United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Φραγκογιαννού είχε καθίσει να λάβη αναψυχήν πλησίον της δροσεράς πηγής, εστήριξε την κεφαλήν εις την χείρα της, εφαίνετο βυθισμένη εις λογισμούς, και συγχρόνως «αυτιάζετο», κ' έτεινε το ους, φανταζομένη κατά πάσαν στιγμήν ότι ήκουε βήματα των χωροφυλάκων. Ο πάτερ Ιωάσαφ ήλθε να γεμίση ένα σταμνίον ύδατος, και ιδών την Φραγκογιαννού την εκαλημέρισε.

Αλλ' ο Ιησούς εγνώριζε και ήκουε τα σχόλιά των, και πάλιν η όλη σκηνή, το γνησίως αλγεινόν ταύτης, αι μισθωτοί θρηνωδοί, τα μη κοπάζοντα μίση, όλα συγκεντρωμένα πέριξ του απαισίου έργου του θανάτου, επήλθον τόσον ισχυρώς εις το πνεύμα Του, ώστε, καίτοι εγίνωσκεν ότι έβαινε διά ν' αναστήση τον νεκρόν, «πάλιν εμβριμώμενος εν Εαυτώ» και ταραττόμενος έφθασεν εις το μνημείον.

Σα σ' ακούω, δυχατέρα! . . . Αυτό το «σα σ' ακούω, δυχατέρα» ελέχθη με τόνον πολύ αλλόκοτον. Άλλως δεν ήτο η πρώτη φορά, καθ' ην η νεαρά μήτηρ ήκουε τοιούτον τι εκ μέρους της μητρός της.

Αυτά τα λόγια, που ήκουε ταχτικά, όσες φορές έδινε το γράμμα της να της το διαβάση ο παπάς, ξανάνειοναν την υπομονή της στα στήθια της, και παίρνοντας καινούργιο θάρρος έλεγε μέσα της: — Ο Κώστας μου μ' αγαπάει... δε γίνεται να με λησμονήση! Θάρθη μια μέρα!

Οσάκις ήκουε κρουόμενον τον κώδωνα της αυλείου θύρας, έτρεχεν εις το παράθυρον να ιδή τις ήλθε, και έπειτα επανερχόμενος, τόσον πιστώς απεμιμείτο του επισκέπτου την στάσιν και τας κινήσεις, ώστε ο κύριος αυτού, μαντεύων ασφαλώς τις είνε ο επισκέπτης, ηδύνατο εγκαίρως να είπη εις τον θαλαμηπόλον του να τον εισάξη ή να τον αποκλείση.

Ήθελε, διά να ενεργήση εν γνώσει της υποθέσεως, να μάθη μέχρι τίνος σημείου η ιδέα των μαγειών ήτο εγκεχαραγμένη εις το πνεύμα του Νέρωνος. Με τα βλέμματα ατενώς προσηλωμένα εις έν σημείον του ορίζοντος, ο Νέρων ως απολιθωμένος ήκουε τους παρηγορητικούς λόγους τους οποίους αφθόνως τω παρείχον οι συγκλητικοί και οι ιππόται.

Ο Καρτσής διέκοψε την ψυχρολουσίαν, την οποίαν έκαμνε προ της θύρας του όρθιος, και απήντησε: — Κουβάρ-αγατζή. — Και το βάτο; — Μπερδελέτο. Ο Σαϊτονικολής εγέλασε, καίτοι δεν ήκουε πρώτην φοράν τα αυτοσχέδια τούρκικα του Καρτσή, ούτε το κωμικόν τραγούδι, το οποίον απήγγειλε μετά το τουρκικόν λεξιλόγιον: Άης Βέργας κατεβαίνει Κ' έχει και ρακή πιωμένη ...

Και ήκουε μετά το φαγητόν ο πατήρ, ευαρέστως διερχόμενος την καταμεσημβρινήν εκείνην ώραν.

Ο Πετρώνιος ήκουε κατάπληκτος μίαν δούλην, ήτις ετόλμα να αντιτείνη εις διαταγήν, και έλεγε: «Δεν δύναμαι· δεν θέλω». Ήτο πράγμα τόσον ανήκουστον εν Ρώμη, ώστε κατ' αρχάς ενόμισεν ότι παρήκουσε. Τέλος συνέσπασε τας οφρύς.

Άξιον δε απομνημονεύσεως είνε και εκείνο το οποίον είπε προς τον Αριστοτελικόν φιλόσοφον Ερμίνον• διότι γνωρίζων ότι ήτο φαυλότατος και έπραττε παντός είδους κακά, τον ήκουε δε να έχη εις το στόμα του διηνεκώς τον Αριστοτέλην και τας Δέκα Κατηγορίας, του είπεν• Ερμίνε, αληθώς είσαι άξιος δέκα κατηγοριών. Οι Αθηναίοι μιμούμενοι τους Κορινθίους εσκέπτοντο να ιδρύσουν και αυτοί θέατρον μονομάχων.