United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δε ξένος έπεσεν επί της κλίνης, διαλογιζόμενος την προς αυτόν φιλοφροσύνην του πτωχού οικοδεσπότου, την προς τα τέκνα του τρυφερότητά του, την ανησυχίαν του διά την πάσχουσαν σύζυγόν του, την καθαριότητα και τάξιν της πτωχής καλύβης, και τον ήσυχον ύπνον των έξ πλησίον του αθώων παιδίων.

Έλαβα μηχανικώς το καρφίον, το οποίον είχε πέσει επί της κλίνης και επροσπάθησα να το βάλω εις την προτέραν θέσιν του. Η εργασία αύτη με απησχόλησεν επί τινας στιγμάς. — Ιδού, είπα, διωρθώθη το πράγμα και δεν θα εννοήσουν αύριον ότι διεσκεδάσαμεν την νύκτα αποκαλύπτοντες τα μυστικά των. — Τι ήθελες να με φέρης εις αυτό το κατηραμένον μέρος! υπέλαβεν ο Νίκος.

Ήτο πρόδηλον ότι ο κύων δεν ηλάκτει άνευ αφορμής, αλλά τον είχεν ιδεί. Συγχρόνως ηκούσθη φωνή ανθρώπου κράζουσα·Σιούτ, Χόμο! εδώ, Χόμο! Ο Χόμο δεν υπήκουσεν, αλλ' εξηκολούθει να υλακτή. — Εδώ, Χόμο! επανανέλαβεν η φωνή. Ήτο ο Τρέκλας, όστις εκοιμάτο υπαίθριος εν μέσω των θάμνων, διότι το είδος τούτο της δροσεράς κλίνης τω ήρεσκεν, ως γνωστόν.

Η Κλυταιμνήστρα έχει ήδη φονευθή και φαίνεται ημίγυμνος επί τινος κλίνης• οι δε θεράποντες όλοι, κατάπληκτοι διά τα γενόμενα, φαίνονται άλλοι μεν ότι κραυγάζουν, άλλοι δε ότι παρατηρούν γύρω διά να εύρουν μέρος να φύγουν.

Τι ήμην εγώ; πτωχόν και ασθενές πλάσμα, το οποίον εφαντάσθης να δημιουργήσης και εδημιούργησες· το οποίον εξαπέστειλες εις τον κόσμον, πάνοπλον ως την Αθηνάν, ίν' αντιπαραταχθή προς την Κακίαν, και συμμαχήση με την Αρετήν. . . Άφρον! ιδού τ' αποτελέσματα της πείρας της ανθρωπίνης, ιδού τα άχρηστα ναυάγιά της, συρόμενα επί της κλίνης σου. Δεν με ανεγνώρισες ακόμη; — Όχι. — Δεν με συνήντησες ποτέ;

Και εσκέπτετο ο Δημήτρης, και εσκέπτετο η Μαριώ, και εστρέφοντο με κλειστούς οφθαλμούς επί της κλίνης των, προσποιούμενος έκαστος ότι εκοιμάτο, ίνα μη αφυπνίση τον άλλον, ον υπέθετε κοιμώμενον. Τέλος εβαρύνθη ο ανήρ να κρατή κλειστά τα όμματά του. Τα ήνοιξε, και είδεν άγρυπνον παρ' αυτώ την γυναίκα του. — Δεν κοιμάσαι και συ Μαριώ; είπε.

Οι τρεις π α ν ο σ ι ώ τ α τ ο ι, αφού ετοποθέτησαν τους όνους εις τον σταύλον, τα λείψανα των αγίων επί της κλίνης του ξενοδόχου και εαυτούς προ της εστίας, διότι νύκτες θεριναί δεν υπάρχουσιν εις τον τόπον εκείνον, ήνοιξαν τους ρώθωνας, ίνα οσφρανθώσι την κνίσσαν του μαγειρείου. Παχεία χην εστρέφετο υπεράνω σπινθηριζούσης ανθρακιάς και ετέρα έβραζεν εντός καλού οίνου της Ιγκελχείμης.

Τότε ο Αλτούν Χαν λέγει της θυγατρός του, τώρα, ω θυγατέρα μου, πρέπει να ομολογηθής νικημένη, και να κλίνης εις το να στεφανωθής τον νικητήν σου· οι άλλοι δεν ημπόρεσαν να αποκριθούν ούτε εις ένα από τα αινίγματά σου, και τούτος σου τα εξηγεί όλα.

Η Λάμια, παραμονεύουσα παρά την θύραν, ευθύς άμα παρετήρει υψούμενον επί της πεδιάδος της κλίνης τον λόφον τον αγγέλλοντα την παρουσίαν της Σεμίρας υπό το πίπουλον, επλησίαζεν ακροποδητί, με την ελπίδα να την καταφθάση κοιμωμένην αλλά καθ' ην ακριβώς στιγμην υψώνετο το σκουπόξυλον, απετίνασσε το πονηρόν ζώον το σκέπασμα και εξώρμα δι' ενός πηδήματος εις υψηλόν ράφι.

Αίφνης εν μέσω δύο γογγυσμών, έβαλλε μίαν φωνήν, κ' έκραζεν από της κλίνης προς την εκτός του ισογείου θαλάμου πηγαινοερχομένην και υπηρετούσαν παιδίσκην·Μη χύνης στην αυλή τα νερά· χίλιαις φοραίς σ' το είπα, στο νεροχύτη!