United States or Maldives ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όταν ήλθε το βράδυ και επανήρχετο το λεωφορείον την αυτήν οδόν τότε και πάλιν ο Ρούντυ εκάθητο μέσα, την αυτήν οδόν, επανερχόμενος· αλλά εις τον Μύλον η γάτα του δωματίου περιέτρεχε με νέα. — Ξέρεις εσύ! συ από την κουζίνα! Ο μυλωθρός τώρα τα ξέρει όλα. Αλλά η υπόθεσις επήρε ωραίον τέλος!

Παρουσιάζεται κανένα βάραθρον; αρκεί να πηδήσης και να κρατηθής στερεά· έτσι κάνω και εγώΚαι λοιπόν έτσι έκαμε και ο Ρούντυ· γι' αυτό κάθεται τόσον συχνά επάνω εις την κορυφήν της στέγης κοντά με την γάταν· κάθεται μαζί της και εις την κορυφήν των δένδρων και μάλιστα και υψηλά επάνω εις το χείλος του απορρώγος, όπου η γάτα δεν τα εκατάφερνε εκεί ψηλά. «Επάνω υψηλότερα, έλεγον δένδρα και θάμνοι.

Η γάτα μας, μια γατίτσα τόση δα, να είναι υψηλοτέρα εις την αγάπην του πατέρα από την γυναίκα του Ο λ γ ί ν α. Εσύ να κρίνης αιωνίως και να κατακρίνης. Ο πατέρας αγαπά την γάτα του, γιατί έτσι του αρέσει. Σκηνή β'. Η κ. Μ ε μ ι δ ώ φ. Ήταν για τη μποτίλια. Να ξέρετε τι είπα! Ο λ γ ί ν α. Τ' ακούσαμεν, μητέρα, και θα πούμεν το ίδιο. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ.

Αυτοί ήσαν οι λόγοι του Αγιόλα, και ο Ρούντυ τον αγκάλιασε και τον εφίλησε με την καρδιά τουτο υγρό του μουσούδι· έπειτα επήρε την γάτατα χέρια, αλλά αυτή εκαμπούριαζε τη ράχη της και εξανίστατο. «Μου είσαι πολύ δυνατός και δεν θέλω να μεταχειρισθώ τα νύχια μου εναντίον σου! Σκαρφάλωσε τουλάχιστον επάνωτο βουνό, σου εδίδαξα να σκαρφαλώνης!

Ο Ρούντυ δεν είχε φανή έξ ημέρας, αυτός, που είχε το άδικον αυτός, που έπρεπε να ζητήση συγγνώμην, που τον αγαπούσε με όλη της την καρδιά. — Τι είδους πράγμα σου είναι αυτοί οι άνθρωποιέλεγεν η γάτα του δωματίου εις την γάταν της κουζίνας. «Τώρα πάλιν είναι μακρυά ο ένας από τον άλλον, ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα. Αυτή κλαίει και αυτός ούτε την σκέπτεται καθόλου

Ο πατέρας δεν 'ξέρει ακόμη τίποτα· ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα όλο το βράδυ από κάτω από το τραπέζι επατούσαν τα πόδια των· με επάτησαν δυο φορές, αλλά δεν ενιαούριζα, γιατί αυτό θα έδινε υπονοίας». — Εγώ θα ενιαούριζα! είπε η γάτα της κουζίνας. — Ό,τι αρμόζει εις την κουζίναν, δεν αρμόζει εις το δωμάτιον, είπεν η γάτα του δωματίου.

Κανένα από τους δυο . . . είπε η γάτα του δωματίου· «αυτό πάντοτε είναι το ασφαλέστατον! . . .» Η μεγαλυτέρα ευτυχία του Ρούντυ και της Μπαμπέττας η ωραιοτέρα ημέρα, όπως την έλεγαν αυτοί, η ημέρα του γάμου των, ήτο εγγύς εμπρός των.

Άλλοι αγκαλιασμένοι στο κατάρτι έσφιγγαν ζουλώντας άπονα το στήθος τους. Δύοτρεις σκυμμένοι κάτω έβλεπαν το στεκάμενο νερό κ' εβλαστημούσαν, έφτυναν απάνω του με τρομερή αγανάχτησι. Ένας ερέθιζε τον μαύρο καραβόσκυλο να ριχθή στη γάτα και να την ξετινάξη.

Μόνον να μη φαντασθής, ότι μπορείς να πέσης, γιατί τότε έμεινες και κρεμασμένοςΜε αυτά τα λόγια επήδησε πέρα η γάτα, επειδή δεν ήθελε να παρατηρήση ο Τούντυ, ότι η λύπη εζωγραφίζετοτα μάτια της!

Τώρα είμαστε οι κύριοι εδώ μέσα εις το σπίτι! έλεγε η γάτα του δωματίου. Δεν είχεν ακόμη βραδυάσει, όταν οι τρεις εύθυμοι άνθρωποι έφθασαν εις Βιλλνεύβ και εκεί εγευμάτισαν. Ο Μυλωθρός εκάθισε εις την πολυθρόνα, εκάπνισε την πίπα του και επήρε ένα υπνάκο.