Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Και βλέπω τώρα την ωραιότερη ύπαρξι που γέννησε ποτέ γυναίκα. Θλιμμένη σε γέννησα. Θλιβερή είναι η πρώτη γιορτή που σου κάνω. Εξ αιτίας σου είμαι περίλυπη μέχρι θανάτου. Κ' έτσι, αφού, γεννήθηκες με τη λύπη, τόνομά σου θε είναι Θλιβερός, Τριστάνος». Είπε αυτά τα λόγια, τον εφίλησε, και μόλις τον εφίλησε πέθανε. Ο Ρόχαλτ ο Πιστός πήρε το ορφανό.
Γόϊ μου κι' αλί μου η δύστυχη πικραρχοντογεννήτρα, που γιο αφού γέννησα λαμπρό βασταγερό, τον πρώτο 55 λεβέντη απ' όλους, κι' έρηξε λες ύψος σα φυντάνι, σα δέντρο εγώ τον άντρωσα π' ανθίζει σε περβόλι, κι' έτσι στην Τρια τον έστειλα να πολεμήσει Τρώες μ' αρμάδα αναφρυδόπλωρη, μα πια δε θα γυρίσει ξανά να τον δεχτώ η πικρή στο γονικό του πύργο. 60 Μα κι' όσο ζει και βλέπει ήλιου αχτίδα, πάλε ακόμα πάθια τον δέρνουν και καμιά βοήθια εγώ δεν τούμαι.
Μ' άρπαξες απ' τα χέρια τα λευκά μου, και μ' έσυρες στο βάθος της σπηληάς, ενώ εγώ τη μάννα μου ζητούσα, και συ, θεός, επλάγιασες μαζύ μου ερωτικά και με χωρίς ντροπή. Η δύστυχη! σου γέννησα παιδί, που τ' άφησ' απ' της μάννας μου το φόβο εκεί, όπου εσμίχθηκα με σε. Αλλοίμονο μου! το φτωχό παιδί, που ήτανε δικό μου και δικό σου, τα όρνυα μού τ' αρπάξανε κ' εχάθη, και συ κιθάρες παίζεις, τραγουδείς!
Δώδεκα εγώ, είπε, γέννησα, μα διο η Λητό μονάχα· μα αφτοί, και διο όντας, σκότωσαν τα δώδεκά της όλα. Μέρες στο αίμα κοίτουνταν εννιά, και ναν τους θάψει 610 δεν είχε μείνει πια κανείς, γιατί ο μεγάλος Δίας έκανε πέτρες το λαό· μα εκεί στις δέκα μέρες τους θάβουν τ' ουρανού οι θεοί.
Είταν ανοιχτή στο πρώτο βιβλίο του Μωυσή κι όταν τη ρώτησα τι διάβαζε, μου έδειξε μόνο τις δυο σειρές, που μου φαίνεται πως τις βλέπω ακόμα στην κάτω άκρη της σελίδας. Και διάβασα τα λόγια: «Κατηραμένη η γη ένεκα σού. Με πόνους να γεννάς τα τέκνα σου». — Δεν είναι φριχτό; μου είπε. Δε θυμούμαι να γέννησα με πόνους. Δεν το σκέφτηκα ποτέ.
Σηκώθηκε και πήγε σ' ένα κρεβατάκι, που είταν πλάι στο δικό μας, κ' έσκυψε απάνω εκεί σ' ένα στρογγυλό, δροσερό προσωπάκι, που κοιμότανε και που τα χείλη του σαλεύανε, σα να βυζαίνανε στο μητρικό στήθος. — Σε γέννησα με πόνους; είπε, σα να μιλούσε μόνη της. Όχι, με χαρά κι αγαλλίαση, με χαρά τόσο μεγάλη, που δεν τη γνώρισα ποτέ ως τότε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν