Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Επετάχθη αμέσως, βιαιότερος τώρα ο καπετάν-Φώκας, ως να τον ώθησε κανείς, και ανήλθεν επάνω εις το κατάστρωμα. Μαύρη νυξ εκάλυπτε τον λιμένα της ερημίας εκείνης, ηρεμούντα, οπού φώτα αμυδρά εδώ κ' εκεί έφεγγον, τα φώτα των καταφυγόντων εν αυτώ πλοίων.
Καλώς τα δεχθήκατε! και μετ' ολίγον προσθέτει γελών: — Τα φαντάσματα! Κ έδειξε το μέγαρον, του οποίου έφεγγον πάντοτε λαμπρώς τα κρημνισμένα παράθυρα. Η γραία εντροπιασμένη, φοβισμένη δι' όσα έβλεπε και δι' όσα ήκουσε, χωρίς ν' απαντήση εις τον ποιμένα, καλόν ή κακόν λόγον, εισήρχετο, εν ώ ο γέρω-Μπαρέκος εμποδίζει αυτήν, προσθέτων: — Τα φαντάσματα!
Με την ανατολήν του ηλίου είχεν απολύσει πλέον η θεία Μυσταγωγία. Άρωμα μυστικόν, η ευωδία της τελεσθείσης ιερουργίας, επλήρου τον ναΐσκον. Λείψανα λαμπάδων και κηρίων έφεγγον ακόμη επί των ξυλίνων μανουαλίων.
Ο ναΐσκος ούτος είχε την στέγην του· το θυσιαστήριον, εισέχον έγκιστον εις τον τοίχον, και η Πρόθεσις, εκαλύπτοντο από δύο σπιθαμάς χώματος και λίθων, πεσόντων από του ύψους της χιβάδος, το εικονοστάσιον ήτο ορθόν ακόμη, αλλ' αι θυρίδες του έχασκον έρημοι εικόνων, και τα δύο παράθυρα του βορείου και του νοτίου τοίχου έφεγγον και αυτά άφρακτα, και ο άνεμος εβόιζεν εισπνέων δι' αυτών και εκπνέων.
Εις τας ώρας εκείνας του μυστηρίου και της σιγής, όταν η αύρα η εσπερινή είχεν αποκάμει να πνέη και άνεμος όρθριος δεν εφύσα, και ήτο ζέστη φθινοπωρινή, διώκτρια του ύπνου — και τα άστρα, ως μαγευμένα, τρέμοντα έφεγγον εκεί επάνω εις το άπειρον — τότε ηκούσθη θρους, κρότος μαλακός, επαισθητός εις τα ώτα της Σοφίας. Ηκούσθησαν αόριστοι ψιθυρισμοί, αμυδροί ήχοι, ως ομιλίαι ανθρώπων εν ονείρω.
Τη επαύριον, τη εσπέρα των Χριστουγέννων, ασυνήθης φωτισμός έλαμπεν επιδεικτικώς είς τινα πενιχράν οικίαν εν τη εσχατιά του χωρίου· τα μικρά παράθυρα τοσούτον δαψιλώς έφεγγον, ώστε πυκναί δέσμαι φωτεινών ακτίνων προσέπιπτον και εις τον έξω σκοτεινόν δρομίσκον, φωτίζουσαι τούτον εις ικανήν απόστασιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν