United States or Kiribati ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευρέθησάν τινες διά να υπάγουν να κράξουν τον πλοίαρχόν του, του οποίου η οικία ευρίσκετο ένα δρομίσκον παραμέσα από την προκυμαίαν αλλ' ήτο αργά πλέον. Απόπειρα είχε γίνει, με μίαν μεγάλην σκαμπαβίαν με έξ κωπία, να πλεύσωσι προς το νότιον μέρος, εις το στόμιον του λιμένος, με τον λυσσώντα άνεμον τον πνέοντα από της ξηράς, αλλά δεν ημπόρεσαν να «μπουτάρουν», ήτοι να κατευθυνθώσι προς τα εκεί.

Τα χρώματα ταύτης ελήφθησαν ως συνήθως από τα αμέσως προ των οφθαλμών Του αντικείμενα· τους εσπαρμένους αγρούς της Γεννησαρέτ, τους αυξομένους αστάχυς, τον πεπατημένον δρομίσκον όστις διήρχετο δι' αυτών· τα αναρίθμητα πετεινά του ουρανού τα οποία περιίπτανται επ' αυτών, κτλ.

Έτρεξε τον δρομίσκον τον ανωφερή, εις την αστροφεγγιάν, ανάμεσα εις τους βράχους, και μετά ημίσειαν ώραν έφθασεν ασθμαίνουσα εις τον οικίσκον του Λυρίγκου. Εστάθη διά να λάβη αναπνοήν, είτα έκρουσε την θύραν. Περί ενός μόνου ήτο βεβαία, ότι οι δύο «ταχτικοί» ευρίσκοντο παντού αλλού, αλλ' όχι εις αυτό το καλύβι, όπου υπήρχε γυνή λεχώ με την συντροφίαν της μητρός της.

Τη επαύριον, τη εσπέρα των Χριστουγέννων, ασυνήθης φωτισμός έλαμπεν επιδεικτικώς είς τινα πενιχράν οικίαν εν τη εσχατιά του χωρίου· τα μικρά παράθυρα τοσούτον δαψιλώς έφεγγον, ώστε πυκναί δέσμαι φωτεινών ακτίνων προσέπιπτον και εις τον έξω σκοτεινόν δρομίσκον, φωτίζουσαι τούτον εις ικανήν απόστασιν.

Ο Απόστολος, η γραία και ο νεανίσκος επορεύθησαν κατά μήκος του ποταμού, ενώ ο μικρόσωμος γέρων, ο Ούρσος και η Λίγεια εισήρχοντο εις στενόν δρομίσκον, εισήρχοντο εις το προαύλιον οικίας, της οποίας το ισόγειον κατείχετο από τα καταστήματα ενός ελαιοπώλου και ενός ορνιθοπώλου.

Όσον αφορά το «στερφοβότανο», ο πνευματικός της είχεν ειπεί προ χρόνων ότι είναι μεγάλη αμαρτία. Πριν φθάση εις την θύραν του κήπου, καθώς κατήρχετο τον δρομίσκον της κλιτύος, είδεν ότι ο Γιάννης ο Περιβολάς δεν ευρίσκετο εντός του κήπου, αλλ' ήτο την στιγμήν εκείνην εις τον γειτονικόν αγρόν, τον οποίον είχε φαίνεται ενοικιάσει ως κολλήγας από τον γείτονα.

Κατάντικρυ του κιβωτίου ήτο η θύρα της οικίας, εκατέρωθεν δε αυτής δύο παράθυρα, των οποίων τα φύλλα ήσαν κλειστά. Η θύρα εχωρίζετο οριζοντίως εις δύο φύλλα, εκ των οποίων το μεν κάτω ήτο κλειστόν, το δε άνω ανοικτόν προς τον στενόν έξω δρομίσκον, και εισήρχετο δι' αυτού εντός του δωματίου το άφθονον φως του μεσημβρινού ηλίου.

Ο Αγάλλος εύρε πρόφασιν, και απεμακρύνθη δεκαπέντε βήματα από την συντροφιάν του, έφθασε δε εις πυκνήν λόχμην, δίπλα εις μικρόν ρυάκιον, το οποίον έσκαζεν επί του όχθου, εις τους πόδας του βράχου, κ' εκεί εκάθισεν εν ρεμβασμώ, τάχα διά να εύρη δροσιάν και πρόσκαιρον μοναξίαν. Η γρηά Μανιά, όπου ήξευρε καλώς τα μονοπάτια, επήγεν από άλλον δρομίσκον και τον εντάμωσε.

Ούτε τι έπαθε ηδύνατο να συλλογισθή ούτε πού κατηυθύνετο. Άλλο τι δεν διέκρινε πέριξ ειμή τον λευκάζοντα προ των ποδών του στενόν δρομίσκον.

Μόλις επροχώρησεν ολίγα βήματα, και εις τους τελευταίους σποραδικούς οικίσκους της πολίχνης, επάνω στους βράχους, καθώς εκατηφόριζε να φθάση στον αιγιαλόν, βλέπει τον Κυριάκον, τον κλήτορα της αστυνομίας, με το φέσι του με την κοντήν φούνταν, ή «γαλίπαν», όπως την έλεγαν, με τον καστανόν του στρημμένον μύστακα, και κρατούντα εις την χείρα το κοντόν ρόπαλόν του, πέριξ του οποίου εφαίνετο σκυταλοειδώς η επιγραφή «Ισχύς του Νόμου». Ούτος συνοδευόμενος από ένα γέροντα απόμαχον, με στρατιωτικήν στολήν, ήρχετο από ένα πλάγιον δρομίσκον, διευρυνόμενος εις τον αιγιαλόν, όπου κατήρχετο και η Φραγκογιαννού, και μετά μικρόν εξ άπαντος θα την έφθανον, ή θα της έπαιρνον τα νώτα.