United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του απάντησ' ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας• 560 «Εύμαιε, τα πάντα παρευθύς μ' αλήθεια θα ιστορούσα της Πηνελόπης, συνετής του Ικαρίου κόρης•την δυστυχία σύντροφος τα πάθη αυτού γνωρίζω. αλλά το πλήθος των κακών μνηστήρων με φοβίζει, 'που την αυθάδεια σήκωσαν ως τ' ουρανού τον θόλο. 565 ότι και τώρα, οπότε αυτός, 'ς το δώμα ενώ γυρνούσα, μ' εκτύπησε, μ' επλήγωσε, χωρίς κακό να πράξω, βοηθός μ' ούτε ο Τηλέμαχος δεν έδραμεν ούτ' άλλος. της Πηνελόπης άρα ειπέ, πολλήν αν κ' έχη βία, να καρτερήτον θάλαμον ο ήλιος ως να δύση. 570 τότε ως προς την επιστροφήν ας μ' ερωτά του ανδρός της, και ας με καθίση αυτούτην στιά• παληά ρούχα φοράω, καθώς το ηξεύρεις, τιεσέ πρώτον ικέτης ήλθα».

Ο Γεώργης ενθυμήθη, ότι είχε τρεις ημέρας να την ιδή την θειάν Βαγγελήν, και λαβών άδειαν μιας ώρας παρά των κυρίων του έδραμεν εις το νοσοκομείον. Ήθελε να ευχηθή περαστικά και καλόν τον νέον χρόνου εις την αγαθήν γραίαν, ησθάνετο δε ο έρημος παις και την ανάγκην θερμών τινων φιλημάτωυ, εξ εκείνων άτινα τόσον εδαψίλευεν εις αυτόν η θεία του.

Ολίγον προ της μάχης, ο έτερος βασιλεύς Πλειστοάναξ, έχων μεθ' εαυτού τους πρεσβυτέρους και τους νεωτέρους, έδραμεν εις βοήθειαν αλλά φθάσας εις την Τεγέαν και μαθών την νίκην ανεχώρησεν. Οι Λακεδαιμόνιοι έπεμψαν διά να αναστείλουν τους από της Κορίνθου και έξω του ισθμού ερχομένους συμμάχους.

Πληγωθείς ο Άτυς υπό της σιδηράς αιχμής, εξεπλήρωσε την πρόρρησιν του ονείρατος. Είς δε εκ των κυνηγών έδραμεν αμέσως να αναγγείλη εις τον πατέρα το γεγονός, και φθάσας εις τας Σάρδεις διηγήθη τα της θήρας και το απαίσιον τέλος του υιού του. Ο Κροίσος, ταραχθείς διά τον θάνατον του Άτυος, παρεπονείτο τοσούτω μάλλον όσω εκείνος τον οποίον εκαθάρισεν από τον φόνον ήτο ο φονεύς του.

Τούτο μαθών ο έπαρχος έδραμεν εις Αθήνας προς εύρεσιν άλλων στηριγμάτων, δυνάμει των σχέσεων της συζύγου του.

Αλλ' οποίαν νύκτα επέρασεν προ της κλίνης εκείνης, εν η τα κάλλη της Ιωάννας εφαίνοντο ακόμη εν σχήματι λάκκου εντετυπωμένα! Δεκαπέντε ημέρας έμεινεν εκεί ερωτών «ί ν α τ ί δ έ δ ο τ α ι τ ο ί ς ε ν π ι- κ ρ ί α φ ω ς κ α ι ζ ω ή τ α ί ς ε ν Ο δ ύ ν η ψ υ χ α ί ς . Αλλά τέλος ευσπλαγχισθείς αυτόν έδραμεν εις βοήθειάν του ο εν ουρανώ άγιος προστάτης του Βονιφάτιος.

Έδραμεν η Ψυχή εκεί, και προς ευχάριστον έκπληξίν της εύρε τράπεζαν εστρωμένην και όψα επ' αυτής πολλά. Καθίσασα δε . . έφαγε, διότι επείνα πολύ.

Τότε έδραμεν ο καραβοκύρης και οι άλλοι συντρόφοι του και πραγματευταί, οι οποίοι με αγκάλιασαν, με εφίλησαν και με εσυγχάρηκαν βλέποντές με υγιή· και λαμβάνοντας τες πραγματείες μου, εδιάλεξα τα πλέον εκλεκτά πράγματα της Βαβυλώνος και τα επρόσφερα δώρον εις τον βασιλέα Μιράγη διά τες περιποιήσεις που έλαβα παρ' αυτού· αυτός τα εδέχθη με μεγάλην ευχαρίστησιν και με αντήμειψε με άλλα δώρα ασυγκρίτως πλέον πολύτιμα.

Αφού λοιπόν εβγήκαν έξω και έκλεισεν η θύρα, ο βαστάζος έδραμεν εις το σπήτι του· ο δε βασιλεύς Καλίφης λέγει των Δερβισάδων· εσείς που είσθε ξένοι και δεν γνωρίζετε την πολιτείαν όντας ακόμη νύκτα, ακολουθήτε μας, και θέλομεν σας δώσει τόπον να ξενυκτήσητε· έπειτα μυστικά λέγει του Βεζύρη του· οδήγησέ τους εις το παλάτι σου και αύριον θέλεις τους παρουσιάσει έμπροσθέν μου διότι θέλω να γράψω την ιστορίαν τους εις τους χρονογράφους της ιστορίας του βασιλείου μου.

Μόλις ησθάνθη τον εαυτόν του ελεύθερον από τα δεσμά, και αμέσως έδραμεν εις Άγραφα με την επιθυμίαν του να αναλάβη τον πρώτον τρόπον του ζην διά να εκδικηθή και δι' όσα υπέφερε. Κατ' εκείνην την εποχήν ήκμαζον οι Κατζαντωναίοι, οι οποίοι όσον κατεδιώκοντο, τόσον ελαμπρύνοντο με τα κατορθώματά των, και ηύξανον τας δυνάμεις των.