United States or Antigua and Barbuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η κολακεία και η διαβολή τότε μάλιστα εύρεν έδαφος όταν προσηρμόσθη εις το πάθος του Αλεξάνδρου• διότι καθώς εις τας πολιορκίας οι πολιορκούντες δεν διευθύνουν τας προσπαθείας των εις τα υψηλά και απόκρημνα μέρη του τείχους, αλλ' εάν ανακαλύψουν μέρος τι αφύλακτον, χαλασμένον ή χαμηλόν, εις τούτο επιτίθενται με όλας των τας δυνάμεις, καθότι εκείθεν δύνανται ευκολώτερα να εισχωρήσουν και κυριεύσουν την πόλιν, ούτω και οι συκοφάνται ό,τι βλέπουν ασθενές και χαλαρόν και ευκολοδιάβατον μέρος εις την ψυχήν, τούτο προσβάλλουν και προς αυτό διευθύνουν τας πολιορκητικάς των μηχανάς και επί τέλους εκπορθούσι την πόλιν χωρίς κανείς ν' αντισταθή, ούτε να εννοήση την έφοδον.

Η ψυχή του δεν αντέχει εις λύπην διαρκή, αλλ' αισθάνεται την ανάγκην να γελάση και να χαρή, ενώ δε η θλίψις τον πιέζει, η λάμψις του γέλωτος διασχίζει ενίοτε της κατηφείας τα νέφη. Υπάρχουν και καρδίαι εντρυφώσαι εις την θλίψιν και διαιωνίζουσαι το πένθος, αλλά τούτο δεν είναι φυσικόν. Η φύσις επουλόνει τας πληγάς, και οργά επί τέλους η καρδία προς την φαιδρότητα και επιζητεί την χαράν.

Εν τω μεταξύ ο χοίρος, τον οποίον δεν άφινε να κοιμηθή η εκ της οικίας αναδιδομένη ποικίλη και γαργαλιστική κνίσσα, επολιόρκει την θύραν, διασείων αυτήν με το ρύγχος του, ως διά πολιορκητικού κριού, και γρυλίζων με επιτεινομένην αγανάκτησιν, ως να έλεγε: — Ανοίξετε λοιπόν επί τέλους!

Απήγγελλεν έτι, ότε ο Λιάκος, αφίνων ελευθέραν επί τέλους την χείρα του, ηγέρθη αίφνης και στρεφόμενος προς τον δρόμον εχαιρέτισεν υποκλινώς. Ο Κ. Πλατέας έστρεψε τους οφθαλμούς προς τους χαιρετιζομένους και είδε τα νώτα ενός κυρίου προβεβηκότος την ηλικίαν και δύο κομψών κυριών εκατέρωθεν αυτού. Δεν εβράδυνε ν' αναγνωρίση την τριάδα και εκ των όπισθεν. Ο Διάκος εκάθισε πάλιν. Ήτο κατακόκκινος.

Ότε καθήμενος επί των αναπαυτικών επίπλων της εν Λονδίνω οικίας μου, περιστοιχιζόμενος υπό της οικογενείας μου, πλησίον τοσούτων συγγενών και συμπολιτών μου ευτυχούντων― ότε, εν μέσω της ανέσεως και της ευημερίας του παρόντος, αναπολώ τα παρελθόντα, και συγκρίνω την περικυκλούσαν τον φθίνοντα βίον μου γαλήνην προς τα βάσανα και τους κινδύνους και τας στερήσεις της πολυκυμάντου εκείνης εποχής, απορώ εγώ αυτός πώς διήλθομεν και πώς ηδυνήθημεν πάντες να υποφέρωμεν τα τοσαύτα δεινά, και πώς επί τέλους εξήλθομεν με σώας της ψυχής και του σώματος τας δυνάμεις εκ των σκληρών εκείνων δοκιμασιών.

Ενώ έμβαιναν εκεί, εγίνετο τρομερόν κακόν, διότι δύο οικογένειαι εμάλωναν διά μίαν κεφαλήν ψαριού, την οποίαν επί τέλους ήρπασε μία γάτα. Βλέπετε παπάκια μου, είπεν η πάπια. Αυτός είναι ο κόσμος. Και ετέντωσε τα μάτια της, διότι ενοστιμεύετο και αυτή την κεφαλήν του ψαριού. Σαλεύετε και σεις, εξηκολούθησε, και βλέπετε μήπως εύρετε τίποτε. Αλλά προσοχή!

Ο γερμανικός χορός της Ρhiladelphia, όστις από έτους εις έτος λαμβάνει μεγαλοπρεπεστέρας τας διαστάσεις, ήτο αφελεστάτη ως πάντοτε και χωρίς τινος αυστηράς εθιμοτυπίας συνάθροισις, όπου οι νεαροί χορευταί και αι εύπτεροι χορεύτριαι, ξανθόκομοι Τεύτονες οι πλείστοι, εχόρευον μετά προδήλου ευχαριστήσεως και ακάματοι απ' αρχής μέχρι τέλους, διακοπτόμενοι μόνον ενίοτε όπως πίωσι ποτήριον ζύθου ή φάγωσι τεμάχιον χοιρομηρίου.

Και επί τέλους εθαύμαζα τους μεγάλους της οφθαλμούς. Αλλά πού να εύρω το πρότυπον των οφθαλμών εκείνων, των μεγαλειτέρων παντός ανθρωπίνου οφθαλμού; ίσως εν αυτοίς εκρύπτετο το μυστήριον, περί του οποίου ομιλεί ο λόρδος Βερούλαμ.

Ο λαός εγίνωσκεν εξ ακοής ότι η τυραννία του Πεισιστράτου και των παίδων αυτού κατήντησεν επί τέλους αφόρητος και ότι δεν κατελύθη ούτε υπό των Αθηναίων ούτε υπό του Αρμοδίου, αλλ' υπό των Λακεδαιμονίων διά τούτο εφοβείτο πάντοτε και εδυσπίστει προς όλους.

Μεθ' όσα εδημοσίευσεν ο Κύριος Επαμινώνδας Φραγγίστας υιός ενός των γενναιοτέρων του Κατζαντώνη συναγωνιστών, μεθ' όσα κ' εγώ εσημείωσα εν τοις Μνημοσύνοις, περιττή απέβαινε, πάσα περαιτέρω έρευνα αν δεν ησθανόμην βαρείαν του συνειδότος τύψιν παρασιωπών τας σπουδαίας υπηρεσίας ας παρέσχε τότε τη πατρίδι, ο φιλόπατρις ημών κλήρος έχων επί κεφαλής τον δημοτικώτατον αυτού ιεράρχην, τον διά του ιδίου παραδείγματος αδιαλείπτως διεγείροντα εις τας ψυχάς απάντων την εθνικήν φιλοτιμίαν, τον απ' αρχής μέχρι τέλους της μακράς εκείνης πολιορκίας γενναίως προκινδυνεύσαντα, τον μη φεισθέντα ούτε αγώνων ούτε μόχθων προς ματαίωσιν των εθνοκτόνων βουλών του τρομερού Βεζύρου.