United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πιάνουν και τον άντρα της Λεοντίας το Μαρκιανό, τον καλογερεύουν, και τον ξορίζουνε στην Καππαδοκία. Ίσως πρέπει ναναφερθή πως είχε κ' ένα γιο ο Ζήνωνας συνονόματό του, κακορρίζικο όμως πλάσμα και κακομαθημένο από τους αυλικούς, αν και πάσκιζε ο πατέρας του να τον καλαναθρέψη. Δεν είναι να γράφουνται σε Ιστορία μέσα οι αχρειοσύνες του. Έσκασε, μωρό παιδί ακόμα, από την πολλή την παραλυσία.

Του φάνηκε πως έβρισκε ένα δικό του άνθρωπο μέσα στην αγριάδα της εκκλησιάς, που καταλάβαινε το παράπονό του. Είχανε φάει τη θάλασσα μαζή, χρόνια και χρόνια. Του φαινότανε ακόμα πως ο Άγιος ήτανε κι' αυτός στενοχωρημένος, μέσα στο κουβούκλιο του, πως λαχταρούσε τη θάλασσα, πως είχε τον ίδιο καϋμό με το δικό του. Έσκυψε, έκανε το Σταυρό του κι' ανασπάσθηκε.

Και αυτοί ακόμα οι κοινοί θνητοί ρέπουν εις το να νομίζουν ότι είνε σπουδαίοι· απ' εναντίας, ούτε αυτός ο μεγαλείτερος άνθρωπος είνε απολύτως αναγκαίος εις τον κόσμον, και μετά τινα χρόνον ο τάφος και τούτον θα καλύψη.

Δεν είταν όμως κι όλως διόλου προσκύνημα. Είτανε μισό υποταγή και μισό συμμαχία. Ένα είδος ανεξαρτησία την είχαν ακόμα στις επαρχίες που πήρανε για κατοικία τους. Αν και Βασιλέας τους ο Θεοδόσιος, φύλαξαν όμως και τους Κριτάδες τους, κι αυτοί τους κυβερνούσαν. Και φαίνεται πως μήτε φόρους δεν πλέρωναν, παρά μένανε μέσα στον τόπο καθώς είπαμε σαν είδος σύμμαχοι.

Τρόμαξε τότε ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος, αίμα σαν είδε μελανό οχ την πληγή να τρέχει· τρόμαξε ακόμα κι' ο γερός παλικαράς Μενέλας. 150 Όμως σαν είδε τ' άντερο απ' όξω και τ' αγκίδια, μέσα η καρδιά συνέφερε στα στήθια πίσω πάλι.

Αλλ' από τεσσαράκοντα ετών δεν συνέπεσε ποτέ να είνε οι δύο με το αυτό κόμμα. Περί του κυρ-Χαράλαμπου υπήρχε παλαιόν δημώδες δίστιχον το εξής: Σκόρδα πράσα και ρεπάνια και ακόμα κάτι τι ο Νιανιός θα θυσιάση για να βλάλη βουλευτή.

Χάσιμο φεγγαριού. Ολίγα άστρα έλαμπον άνω, εντός άχνης, ως κοσμήματα εις πέπλον χηρείας, και το χιόνια κάτω αντέλαμπον εις την αστροφεγγίαν. Ηκούσθη μία φωνή αγριόγατου θρηνώδους. Η συντέκνισσα είπε πάλιν·Χριστός! Και ο αγριόγατος έπαυσε να ουρλιάζη. Η μικρά συνοδεία εβάδισεν ακόμα ολίγον, και τέλος έφθασαν εις το καλύβι. Δύο ανθρώπιναι φωναί ηκούσθησαν εις τα παράθυρα της επαύλεως.

Ακόμα και ο γυιος του καπετάν Λούσου οπού έπεσε στην θάλασσαν και επρόφθασε να πη μόνον: «Παναγία μου Λημνιά μου» και αυτός ανέκειτο εκεί ασημένιος με ολόχρυσον το πρόσωπον σαν άγιος.

Δεν έχω ανάγκη, παιδί μου. Έννοια σου, βαστάω ακόμα, έλεγε ο Καπετάν-Μοναχάκης. Την άλλη μέρα το πρωί ο καιρός έγινε ξόδι. Ο Καπετάν-Μοναχάκης φώναξε το λοστρόμο. — Άκουσε, Γιαννιό! Ο λοστρόμος έτρεξε. — Να μαζέψωμε τάλλα τα πανιά... Με την τουρκετίνα, αμπάσσο μούδα τη γάπια και τη μπούμα θα το κρατήσωμε τραβέρσο. Τραβέρσο, να ιδούμε ως πότε θα φυσάη ο διαλόκαιρος!...

Άλλος ακόμα πιο θλιβερός ασιατισμός του είταν το χτίσιμο του τάφου του, ζώντας ακόμα, μέσα στο Ναό των Άγιων Αποστόλων, καταμεσή στα δώδεκα κενοτάφια που είχε στημένα τω δώδεκα μαθητών του Χριστού! Ως και λόγους πανηγυρικούς πρόσταζε και τούβγαζαν τότες. Τόθελε, ως φαίνεται, και καλά ναποθάνη πριν την ώρα του.