United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και νά, στερνός τούς ήρθε τ' Ατριά κι' ο πρωταφέντης γιος, ο βασιλιά Αγαμέμνος, τι είχε πληγή· γιατί κι' αφτόν στο πόδι είχε λαβώσει ο Κόνας, τ' Αντηνόρου ο γιος, όταν βαστούσε η μάχη.

Μον άσ' την τώρα εσύ τη νια στο Φοίβο, κι' οι Αργίτες διπλά θα σ'τα πλερώσουμε και τρίδιπλα αν ο Δίας φέρει έτσι και κουρσέψουμε κάνα άλλο πλούσιο κάστροΤότες του κάνει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος 130 «Μη δα εσύ πούσαι γνωστικός, θεόμορφε Αχιλέα, καμώνεσαι έτσι, κι' έφκολα δε με γελάς, δεν πείθεις.

Έτσι σα μάλωσαν οι διο με θυμωμένα λόγια, σηκώθηκαν, κι' η συντυχιά χωρίζει στα καράβια. 305 Κι' ο Αχιλέας πάγαινε των καλυβιών το δρόμο αντάμα με τον Πάτροκλο και τους δικούς του αθρώπους· κι' ο Αγαμέμνος έρηξε στη θάλασσα 'να πλοίο, και λαμνοκόπους διάλεξε ως είκοσι ανομάτους, κι' έμπασε μέσα τα σφαχτά του Φοίβου, και κατόπι έφερε μέσα κι' έκατσε την ώρια Χρυσοπούλα· 310 και μέσα τέλος αρχηγός μπήκε ο σοφός Δυσσέας.

Τρόμαξε τότε ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος, αίμα σαν είδε μελανό οχ την πληγή να τρέχει· τρόμαξε ακόμα κι' ο γερός παλικαράς Μενέλας. 150 Όμως σαν είδε τ' άντερο απ' όξω και τ' αγκίδια, μέσα η καρδιά συνέφερε στα στήθια πίσω πάλι.

Τι όλο όξω βγήκε οχ το καστρί της Τριάς το ψυχομέτρι.... πώς όχι; Ομπρός τους δε θωρούν του κράνου μου την όψη 70 ν' αστράφτει· ειδέ θα γιόμιζε κουφάρια κάθε αβλάκι μεμιάς αν ήξερε ο τρανός τι μ' άξιζε Αγαμέμνος. Μα να τα τώρα, ας χαίρεται, τα πλοία του βαρούνε.

Κι' εσένα εδώ θαμένο με δίχως όφελος, η γης θα τρώει τα κόκκαλά σου. 175 Κι' έτσι κανείς περήφανος οχτρός θα πει μια μέρα, ποδοπατώντας του λαμπρού Μενέλα το μνημούρι 'Έτσι ναί! πάντα τους θυμούς ας βγάζει ο Αγαμέμνος, όπως και τώρα στράτεμα έφερε εδώ του κάκου, μα πίσω στ' Άργος γύρισε, στην ποθητή πατρίδα, 180 μ' άδια καράβια, αφίνοντος τον ξακουστό Μενέλα.

Τότες γυρνάει στο Νέστορα και λέει ο Αγαμέμνος «Κανείς αλήθια, γέρο μου, στους λόγους δε σου βγαίνει. 370 Ε και αν σούχα, Δία μου κι' εσύ Αθηνά κι' Απόλλο, ως δέκα συβουλάτορες μονάχα ναν του μιάζουν! Γλήγορα τότες θάβλεπαν γονατιστή την Τροία και σκλαβωμένη απ' τα βαριά να ρημαχτεί σπαθιά μας.

Είπε κι' αφτός και κάθησε. Και τότε ο Αγαμέμνος τ' Ατρέα ο γιος σηκώθηκε, ο δυνατός αφέντης, αφρίζοντας, κι' απ' το θυμό τα μάβρα σωθικά του φουσκώναν, κι' έχυνε φωτιές το μάτι του και σπίθες. Του Κάρχα πρώτα τούρηξε μια άγρια ματιά και τούπε 105 «Κακομηνήτη, πρόσχαρο ποτές δε μούπες λόγο! Πάντα αγαπάει δυσάρεστα να προφητέβει ο νους σου, κι' ένα καλό μήτ' έκανες, μήτ' είπες στη ζωή σου.

Τότες του κάνει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος «Ανάγκη εγώ κι' εσύ, αδερφέ, καμιά βουλή να βρούμε ωφέλιμη, π' απ' τα δεινά να βγάλει και να σώσει στρατό και πλοία, τι άλλαξε ο γιος του Κρόνου γνώμη. 45 Του Έχτορα ίσως πιο πολύ λογιάζει τα σφαχτάρια.

Μον έλα σκόλνα τα παιδιά, και πες τους να τσιμπήσουν 171 κάτι να φαν, κι' ο βασιλιάς τα δώρα ο Αγαμέμνος στη συντυχιά ας τα φέρει εδώ, για ναν τα δουν εδώ όλοι και μέσα σου θαραπαεί λίγο η ψυχή κι' εσένα.