United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν εδίστασεν επί πλέον. Ανήγειρε την μικράν κόρην, ετύλιξεν αυτήν με το ένδυμά του, και λαβών την πέτραν και την ράβδον του, ήρχισε να βαδίζη. Καθ' ην στιγμήν διήρχετο υπό την πλάτανον, την εγγυτέραν προς τον βράχον όθεν έπιπτεν ο καταρράκτης, είδε, βοηθεία ακτίνος τινος της σελήνης, στίλβον τι πράγμα κείμενον κατά γης. Έκυψε και το έλαβε.

Αυτός ήτο ο πρώτος όστις διήρχετο προ της οικίας του Μπάρμπα- Σταύρου σχηματίζων επί της ηπλωμένης χιόνος μετά κόπου τα πρώτα ίχνη του ντορού , άτινα κατόπιν του έχαινον βαθέα, ως χωθέντα και απομείναντα εκεί κενά υποδήματος.

Πράγματι δε ο Σαϊτονικολής, δείξας εις τον υιόν του ένα εκ των γερόντων εκείνων, όστις διήρχετο στηριζόμενος επί βακτηρίας, του εψιθύρισε με φωνήν σοβαράν, εις την οποίαν επάλλετο η εκδίκησις: — Θωρείς πώς ήσανε ντυμένοι στα μαύρα οι Χριστιανοί τον καιρό της γιανιτσαριάς, για να μη τση σκοτώνουν οι Τούρκοι;

Και ανελογίσθη διά μιας τους φόβους του συζύγου της, — την φρίκην του ν' αρχίση από τον λεπρόν την εξάσκησιν των δυσχερών καθηκόντων του, — και την απόστασιν έως εις το άλλο άκρον της νήσου, όπου ο δυστυχής εκείνος διήρχετο τον έρημον βίον, — και τον πολύν καύσωνα της θερινής εκείνης ημέρας. — Ετελείωσαν, μου φαίνεται, τα ψωμιά του, υπέλαβεν ο χωρικός.

Ενώ δε διήρχετο υπό το παράθυρον, τον ήκουσε να λέγη προς την Πηγήν. — Άνε σε πιάσω και σέν' απού την πλεξούδα! ... Ο ημίονος του Σαϊτονικολή ήτο τυχερός, διότι είχε λήξει η συνεργασία του με τον Μανώλην, άλλως την ημέραν εκείνην θα διήρχετο τας πλέον δυσαρέστους στιγμάς της ζωής του.

Ο οίκος του Αγγέλου ήτο πάντοτε ανοικτός διά τον παλαιόν φίλον, όστις, της σχολής του τας ώρας διήρχετο εκεί, ομολογών απροκαλύπτως ότι ουδαμού αλλού ησθάνετο τόσην ευτυχίαν. Οι δύο άνδρες συνεδέθησαν στενώς πάλιν και η Αρσινόη δεν είχεν αφορμήν ν' ανησυχήση.

Αλλ' αίφνης οι βραχίονές του εξετάθησαν περισσότερον, όλον το σώμα του κατέπεσεν, η κεφαλή του έκλινεν επί του στήθους και απέθανεν. Εις το δάσος των σταυρών, οι μάρτυρες, οι ασθενέστεροι, απεκοιμώντο ο είς μετά τον άλλον τον ύπνον της αιωνιότητος. Από τινος καιρού ο Βινίκιος διήρχετο τας νύκτας του εκτός της οικίας του και δεν εσκέπτετο πλέον ειμή πώς να ίδη την Λίγειαν και εν τη φυλακή ακόμη.

Και κατεκρήμνιζεν αυτά διά μιας πνοής του και διά μιας κινήσεως της ατμώδους χειρός του το κυρίαρχον Φάσμα της Μεγάλης Οδού. Είδον μέθυσον, πίνοντα εις υγείαν παντός, όστις διήρχετο εκ του οινοποιείου. — Θαυμάσιος άνθρωπος! λέγω. Πόσον αγαπά τους διαβάτας, και εύχεται υπέρ της υγείας αυτών! Μετά τινα ώραν βλέπω αυτόν να καταπίπτη αναίσθητος.

Αλλ' ενώ των λοιπών εξωστών η σκέπη αφηρείτο κατά τον χειμώνα, ο του Φιλίππου έμενε διαρκώς σκεπαστός, αι δε γειτόνισσαι διετείνοντο ότι εκοιμάτο εκεί και εν καιρώ χειμώνος. Εντός της οικίας εκείνης διήρχετο όσας ώρας δεν απησχόλει η εργασία του.

Είτε εκ του βορείου μέρους ήρχετό τις, όπως τώρα η Φραγκογιαννού από τ' Αχειλά το ρέμμα, είτε εκ του μεσημβρινού, εκ της τοποθεσίας της καλουμένης του Κονόμου τα ρόγγια, και αν εγγύτατα διήρχετο πλησίον του παλαιού σεβάσματος, ήτο αδύνατον να υποπτεύση την ύπαρξίν του, αν δεν εγνώριζε καλώς τα μέρη, όπως τα εγνώριζεν η Φραγκογιαννού. Ο περίβολος και τα ολίγα κελλία ήσαν ερείπιον από πολλού.