United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βαρκούλα έπλεεν εγγύς της μιας των νησίδων, εφ' ης εφαίνοντο εναλλάξ σκοτεινά και φωτεινά σημεία, βράχοι στίλβοντες εις το φως της σελήνης, αμαυροί θάμνοι ελαφρώς θροούντες εις την πνοήν της νυκτερινής αύρας, και σπήλαια πληττόμενα υπό του φρίσοντος κύματος, όπου εμάντευέ τις την ύπαρξιν θαλασσίων ορνέων και ήκουε το εναγώνιον πτερύγισμα αγριοπεριστέρων, πτοουμένων εις το πλατάγισμα της κώπης και την προσέγγισιν της βαρκούλας.

Και, όπως η αρχή του λόγου μου μην απομείνη στείρα, του ανθρώπου προς την βούλησιν μάχεται τόσο η μοίρα, 'πού καταντούν τα σχέδια του συχνάαποτυχίαν, 'ς την σκέψιν έχει, όχι ποσώςτο τέλος, εξουσίαν, και αν άλλον να μη νυμφευθής η γνώμη σου διορίση, με του ανδρός σου την πνοήν και αυτή θα ξεψυχήση .

Πότε να κάμουμε πανιά, να κάτσω στο τιμόνι, να ιδώ της Δέρφης το βουνό, να μου διαβούν οι πόνοι! Ο νέος αφήκε βαθείαν πνοήν, ομοίαν με στεναγμόν. — Α! ξεχνώ που κοντεύω να σε ξεπλατίσω στο κουπί, είπεν η Λιαλιώ... Αλήθεια, εγώ κάνω σαν τρελλή... Τα χεράκια σου δεν είνε για το κουπί, κυρ Μαθιέ. Ο νέος διεμαρτυρήθη·

Κατηυθύνθη εις την αίθουσαν, όπου ήξευρεν ότι έκεικτο η γραία, και μόλις είχε πνοήν να ερωτήση την νοσοκόμον, ην συνήντησε προ της θύρας. — Πώς είνε; — Καλά που ήλθες, απήντησεν εκείνη. Η θειά σου εβάρυνε. Όλη την ήμερα σ' εζητούσε. Τώρα. . . . Ο Γεώργης δεν ήκουσεν άλλο.

Εις αυτό δε ο θέσας τα ονόματα λέγομεν, ότι τα ωνόμασεν &ανα- πνοήν& και &εκπνοήν&. Και πάσα αύτη η ενέργεια και το πάθος τελείται εις το σώμα ημών ούτως, ώστε τούτο ποτιζόμενον και δροσιζόμενον να δύνα- ται να τρέφηται και να ζη.

Με ηκολούθησεν επί του εξώστου και εβλέπομεν αμφότεροι προς την θάλασσαν. Εβλέπομεν σειράν μακράν πλοίων μεγάλων πλεόντων προς τον λιμένα μας. Απείχον εισέτι πολύ, αλλ' ήτο διαυγής η ατμόσφαιρα και διεκρίνοντο τα ιστία, καμπύλα υπό του ανέμου την πνοήν, και αι διπλαί και αι τριπλαί λευκαί ζώναι επί των μαύρων σκαφών.

Τω όντι προς ανατολάς εφάνη φως λαμπάδος, τρεμοσβύνον εις του ανέμου την πνοήν. Διέσχιζε την σκοτίαν κ' επέρριπτε παρήγορον και ιλαράν την λάμψιν του πέριξ, ως η ιδέα του Χριστιανισμού την οποίαν εξεπροσώπει την ώραν εκείνην, διέλυσε τ' άγρια σκότη της αμαθείας και βαρβαρότητος. Οι βλάχοι όλοι και οι χωρικοί απ' όλα τα μέρη πέριξ συνεκέντρωσαν εκεί τους οφθαλμούς και έτεινον την ακοήν των.

Οι ρώθωνες του Μανώλη διεστάλησαν από πνοήν οργής και το βλέμμα του εστράφη άγριον προς την εστίαν όπου εστέκετο ο εχθρός. Προς στιγμήν εσκέφθη ν' αφήση τον χορόν και να τον αρπάση από τον λαιμόν. Αλλ' έπειτα του εφάνη απαραίτητον να δώση μίαν διά στίχου απάντησιν, διά να δείξη ότι δεν ήτο ζώον, ως ήθελε να τον παραστήση ο Τερερές.

Ο σίφων εξερράγη, ραγδαίος όμβρος έλουσε καταπληκτικώς την γην και τους βράχους και τους αιγιαλούς, ο άνεμος συνεμαζεύθη εις τα άντρα και τας αγκάλας, η Σκοτεινή Σπηλιά ηχεί παρατεταμένως, μυστηριωδώς από την κοπείσαν κολοβήν πνοήν του ανέμου, από απειλήν νέας μανίας λυσσωδεστέρας της πρώτης, από της φοβεράς εν τη σιωπή συνωμοσίας των στοιχείων.

Πλην δε του γλωσσικού μαθήματος παρείχεν εις αυτούς και διδάγματα στωικής φιλοσοφίας, διηγούμενος εις τους παραπονουμένους διά τον καύσωνα ή τον βαρύν χειμώνα των Αθηνών πώς εις τας αραβικάς πεδιάδας εμοιράζετο εις τους στρατιώτας το βούτυρον και το λαρδί με την κουτάλαν, ή πώς εις τα κλεισωρείας του Άτλαντος συνεπύκνωνεν ο βορράς την πνοήν των Ζουάβων επί της γενειάδος των εις στιλπνούς σταλακτίτας.