States or Papua New Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά διά να τους δείξη ότι δεν ήτο απλώς Ναζαρηνός, αλλ' ανήκεν εις όλον τον κόσμον, τους υπέμνησεν ότι ο Ηλίας είχε βοηθήσει μόνον την χήραν την εις Σάρεφθα της Σιδωνέας, και ο Ελισαίος εθεράπευσε μόνον τον λεπρόν τον Σύρον.

Ο γέρων ανεχώρησεν εσπευσμένως προς εύρεσιν κτήματος, ως ονομάζουν ευφήμως τα κτήνη των οι νησιώται. — Ιδέ, έλεγεν ο ιερεύς προς την σύζυγόν του, ενώ ένιπτε τας χείρας και το πρόσωπον εις τον νεροχύτην. Ιδέ, ο Γεροθανάσης είδε τον λεπρόν και τον εβοήθησεν, έρχεται πεζός απ' εκεί, και είναι πρόθυμος να κάμη πάλιν τον δρόμον μαζή μου. Διατί; Χάριν φιλανθρωπίας.

Η άμιλλα αύτη όπως παριστάνεται ο Χριστός όσον το δυνατόν δυσειδέστερος, προέβη μάλιστα και περαιτέρω. Τον εφαντάσθησαν και λεπρόν ακόμη, αυτόν τον τόσους θεραπεύσαντα λεπρούς.

Η αδιαφορία με την οποίαν ο γέρων ωμίλει περί της αγωνίας του θανάτου, η προθυμία του να επανέλθη προς τον ψυχορραγούντα λεπρόν, επηύξανον την ενδόμυχον του ιερέως εντροπήν διά την ατολμίαν του. — Διατί ήλθες μαζή μου, ηρώτησε μετά τινα σιωπήν. Διά να με συντροφεύσης; — Και διά τούτο. Αλλ' όχι τόσον διά τούτο, όσον διά να τον παρασταθώ εις τα τέλη του.

Τι σου ήλθε να κάμης τόσον δρόμον πεζή, παππαδιά; — Ενόμιζα ότι θα σας απαντήσω εις τα μισά του δρόμου και ολίγ' ολίγον ήλθα έως εδώ. Πού είνε ο παππάς; — Μέσα, με τον λεπρόν. — Ζη ή απέθανε; — Ό,τι και αν σου 'πώ, σε γελώ. — Δεν πηγαίνεις να ιδής; — Μου το έχει εμποδισμένον ο παππάς. Η παππαδιά εσιώπησεν επ' ολίγον και έπειτα επανέλαβε μετά τινος ανησυχίας: — Θα νυκτωθήτε εδώ. — Δεν πειράζει.

Ότε έφθασεν εις την θύραν, εστάθη. Ο ιερεύς έλεγέ τι ταπεινή τη φωνή. Μόλις ηδύνατο ν' ακούση ο γέρων. Έκυψε την κεφαλήν εντός της καλύβης. Του λεπρού η κεφαλή δεν εφαίνετο. Την απέκρυπτον τα νώτα του ιερέως, όστις γονατιστός επί του εδάφους κλίνων τον αυχένα προς τον λεπρόν, προσηύχετο.

Καθ' όμοιον τρόπον ήψατο και της αμαρτωλού ανθρωπίνης φύσεως, και εκοινώνησεν αυτής, και όμως έμεινεν άνευ κηλίδος ή αμαρτίας. Εν τω βάθει και τω αυθορμήτω της ανθρωπίνης συγκινήσεώς Του ο Κύριος έθιξε τον λεπρόν και κατέστησεν αυτόν υγιή.

Αλλ' η επιθυμία του ήτο νυν να τηρήση τον Μωσαϊκόν νόμον εν πλήρει υπακοή· και άμα προς απόδειξιν του θαύματος, και εκ προνοίας χάριν του πάσχοντος, και συμφώνως με την Λευιτικήν διάταξιν, εκέλευσε τον λεπρόν και υπάγη και δείξη τον εαυτόν του εις τον ιερέα, «εις μαρτύριον αυτοίς», να κάμη τας συνήθεις προσφοράς, και να λάβη το νόμιμον πιστοποιητικόν ότι εκαθαρίσθη.

Και ανελογίσθη διά μιας τους φόβους του συζύγου της, — την φρίκην του ν' αρχίση από τον λεπρόν την εξάσκησιν των δυσχερών καθηκόντων του, — και την απόστασιν έως εις το άλλο άκρον της νήσου, όπου ο δυστυχής εκείνος διήρχετο τον έρημον βίον, — και τον πολύν καύσωνα της θερινής εκείνης ημέρας. — Ετελείωσαν, μου φαίνεται, τα ψωμιά του, υπέλαβεν ο χωρικός.

Όταν ο Δαυίδ, ο τύπος των αληθώς μετανοούντων, έκραζε μετά μεγάλης συντριβής, «Ήμαρτον εναντίον Κυρίου», ο Νάθαν ηδυνήθη να διαβιβάση εν ακαρεί εις αυτόν την παρά του Θεού άφεσιν: «Κύριος αφείλε την αμαρτίαν σου· ου μη αποθάνης». Πάραυτα εκτείνας την χείρα, ο Κύριος έψαυσε το λεπρόν, και ούτος εκαθαρίσθη.