Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Το δυστυχισμένον παπί δεν ήξευρε πού να σταθή, ούτε πού να φύγη, και ήτο μελαγχολικόν, επειδή όλος ο κόσμος το επερίπαιζε και το εκαταφρονούσε. Τας ακολούθους ημέρας το πράγμα εχειροτέρευε και επήγαινε. Έως και τα αδέλφιά του δεν του άφηναν ησυχίαν, και του έλεγαν: Α! να σε έπερνεν η γάτα, ασχημόπαπον! Η δε μάνα του έλεγε: Ας έλλειπες απ’ εμπρός μου, να μη σε βλέπουν τα μάτια μου!

Εις το πλευρόν του κάθισε και συ, συνάδελφέ του. Κάθουτο πλάγι των και συ. Μ' αυτούς και συ θα κρίνης. ΕΔΓΑΡ Να κάμωμεν δικαιοκρισίαν. Ξύπνα, βοσκέ μου, και μην κοιμάσαι. Πατούν τα στάχυα τα πρόβατά σου. Δεν τα σφυρίζεις νάλθουν σιμά σου; Ή τον δραγάτην δεν τον φοβάσαι; Πρρρ! Η γάτα είναι στακτιά.! ΛΗΡ Πρώτη αυτή να κριθή. Είναι η Γονερίλη.

Ημπορούσε 'σάν ψάρι να στρέφεται και να γυροβολά μέσα εις το νερό, ημπορούσε και να σκαρφαλώνη καλύτερα από κάθε άλλον και να προσκολλάται στερεά επάνω εις τας πλευράς των βράχων σαν κοχλίας· είχε ισχυρά νεύρα και τένοντας, και αυτό το εδείκνυεν εις το πήδημα, που το έμαθε πρώτα από την γάτα και κατόπιν από την αίγαγρον.

Δεν πρέπει όμως να είμαι γι' αυτό λυπημένη· αυτό δεν ωφελεί τίποτα!» — Αλλ' όμως υπάρχει μόλα ταύτα ακόμη και κάποια ελπίς είπεν η γάτα του μαγειρείου. Κάτω από το μονοπάτι του βράχου αντηχούσε ο λαρυγγισμός εύθυμος και ισχυρός· εσήμαινεν εύθυμον διάθεσιν και ακμαίον θάρρος· ήτο ο Ρούντυ· ήλθε να αναζητήση τον φίλον του Φεζινάνδον.

Η γάτα πήδησε χαρούμενη στο πάτωμα, ψήλωσε το κορμί της σαν να λούζονταν στο φωτεινό κύμα που κύλισε απόξω κι άρχισε να παίζη μ' ένα φύλλο χαρτιού που βρέθηκε στα νύχια της. — Κ' οι λέξες ζωντανεύουν και ξανανιώνουν τώρα· είπε σκεφτικός ο Αλαμάνος. — Θαύμα· εψυθίρισε κι' ο Αριστόδημος ανασηκώνοντας το κεφάλι του. — Αυτό το θαύμα είνε καθημερινό· είπε ο Δημητράκης.

Σύγκαιρα το πελώριο άγαλμα έγυρε ζερβά, εθρυμμάτισε τη μια βιβλιοθήκη και σωριάστηκε με το λάτρη του στο πάτωμα. Σείστηκε το σπίτι συθέμελο. Οι τραπεζοκαθισμένοι πήδησαν χλωμοί από το φόβο τους. Ο Δημητράκης με τον Αλαμάνο τρέξανε πρώτοι στο γραφείο. — Α!... μια γάτα, μια γάτα!... φώναξε ο σοφός, πισωπατώντας στην πόρτα.

Όμως πώς κάθονται οι δύο τους πάντοτε ο ένας κοντά εις τον άλλον», έλεγεν η γάτα του δωματίου. «Τώρα έχω να μιαουρίσω πολλά

Αυτό δεν μου αρέσει, έλεγεν η γάτα της κουζίνας. — Ούτε και μένα! έλεγεν η του δωματίου «αλλά δεν το παίρνω κατάκαρδα! Η Μπομπέττα ημπορεί βέβαια να αρραβωνισθή με τον κοκκινογένη! Αλλά και αυτός δεν ξαναήλθε εδώ, από τότε που ήθελε να ανεβή επάνω 'στη στέγηΚακαί Δυνάμεις ασκούν το παιγνίδι των γύρω μας και μέσα μας. Αυτό το είχε αντιληφθή ο Ρούντυ και είχε πολύ συλλογισθή γι' αυτό το πράγμα.

Πέντε ή έξ παιδία, με στοιχειώδη ιματισμόν και ανυπόδητα, όρθια ή καθήμενα γύρω, και μία μαύρη γάτα παρετήρουν λαιμάργως τους ροδοκοκκίνους πλακούντας, οίτινες εσχημάτιζον πυραμίδας εις πινάκια μεγάλα. Και ενώ ανέστρεφε τους πλακούντας εις το τηγάνι και έρριπτε νέους εις το θορυβωδώς αναβράζον έλαιον, η Πηγιώ επετήρει και την γάταν και εκ διαλειμμάτων την απεμάκρυνε με την πυράγραν.

Αλλά επαρουσιάσθη ο μυλωθρός έδωσε ένα γενναίο κλώτσο· ο άλλοςέξω απ' την πόρτα καιτο βουνό επάνω εις τας αιγάγρους, που αυτός ο Ρούντυ τώρα θα σημαδεύη και όχι την Μπαμπέττα μας!» — Αλλά τι ωμίλησαν, τι είπαν; ηρώτησε η γάτα της κουζίνας.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν