Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
— Ευχαριστώ, Πάτερ. Δεν τώχω πολύ διάθεσι. — Πάρε, ευλογημένε, δε θα σε πειράξη. Τσούγκρισαν δυνατά τα ποτήρια. — Υγεία και καλή ψυχή! Περαστικά της παπαδιάς. — Ευχαριστώ. Να δώση ο Θεός. Με την ομιλία των αβαπτίστων, ο λόγος έπεσε στη Φραγκιά. Ο Παπα-Παρθένης άρχισε να λέη για τις ταυρομαχίες, που είχε ιδεί μια φορά στη Βαρκελώνα. — Να ιδής, το αίμα, που λες, να τρέχη ποτάμι.
Επήγα κατ' ευθείαν από το οπωροπωλείον, όπως με προέτρεψεν ο Νικόλας, διά να βοηθήσω με λόγια, και ενθαρρύνω την μητέρα. Είπα εις την μητέρα τα συνήθη λόγια της παρηγορίας και της ενθαρρύνσεως· έμεινα δύο ώρας εκεί. Είτα επανήλθα πάλιν το δειλινόν, και την νύκτα, και την άλλην πρωίαν. Η Κούλα έβαινε χειρότερα. Η μητέρα της μου είπε να πλησιάσω και να της ομιλήσω. — Περαστικά, Κούλα.
Η μεγαλήτερη ευτυχία του είτανε το πως δεν απάντησε και δε γνώρισε ποτέ κακό, που να μην πίστευε πως μπορούσε να το νικήση με τη δύναμη και την υγεία. Τα δυστυχήματα, που φοβερίζανε να φανούν, είτανε σαν περαστικά σύννεφα, που χανόντανε στον ορίζοντα κι αφίνανε καθαρότερο τον ουρανό του. Έτσι πίστευε τουλάχιστο κι αυτή η πίστη είταν η πραγματικότητα, όπου ζούσε.
— Ώστε . . . είνε αδύνατον απόψε . . . να λάβωμεν την τιμήν . . . Δεν ηξεύρετε πώς λυπούμαι, κύριε Διευθυντά . . . σας βεβαιόνω . . . μ' έρχεται να σκάσω . . . — Α! τίποτε, τίποτε . . . απαντά ψυχρώς ο κ. Παρδαλός, εύχομαι να ήνε περαστικά . . . Η Κυρία Παρδαλού ουδέν λέγει.
Ο Ντάνας είπε· — Κ' είδατε πως κατέβαινε, σαν καμαρωμένη νύφη. Κη τώρα ζαλίστηκε το πηδί· δεν πειράζει, περαστικά νάνε. Όταν συνήλθεν ο Στάθης, έκαμε τον σταυρόν του, εστράφη προς τους άνδρας, και είπε· — Τώρα, την Ψαρή την έταξα ασημένια στην Παναγία, και θα την δώσω. Μα, ως τόσο, ένα κατσικάκι, που μου βρίσκεται ακόμη απ' τα πρώτα γεννητούρια, αξίζετε, θα σας το θυσιάσω.
Εις άλλον παχύν και πολύσαρκον, ο οποίος επεχείρει να κάμη μεγάλα πηδήματα, εφώναξαν• Σε παρακαλούμεν μη μας χαλάσης την σκηνήν. Εξ εναντίας εις άλλον καθ' υπερβολήν ισχνόν εφώναξαν «Περαστικά», ως να ήτο άρρωστος.
Κ' ίσως ίσως αυτό αφαίρεσε από το Πατριαρχείο μας μια για πάντα κάθε στοιχείο εξουσίας πολιτικής. Ζήτησε, είναι αλήθεια, η παλιά η Ρώμη να μας τη στυλώση αυτή τη δύναμη, καθώς θα δούμε αργότερα, από δικούς της λόγους αυτή. Μα δεν έπιασε. Δυο περαστικά λόγια για την περιξάκουστη την ηθική παραλυσία της Βυζαντινής Αυλής κι αρχοντιάς, πρι να κινήσουμε παραμπρός.
Περαστικά πουλιά, που ταξείδευαν σ' άλλες χώρες, φεύγοντας την ψύχρα του χινόπωρου, περνούσαν κοπαδιαστά, του ψήλου, έσκιζαν τον αέρα μ' ένα γοργό, ξερό φτερούγισμα, όπως κάνη το μετάξι που σχίζεται, και χάνουνταν πίσω απ' τις κορφές άλλων βράχων, κι άλλων βουνών.
Καλό ξημέρωμά σας, περαστικά σας, η ευχή σας. — Καλή νύχτα, παιδί μου Θανάση. Να μη μας ξεχνάς. Τον έφερε ως τη θύρα. Ο καιρός είχε χαλάσει. Άρχισε να ψιχαλίζη. Μια σιγανή ανοιξιάτικη βροχή. Από το περιβόλι μια μυρωδιά από λουλούδια και βρεμμένο χώμα χύθηκε στο σπίτι, μια μυρωδιά που άνοιγε την καρδιά. Ο Κυρ-Θανάσης άνοιξε την ομβρέλλα του. — Φουσκοδεντριές, παπά μου.
Ο Γεώργης ενθυμήθη, ότι είχε τρεις ημέρας να την ιδή την θειάν Βαγγελήν, και λαβών άδειαν μιας ώρας παρά των κυρίων του έδραμεν εις το νοσοκομείον. Ήθελε να ευχηθή περαστικά και καλόν τον νέον χρόνου εις την αγαθήν γραίαν, ησθάνετο δε ο έρημος παις και την ανάγκην θερμών τινων φιλημάτωυ, εξ εκείνων άτινα τόσον εδαψίλευεν εις αυτόν η θεία του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν