United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον απέσπασεν αποτόμως της κλίνης, τον ένιψε και τον ενέδυσε με διπλά υποκάμισα, δύο φανέλλας, χονδρόν μάλλινον γελέκιον, διπλούν σακκάκι κ' επανωφόρι, και περιετύλιξε τον λαιμόν του με χνοώδες μάλλινον μανδήλιον, ποικιλόχρουν και ραβδωτόν, μακρόν καταπίπτον επί το στέρνον και τα νώτα.

Τούτο γνωρίζοντες οι αρχαίοι Αιγύπτιοι εμέτρουν μετά φειδωλίας εις τους βασιλείς των τον άρτον, το κρέας, τα στρώματα της κλίνης και του ύπνου των τας ώρας, υποβάλλοντες αυτούς, ίνα μένωσι κατάλληλοι να βασιλεύωσιν, εις την αυτήν περίπου δίαιταν, εις ην και οι Άγγλοι τους Ιπποδρομικούς των ίππους.

Ο λάτρις της Μαριγούλας ηγέρθη προ μικρού της κλίνης, αν και η ώρα είνε ήδη δέκα, και κάθηται κατηφής και περιεσκεμμένος προ μικρού τραπεζίου, άνιπτος έτι και αχτένιστος· και οτέ μεν χασμάται, ωσεί εμπαίζων τον δεκάωρον ύπνον του, οτέ δε διατείνει νωχελώς τους βραχίονας και ανακάμπτει αυτούς υπέρ την κεφαλήν του, οιονεί αγωνιζόμενος να αποσείση την κατέχουσαν το πνεύμα του νάρκην.

Την ηγάπα εις την οικίαν των Αούλων και εις το Παλατίνον, την ηγάπα όταν την είδεν εις το Οστριανόν, ακροωμένην τους λόγους του Πέτρου και ότε ηγρύπνει πλησίον της κλίνης του και ότε τον είχε καταλίπει.

Πλην της ήδη υμνηθείσης σεμνότητος πολλά άλλα επεδείκνυε προς επιτυχίαν του ποθουμένου προσόντα, εργατικότητα, ολιγάρκειαν, μαγειρικήν τέχνην, χειροτεχνήματα και νοικοκυρωσύνην, δραστηριώτερον όμως πάντων τούτων δελέασμα ενόμιζε την επίδειξιν της κλίνης της.

Στυλωμένος παρά την είσοδον της αιθούσης, προφυλαττόμενος όσω ηδυνάμην από την πνοήν του ανέμου και από τους αφρούς των κυμάτων, ανά πάντα βίαιον του πλοίου κλονισμόν εσκεπτόμην πώς η εξηντλημένη νέα θα δυνηθή διά των ασθενών χειρών να στερεώση το ελαφρόν σώμα εντός της σαλευομένης κλίνης της, εσκεπτόμην πώς θα διέλθη τας μακράς ώρας της αγρίας νυκτός, και ανεμιγνύετο εις τας σκέψεις μου η θλιβερά ανάμνησις της εκφοράς του νεκρού διδασκάλου μου.

Ο Νίκος, γονατιστός επί της κλίνης, ανεσήκωσε με την μίαν χείρα το ύφασμα, φωτίζων διά της άλλης τα υπ' αυτό. Ο τοίχος ήτο ζωγραφισμένος.

Εμένομεν ούτως ενώπιον της κλίνης σιωπηλοί και ακίνητοι, ακούοντες του θνήσκοντος το ψυχομαχητόν. Έκλινα την κεφαλήν επί της χειρός της μητρός μου και την ησπάσθην, εκείνη δε δεν έσκυψε να με φιλήση, αλλ έθεσε την άλλην της χείρα επί της κεκλιμένης κεφαλής μου και με είπεν ησύχως•Φέρε ιερέα. Έδραμα έξω αμέσως. Δεν ήθελα να κλαύσω εμπρός της. Ενώ εξηρχόμην εισήρχετο εις την οικίαν ο ιατρός.

Ο νέος τα έχασε και ηγνόει τι ώφειλε να πράξη, Η Αϊμά είχεν ανασηκωθή επί της κλίνης και εθεώρει με μεγάλους οφθαλμούς, βοηθεία του διπλού φέγγους, όπερ εισεχώρει διά της ανοικτής θύρας και διά της επωροφίου ρωγμής, τον Πρωτόγυφτον και τον Μάχτον, χωρίς να εννοή τι συνέβαινεν. Εν τοσούτω δε είχον αφυπνισθή υπό του συμβάντος θορύβου ο Βούγκος και η γραία Γύφτισσα.

Ήδη δε ήπλωνον επ' αυτής τας χείρας, ότε διακρίνασα επί της κλίνης τα περιέχοντα τα λείψανα των αγίων κιβώτια κατέφυγεν έντρομος όπισθεν αυτών.