United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν δε τω ανήγγειλον τούτο δεν επίστευσε και μετέβη ο ίδιος διά να ίδη τον πώλον. Παραγγείλας δε εις τους υπηρέτας του να μη φανερώσωσιν εις κανένα το γεγονός, εσκέπτετο πολλά καθ' εαυτόν.

Ωμιλούσαμεν πρώτον περί σου, έπειτα ήρχισε να με κατηχή, και αν ακόμη ήξευρα να γράφω όπως ο Πετρώνιος, δεν θα ηδυνάμην να σου εκφράσω ό,τι εσκέπτετο το πνεύμά μου ή ό,τι ησθάνετο η καρδία μου.

Ενώ δε ειργάζετο, εσκέπτετο πολλάκις ότι δεν εγίνοντο επαναστάσεις μόνον με τα τουφέκια, αλλά και τας δικέλλας και τα κλαδευτήρια, με τον πήχυν και με την οκάν.

Και όμως αισθάνεται όλους τους πόνους, όλας τας αγωνίας του τοκετού· βάλλει εν γνώσει το σπαραξικάρδιον εκείνο μπεεε! περιστρέφει ανησύχως, ικετευτικώς το βλέμμα της, αναζητούσα ματαίως άλλο βλέμμα, από του οποίου ν' αρυσθή το θάρρος και την αφοσίωσιν! Ούτως εσκέπτετο η Γαλανή· ηγάπα τας κατσίκας της ως τον εαυτόν της, ως θα ηγάπα τα παιδιά της αν είχε. Και διά τούτο περί όλων είχε φροντίσει.

Οι δε πολιορκούμενοι, αφού εστερεώσαν την πύλην διά νέων στηριγμάτων, συνήλθον εις νέαν σύσκεψιν περί του πρακτέου. Περί παραδόσεως ουδείς εσκέπτετο, όλων θεωρούντων προτιμότερον τον θάνατον. Αλλ' ηπόρουν πώς εγκατελείφθησαν αβοήθητοι παρά των έξω.

Ειδοποιηθείς τοιουτοτρόπως ο Κύρος, εσκέπτετο με ποίον τρόπον επιτηδειότερον να παρασύρη τους Πέρσας εις αποστασίαν· ιδού δε τι ενόμισεν αρμοδιώτερον το οποίον και εξετέλεσε.

Αλλά και η Καλιώ δεν είχε συμφέρον να γνωσθή ότι ο Μανώλης εστράφη προς την κόρην της μόνον αφού οι Θωμαδιανοί του έδειξαν και μάλιστα κατά τοιούτον τρόπον ότι δεν τον ήθελαν. Ο δε Σαϊτονικολής εσκέπτετο ότι η διακοπή εκείνη ήτο επί τέλους και ένας τρόπος διά να παύσουν τα επεισόδια με τον Στρατήν και με τον Θωμάν και ούτω θα παρήρχετο ο μέχρι του γάμου καιρός ήσυχα και ατάραχα.

Το ενεθυμείτο και το εσυλλογίζετο προ ημερών, και απ' αρχής της ομιλίας του παππά αυτό μόνον εσκέπτετο. Αλλ' έβλεπεν ότι εφέτος θα ήτο δυσκολώτατον, φοβερόν, ανήκουστον τόλμημα, ένεκα του βαρέος χειμώνος, και εφρόνει ότι ο Χριστός θα ήτο συγγνώμων και θα παρεχώρει νέαν προθεσμίαν.

Ο Μανώλης μεθυσμένος και παραπατών διηυθύνθη προς το σπίτι του. Αλλά καθ' οδόν τον εσταμάτησεν αιφνίδια ανάμνησις. «Πού, πας μωρέ; εμουρμούρισεν απευθυνόμενος προς τον εαυτόν του. Πού πάς, μωρέΕστάθη κ' εσκέπτετο επί τινας στιγμάς, έπειτα εστράφη προς τα οπίσω.

Εσκέπτετο άραγε; Όχι, δεν εσκέπτετο, αλλ' εφαντάζετο ότι βλέπει ενώπιόν του την ελεεινήν καλύβην επί των βράχων, υπεράνω της θαλάσσης, όπου προ ετών πολλών, ωθούμενος υπό παιδικής περιεργείας, επλησίασε διά να ίδη τι έστι λεπρός.