United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο «Φιλελληνισμός» είταν ως τόσο ακόμα Ρωμαϊκή φιλοδοξίαας την πούμε αρετήκαι δίχως άλλο την είχε κι ο Οχτάβιος, αφού πολύ ανακούφισμα τούς έδωσε τους δικούς μας, αφανισμένοι καθώς είταν από τόσους πολέμους, και μάλιστα από τον υστερνό.

Και τι να μας κάμη ένα πετεινάρι, θεια, είπεν ο Σταμάτης, που έχουμε κι' άλλους δικούς μας κάτω στο χωριό; Μισό μοναχά θέλω εγώ στο μερδικό μου . . . — Θα πάρω δύο απ' την Κοκκινίτσα, Σταματάκη μου, φτάνει να μου δίνη, είπεν η Μαχώ. Ευθύς τώρα η γρηά Φαλκίτσα ήρχισε να διηγήται πώς και διατί ήλθε, μαζύ με τον εγγονόν της εις τοιαύτην ώραν.

Σας τη δίνω». — Μεγαλειότατε, την παίρνω, είπεν ο Τριστάνος. Α! Άρχοντες, γιατί είπε αυτόν το λόγο; Γι' αυτόν το λόγο πέθανε. Όρισαν την ημέρα, ώρισαν την προθεσμία. Ο Δούκας έρχεται με τους φίλους του, ο Τριστάνος με τους δικούς του. Ο εφημέριος του παλατιού ψέλνει τη λειτουργία.

Γιατί με ποιους, βλαστάρια μου, θα σχετισθήτε, σε ποια καλά θενά σας πάρουν χαροκόπια, χωρίς να φεύγετ’ απ’ αυτά κλαμένες πάντα δίχως καμμιά ποτέ χαρά; Η ώρα του γάμου όταν σιμώση, κόρες μου, για σας, ποιος θα ’ναι που θα δεχθή τέτοιες ντροπές ωσάν εκείνες που στους δικούς μου τους γονείς και τους δικούς του θα ’ναι ατιμία; Ποιος αυτός που το παιδί του, θ’ αφήση τέτοιονε πικρόν να κάμη γάμον; Και ποιο κακό σας έλειψεν ωιμέ; Σκοτώνει τον πατέρα του ο πατέρας σας και τη μητέρα σαστικιά του την κάνει αλλοί! και σας γεννάει, παιδιά μαζί κι αδέλφια του δυστυχισμένος.

Πώς διο σκυλιά καρφόδοντα κυνηγομαθημένα 360 σ' αλάφι ρήχνουνται ή λαγό και κυνηγούν με πείσμα μέσα σε δάσος, κι' ο λαγός μπροστά όπου φύγει φύγει· έτσι κι' αφτοί χωρίζοντας το γιο του κράχτη αλάργα απ' τους δικούς του, επίμονα τον κυνηγούσαν πάντα.

Αυτή ήξερε κάτι βασιλιάδες, που δεν μοιάζανε με τους άλλους τους δικούς μας, βασιλιάδες με πλούσια παράξενα ρούχα, που είχαν τα βασίλειά τους σε χώρες μακρυνές και όμορφες. Ήξερε βασιλοπούλες, που ήσαν κλεισμένες σε κρυσταλλένια παλάτια, μάγισσες με χρυσά δακτυλίδια, που παίρνανε τη ζωή του ανθρώπου, σαν τα φορούσε, και άλλες που είχαν πάλι μαγικές βέργες κι' ανάσταιναν τους πεθαμένους.

Κι ο λόγος, πρώτο που η Ρώμη πια τώρα δεν είχε Αυτοκρατόρους μήτε δυνατόγνωμους μήτ' αδύνατους, και περνούσε εκεί ο λόγος του Πάπα· και δεύτερο, που στη Δύση δεν κατοικούσανε λαοί μήτε καλά καλά πολιτισμένοι, μα μήτε φιλόνεικοι και σοφιστικοί σαν τους δικούς μας, να βγάζουν κάθε λίγο κι από μια αίρεση.

Κ' ίσως ίσως αυτό αφαίρεσε από το Πατριαρχείο μας μια για πάντα κάθε στοιχείο εξουσίας πολιτικής. Ζήτησε, είναι αλήθεια, η παλιά η Ρώμη να μας τη στυλώση αυτή τη δύναμη, καθώς θα δούμε αργότερα, από δικούς της λόγους αυτή. Μα δεν έπιασε. Δυο περαστικά λόγια για την περιξάκουστη την ηθική παραλυσία της Βυζαντινής Αυλής κι αρχοντιάς, πρι να κινήσουμε παραμπρός.

Αλλ' αχ! αυτό μόνο σε μερικούς ευγενείς εδόθηκε, χύνοντας το αίμα τους για τους δικούς τους και με το θάνατό τους να δώσουν νέα εκατονταπλάσια ζωή στους φίλους τους! »Με αυτά τα φορέματα, Καρολίνα, θέλω να με θάψουν· τα έγγιξες συ, τα έκαμες ιερά· παρεκάλεσα ακόμη γι' αυτό και τον πατέρα σου. Η ψυχή πετά επάνω στο φέρετρο. Να μη εξετάσουν τις τσέπες μου.

ΣΩΚΡ. Γιατί; Δεν νομίζεις ότι είνε θεός ο σκύλος; Δεν γνωρίζεις ότι ο Άνουβις ο θεός των Αιγυπτίων είνε κυνοκέφαλος, επίσης δε ο Σείριος εις τον ουρανόν και ο Κέρβερος εις τον Άδην; ΑΓΟΡ. Καλά λες, το λάθος είνε δικό μου. Αλλά κατά ποίον τρόπον ζης; ΣΩΚΡ. Κατοικώ εις μίαν πόλιν την οποίαν κατεσκεύασα διά τον εαυτόν μου, μεταχειρίζομαι δε πολίτευμα εντελώς ιδιαίτερον και νόμους δικούς μου.