Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Έχουσα παρ' εαυτή πινάκιον βαθύ, περιέχον τον λευκόν βουτυρώδη πολτόν του αλεύρου, έρριπτε κουταλιές-κουταλιές εξ αυτού εντός του τηγανίου, πλήρους ελαίου, όπερ τότε οξέως τσιτσιρίζον ακόνιζε την όρεξιν του Κοψαχείλη, όστις περιεστρέφετο μεν μετά του ημιόνου του περί το ελαιοτριβείον, αλλά δεν έπαυε και από του να παρακολουθή τα ψήσιμον των τηγανιτών, τας οποίας διά του πηρουνίου λαμβάνουσα η χήρα έθετεν επί άλλου πινακίου εν σωρώ, όστις εμεγεθύνετο αδιακόπως, λευκοκίτρινος, ροδισμένος, ενώδης, αχνίζων έλαιον, το οποίον όσον ωσφραίνετο ο Κοψαχείλης, τόσον εμελώδει, κομμένην, κατατσακισμένην την φαιδράν και χορευτικήν «Γιαννούλαν», εν ώ το μάρμαρον κυλιόμενον ετσάκιζε θλιβερώς τας μαύρας ελαίας, ριφθείσας εκεί πλυμένας, καθαράς.

Ο Βινίκιος με απλούν χιτώνα έρριπτε την σφαίραν την οποίαν ηγωνίζετο να συλλάβη, ελαφρώς κυρτήν, η Λίγεια.

Εις δε τα βαθέα κοιλώματα του Γωρ έκειντο τα μυστηριώδη ύδατα της θαλάσσης του Λωτ, και πανταχόθεν εφαίνοντο δείγματα της οργής του Θεού και της αμαρτίας του ανθρώπου. Και ο δύων ήλιος της επιγείου ζωής του έρριπτε βαθυτέρας και σκοτεινοτέρας αποχρώσεις καθ' όλην την σκηνήν της επιγείου αποδημίας του.

Τα ξύλα της εστίας αντί φλογών ανέδιδον μάλλον καπνόν, η δε Πηγή πνιγομένη ηναγκάζετο εκ διαλειμμάτων ν' αποσύρεται με τους οφθαλμούς υποδακρύοντας. Αλλ' εν τω μεταξύ έρριπτε και κανέν λαθραίον μειδίαμα προς τον Μανώλην.

Αυτή ήτο η σκέψις της Ανθούλας, καθώς ο ύπνος έκλειε τα βλέφαρά της. Η σελήνη από τα βουνά αντικρύ έρριπτε την λάμψιν της εις το ωραίον προσωπάκι της. Ήτο ολόξανθος κόρη η Ανθούλα. Εάν την έβλεπε κανείς από τους ποιητάς μας τώρα, καθώς εκοιμάτο, θα έλεγε. «Εύμορφη, πεντάμορφη Σαν εικόνα μοιάζει.» — Θα σας ειπώ τι όνειρον είδεν εκείνην την νύκτα.

Η Ποππέα έμεινεν ως κεραυνόπληκτος εις το άκουσμα τούτο και εξεμάνη δάκνουσα εξ οργής και μίσους τα χείλη της, έρριπτε δε βλέμματα πλήρη αγανακτήσεως πότε προς τον Βινίκιον και πότε προς τον Πετρώνιον. Αλλ' ούτος, σκυμμένος νωχελώς έφερε την χείρα του επί του ξύλου μίας άρπης, ως εάν ήθελε να μελετήση προσεκτικώς την κυρτότητα αυτής.

Ο Χόμο κατέβη εις την κοίτην του χειμάρρου, και οι ολολυγμοί του ηκούοντο εισέτι, αλλά οι λίθοι ους έρριπτε κατ' αυτού ο Σκούντας τον εκράτουν εις απόστασιν. Αίφνης έγεινεν άφαντος. Ίσως ετράπη προς άλλην διεύθυνσιν, και έμελλε να αρχίση αλλαχόθεν νέαν έφοδον. Ο Σκούντας επανήλθε προς την Αϊμάν. Η νέα ήλγει και εκράτει την κνήμην με τας δύο χείρας. — Πονείς πολύ; είπεν ο Σκούντας. — Ω ναι.

Αλλ' ήτο ως να έρριπτε προσανάμματα εις την σκέψιν ή την επιθυμίαν του νέου. Ο Αγάλλος απεχαιρέτησε την γραίαν, και κατήλθεν εις την πατρικήν οικίαν του, εις την χαμηλήν πτυχήν του εδάφους, ανάμεσα εις τον Χριστόν, την Παναγίαν την Πρέκλαν, και τον Άι-Νικόλαν, όπου ήσαν όλα τα αρχοντόσπιτα.

Είχε κολακεύσει τον πλούσιον μυλωθρόν, ότι ήτο κυνηγός από το καντόνιόν του εκείνος, που έρριπτε τας καλυτέρας βολάς και ετιμάτο από όλους τους άλλους. Τώρα πράγματι ήτο ο Ρούντυ το αγαπημένο της τύχης παιδί: αυτό το πράγμα χάριν του οποίου περιώδευσε εδώ, και εδώ επί τόπου είχε σχεδόν λησμονηθή, τον ανεζήτει αυτό.

Πέντε ή έξ παιδία, με στοιχειώδη ιματισμόν και ανυπόδητα, όρθια ή καθήμενα γύρω, και μία μαύρη γάτα παρετήρουν λαιμάργως τους ροδοκοκκίνους πλακούντας, οίτινες εσχημάτιζον πυραμίδας εις πινάκια μεγάλα. Και ενώ ανέστρεφε τους πλακούντας εις το τηγάνι και έρριπτε νέους εις το θορυβωδώς αναβράζον έλαιον, η Πηγιώ επετήρει και την γάταν και εκ διαλειμμάτων την απεμάκρυνε με την πυράγραν.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν