United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έβοσκε γοητευμένος, εφ' όσον εφώτιζε την γοητείαν του το έλαιον του λύχνου, εις τας μαγικάς πρασιάς των Τ ρ ι ώ ν Σ ω μ α τ ο φ υ λ ά κ ω ν, των Ε π τ ά θ α ν α σ ί μ ω ν α μ α ρ τ η μ ά τ ω ν και της Μ α λ β ί ν α ς, και ότε τέλος η περισσότερον αυτού νυστάζουσα θρυαλλίς ήρχιζε να αναδίδη καπνόν μάλλον ή φως, έκλειεν εκείνος τους οφθαλμούς και εξηκολούθει εν ονείρω την φανταστικήν του βοσκήν, ουδεμίαν έχων μέριμναν ή φροντίδα περί της αύριον, δυναμένην να ταράξη των ύπνων του την μακαριότητα.

Εις τας ώρας εκείνας του μυστηρίου και της σιγής, όταν η αύρα η εσπερινή είχεν αποκάμει να πνέη και άνεμος όρθριος δεν εφύσα, και ήτο ζέστη φθινοπωρινή, διώκτρια του ύπνουκαι τα άστρα, ως μαγευμένα, τρέμοντα έφεγγον εκεί επάνω εις το άπειροντότε ηκούσθη θρους, κρότος μαλακός, επαισθητός εις τα ώτα της Σοφίας. Ηκούσθησαν αόριστοι ψιθυρισμοί, αμυδροί ήχοι, ως ομιλίαι ανθρώπων εν ονείρω.

Παράδοξος τότε οπτασία, όνειρον εν ονείρω, εθάμβωσε την ημετέραν ηρωίδα.

Εις τας ώρας της μοναξίας της νυκτός εκείνης, των ασυναρτήτων προσευχών και των ακουσίων βλασφημιών, έπλεον ως εν ονείρω εις άλλον κόσμον. Ήκουον ήχους, ψιθύρους και φωνάς.

Αλλ' ως ο Όφμαν, ο Αρνίμ, ο Εδγάρδος Πόου και οι άλλοι έξοχοι μαγγανευταί, ούτω και ο Λευκάδιος ποιητής κατορθόνει να προδιαθέση ημάς ούτως, ώστε τα ινδάλματα ταύτα δεν κρίνομεν δι' οφθαλμών εγρηγορότος, αλλά βλέπομεν αυτά ως εν ονείρω. Απίθανα δε ονείρατα δεν υπάρχουσιν, εν όσω ευρίσκεταί τις υπό το κράτος αυτών, αλλά μόνον αφού εξυπνήση.

Μου εφαίνετο ότι αι αναμνήσεις και αι εικόνες, αι πολιορκούσαι τον νουν μου, ελάμβανον μορφήν και σώμα, εβόμβουν περί τα ώτα μου ως σμήνος απειράριθμον πτερωτών ψυχών, προσέβλεπον την εικόνα της Αγίας, και μου εφαίνετο τόσον ωραία, όσον εφάνη εν ονείρω εις την εξαδέλφην Μαχούλαν. Είτα μία άλλη μορφή μου εφάνη ότι εστάθη έμπροσθεν της εικόνος, και την απέκρυψε.

Έκπληκτοι πάντοτε, ενεοί και ως εν ονείρω, αναβαίνουσι την οδόν Πειραιώς, φράσσοντες τα ώτα των προς τους συμμιγείς μουσικούς θορύβους του ωδείου, και φθάνουσιν εις την Πλατείαν της Ομονοίας, ήτις, δεν ενθυμούνται καλώς, αλλά νομίζουσιν ότι είχεν άλλο ποτέ όνομα.

»Όταν ανακτήσης την Λίγειαν, γράψε μου το: Είδα εν ονείρω την Λίγειαν επί των γονάτων σου, επιζητούσαν τους ασπασμούς σου. Κατόρθωσον όπως τούτο αποδειχθή πραγματικόν όνειρον. Είθε να μη υπάρχουν νέφη εις τον ουρανόν σου, και αν υπάρχουν, ας έχουν τα χρώμα και το άρωμα των ρόδων

Αληθείς σύγχρονοι του ερημίτου της Μαδουρής ήσαν υπ' αυτού ανασκαφέντες αρματωλοί και κλέφται μεθ' ων συνέζη εν διηνεκεί ονείρω. Προς δε τους σήμερον ανθρώπους ουδέποτε ήλθεν η Μούσα του εις επαφήν, αλλ' άπαξ μόνον η πυγμή του.

Αλλ' ηπατήθην· εγενόμην αδελφοκτόνος άνευ ανάγκης, και ουχ ήττον εστερήθην την βασιλείαν· διότι τον Σμέρδιν τον μάγον μοι προεδείκνυεν ο θεός εν τω ονείρω εκείνω ως προωρισμένον να επαναστατήση κατ' εμού. Ιδέτε λοιπόν τι έπραξα και σκεφθήτε ότι όχι ο Σμέρδις του Κύρου, αλλά δύο μάγοι αρπάζουσι την βασιλείαν, εκείνος τον οποίον αφήκα επίτροπον εις τα βασίλεια και ο αδελφός του Σμέρδις.