Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Σηκώθηκε και πήγε σ' ένα κρεβατάκι, που είταν πλάι στο δικό μας, κ' έσκυψε απάνω εκεί σ' ένα στρογγυλό, δροσερό προσωπάκι, που κοιμότανε και που τα χείλη του σαλεύανε, σα να βυζαίνανε στο μητρικό στήθος. — Σε γέννησα με πόνους; είπε, σα να μιλούσε μόνη της. Όχι, με χαρά κι αγαλλίαση, με χαρά τόσο μεγάλη, που δεν τη γνώρισα ποτέ ως τότε.
Επέρασε το χέρι του τάσαρκο μες από το δίχτυ του φεγγίτη, κ' έπιασε της γυναίκας του το παχουλό χεράκι απόξω. Της τράβηξε τα χέρι καταμέσα τόσο, που ακούμπησαν στα βαριά σίδερα της πόρτας τα χυμερά κι αφράτα της στήθια· το ροδοκόκινο προσωπάκι της, ξαναμένο, εκόλλησε πάνω στα δίχτυ του φεγγίτη.
Οι πεταλούδες οι πολύχρωμες θα σε θαρρούν μυρωμένο λουλούδι και θα γυρεύουν να πάρουν μέλι απ' τα χειλάκια σου, και καθώς θα πετούν τριγύρω σου, θ' αφίνουν το μικρό τους ίσκιο απάνω στ' άσπρο προσωπάκι σου. Νεράιδα θα σε παίρνη το δάσος ολόκερο και θα βυθίζεται σε σιγαλιά και σε ζήλεια.
Ο Γιάννος μετεμορφώθη εις αρνίον, αλλά και ούτω ήτο ωραιότατος· το μικρόν προσωπάκι του εξέφραζε πιστώς και τόρα την ειλικρίνειαν του χαρακτήρος του· οι κατάμαυροι ως ελαίαι οφθαλμοί του απέδιδον την αγνότητα της ψυχής του πλήρη· ποτέ η αθωότης δεν αντεπροσωπεύθη τόσον επιτυχώς όσον εν τη μεταμορφώσει εκείνη.
— Μην ανησυχείτε, κυρία μου, λέγει ο Σβούρος· ο τροχιόδρομος δεν κόβει, διότι ο Βωτύ από οικονομίαν... δεν τον ακονίζει. Είνε ευχάριστος ασχολία να παρατηρή κανείς την έκφρασιν των μορφών, αίτινες ατενίζουν τον τροχιόδρομον διαβαίνοντα από την Γαργαρέταν. Εκείνο το νεαρόν προσωπάκι, που μειδιά και κοκκινίζει συγχρόνως, νομίζεις ότι λέγει με φιλάρεσκον λίγυσμα του τραχήλου: — Πώς ντρέπουμαι!
Αυτή ήτο η σκέψις της Ανθούλας, καθώς ο ύπνος έκλειε τα βλέφαρά της. Η σελήνη από τα βουνά αντικρύ έρριπτε την λάμψιν της εις το ωραίον προσωπάκι της. Ήτο ολόξανθος κόρη η Ανθούλα. Εάν την έβλεπε κανείς από τους ποιητάς μας τώρα, καθώς εκοιμάτο, θα έλεγε. «Εύμορφη, πεντάμορφη Σαν εικόνα μοιάζει.» — Θα σας ειπώ τι όνειρον είδεν εκείνην την νύκτα.
η μικρά Τοτώ, βλέπουσα ατενώς προς με, αφήκεν ακράτητον επιφώνημα χαράς, κ' έλαμψε το προσωπάκι της, το στόμα της, τα μάγουλά της όλα εμόρφασαν κ' εμειδίασαν άρρητον μειδίαμα αγαλλιάσεως. Το πράγμα μου επροξένησεν αίσθησιν. Φαίνεται τωόντι ότι έχουν άφατον άρωμα και κάλλος, μαρτυρούμενον η «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων», αυτά τα εμπνευσμένα άσματα της αγίας Εκκλησίας μας.
Και ενθουσιασθείς, διότι πρώτην φοράν έβλεπε γελαστόν το ωραίον εκείνο προσωπάκι, ώρμησε και με τεράστιον άλμα ανέβη εις το υψηλόν πεζούλι επί του οποίου εστέκετο η Μαργή. Αλλ' αυτή προλαβούσα, εισήλθε και του έκλεισε κατάμουτρα την θύραν. Ο Σαϊτονικολής εμάνθανε τους άθλους του υιού του, αλλ' εδείκνυεν αδιαφορίαν και επανελάμβανε: — Να του περάση θέλει.
Με κάτι γαλάζια μεταξωτά μανδήλια εις την ξανθήν κεφαλήν της, ως ουρανού κυάνεον, σκιάζον το ροδόχρουν προσωπάκι της· με κάτι ερυθρόχρυσα περιλαίμια πλεκτά, ως πτηνόν τυλιγμένην, ισταμένην εκεί, παρά την λάμπουσαν εστίαν του οίκου των του νεοκτίστου, νεόνυμφον εστίαν, μοσχοβολούσαν νεότητα και ζωήν, και με αγάπην βλέπουσαν τα σπινθηροβολήματα ενός καιομένου πρίνου, της χρυσοκόκκιναις πολλαίς σπίθαις του, οπού επετούσαν επάνω, με πάταγον συνεχή, ως με φωτόλαμπρον χαιρετισμόν, χαιρετίζουσαι τον ταξειδιώτην, οπού φθάνει σήμερον-αύριον.
Τω όντι, ο μόνος υιός του παπά, ο δωδεκαετής Σπύρος, ον αυτός απεκάλει ειρωνικώς και θωπευτικώς Λαμπράκην, ένεκα της άκρας ισχνότητος και αδυναμίας, εξ ης έφεγγεν οιονεί το προσωπάκι του, είχε κινδυνεύσει να αποθάνη πέρυσι τας ημέρας των Χριστουγέννων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν