United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το πτώμα, είπα, ανεκινήθη εκ νέου· το ερύθημα ανήρχετο επί του προσώπου μετά παραδόξου ενεργείας, τα μέλη εχαλαρούντο και, μολονότι τα πάντοτε κλειστά βλέφαρα και αι νεκρικαί ταινίαι παρίστων την Ροβέναν ως νεκράν, εφανταζόμην ότι η σύζυγός μου είχεν ήδη εντελώς αναβιώσει, Αλλ' ό,τι απλώς είχα φαντασθή είδα αυτό μετ' ου πολύ πραγματοποιούμενον, ότε η Ροβένα τυλιγμένη διά του σαβάνου ηγέρθη και, ταλαντευομένη, με βήμα ασθενές και τους οφθαλμούς κλειστούς, ως άνθρωπος διατελών εν ονείρω, προέβη μετά θάρρους εν τω μέσω του θαλάμου.

Το ζώο δεν εφαίνετο πρόθυμον εις εκδρομήν εντός του καύσωνος. Ο ιερεύς προέβη εις προϋπάντησίν του, το εθώπευσεν, ανέβη εις την ράχιν του, αφού εναπέθεσεν ασφαλώς το δέμα εντός του κόλπου του, και ήρχισεν η πορεία. Ο γέρων χωρικός παρηκολούθει πεζός. Πλειότεραι θύραι ήσαν ήδη ανοικταί, οι δε ευσεβείς χωρικοί, γνωρίζοντες τι έφερεν εντός του κόλπου ο ιερεύς, εσταυροκοπούντο, ενώ διήρχετο.

Ο αυτοκράτωρ επελήφθη του μεγάλου έργου της συστηματοποιήσεως ολοκλήρου του μέχρις αυτού αναπτυχθέντος Ρωμαϊκού δικαίου και προέβη εις το έργον μεθοδικώς. Και πρώτον ανέθεσε εις δεκαμελή επιτροπείαν νομοδιδασκάλων την κωδικοποίησιν των από του Αδριανού εκδοθεισών αυτοκρατορικών διατάξεων.

Αλλά τότε ο Μάχτος τω απήντησεν: «Ας κοιμηθή καλλίτερα! Πόσον θα υπέφερεν η δυστυχής! » Εν τούτοις ο Θευδάς έμεινε, στηριχθείς όρθιος επί της παραστάδος της θύρας. Ο Μάχτος αδιαφορών αν ήτο αυτός παρών, προέβη προς το μέρος όπου έκειτο η Αϊμά, και εγονυπέτησε πλησίον αυτής. Έλαβε την χείρα αυτής κοιμωμένης και την ησπάσθη μετά σεβασμού.

Προέβη δε να ενισχύση αυτούς εναντίον των αφεύκτων δοκιμασιών του αποστολικού έργου των. Η διδασκαλία της ειρήνης έμελλε να μεταβληθή διά των μοχθηρών παθών των ανθρώπων εις πολεμικήν κραυγήν μανίας και μίσους, και δυνατόν ν' απηλαύνοντο και να έφευγον από προσώπου των εχθρών των από πόλεως εις πόλιν.

Πέντε ημέρας προ του θανάτου του προέβη εις παράφορον απόπειραν αυτοκτονίας, και διέταξε την αποκεφάλισιν του πρεσβυτέρου υιού του Αντιπάτρου.

Πάει! εφώναξε μισολιπόθυμος η γραία μήτηρ, ξηρά και μονοκόκκαλη ως λύκαινα. — Μη διακόπτετε το Μυστήριον! εκραύγασε και ο Παπά-Νικόλας με την γνωστήν του αυστηρότητα, και προέβη εις το τέλος. Εδαιμονίσθη η γραία μήτηρ. Ποίος ήνοιξε το παράθυρον; — Μια γυναίκα! — Ποια γυναίκα! Αόρατος, σατανική φαντασία. Η γραία εμετρούσε τους καλεσμένους. — Ποιος εμβήκεν! Διετάρασσεν η μήτηρ όλον το Μυστήριον.

Ο Θευδάς προέβη δύο ή τρία βήματα προς το νεανικόν εκείνο σύμπλεγμα. «Πάμε να βρούμε τον κύριόν μουείπε προς τον Μάχτον. «Και πού είνε ο κύριός σου;», ηρώτησεν ο Μάχτος. «Δεν ειξεύρω», απήντησεν ο Θευδάς. «Τότε πού θέλεις να τον βρούμεΚαι αποστραφείς εξηκολούθησε να θεωρή την κόρην υπνώττουσαν.

Τότε η Χαδούλα εστάθη, κ' εφώναξε μακρόθεν προς τον Γιάννην τον Λυρίγκον·Φεύγω! . . . Πάω να . . . Ο Γιάννης ο Λυρίγκος είχε τρέξει ακόμη ολίγα βήματα, κ' ήλθε πλησιέστερα προς την Φραγκογιαννού. Τότε κι' αυτή, αποφασιστικώς, προέβη δύο ή τρία βήματα πλησιέστερα προς εκείνον. Η Φραγκογιαννού επεκαλέσθη εις βοήθειαν όλην την ετοιμότητά της. Ηυτοσχεδίασε.

Αλλά μόλις προέβη δύο τρία βήματα, και εξέπεμψε σπαρακτικήν κραυγήν. Ησθάνθη εις τας αγκάλας του κατάψυχρον το σώμα της μικράς κόρης. Τότε δεν εδίστασε πλέον. Οι ιππείς δεν ήσαν παραπολύ μακράν, και ηδύναντο εισέτι να τον ακούσωσιν. Έκραξε με όλην την δύναμιν του στήθους. — Κύριοι! Ιππείς! βοήθειαν! Οι ιππείς εστάθησαν ευθύς. Ήσαν επτά ή οκτώ τον αριθμόν.