United States or Greece ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου εφάνη πως δεν έκαμα Χριστούγεννα εκείνο το έτος. Ήμουν όλην την ημέραν κατηφής και λυπημένος. — Ακούς εκεί; Με τον ήλιον να σημάνουν αι εκκλησίαι; ημέρα πλέον; Κατά το έθος, εκοιμήθην ενωρίς, την παραμονήν, και περί την δευτέραν ώραν, μετά τα μεσάνυκτα, εγερθείς, ανέμενα ν' ακούσω τον κώδωνα του γειτονικού μου ναού των Ταξιαρχών εις τους Αέρηδεςένα γλυκύτατον, αργυρόηχον κώδωνα.

Άλλοτε το σχολείον είχε και βοηθόν, αλλά τελευταίον το δημοτικόν συμβούλιον δεν εψήφισεν ή ο νομάρχης δεν ενέκρινε το κονδύλιον χάριν οικονομίας. Ο διδάσκαλος, καπνίζων το τσιγάρον του, εσήμανε τον κώδωνα κ' εζήτησε να εξετάση μίαν των ανωτέρων κλάσεων. Προσήλθον έξ ή επτά παιδία και τα ηρώτησε·Την εμάθετε την ιερά ιστορία;

Διά τούτο και αφ' ενός μεν είναι δυνατόν το αυτό πράγμα να ακούη και να οσφραίνηται και ο εγγύτατος και ο απώτατος, και αφ' ετέρου δεν είναι δυνατόν . Τινές δε νομίζουσιν ότι υπάρχει δυσκολία και περί τούτου, δηλαδή λέγουσιν ότι είναι αδύνατον άλλος τις να ακούη ή να ορά και να οσφραίνηται το αυτό πράγμα όπως είς άλλος• διότι δεν είναι δυνατόν πολλοί να ακούωσι και να οσφραίνωνται ομοίως, όταν είναι χωριστοί, διότι άλλως το πράγμα, όπερ είναι έν, θα ήτο αυτό χωριστόν εαυτού . Ή δυνάμεθα να είπωμεν, ότι πάντες αισθάνονται το πρώτον κινήσαν την αίσθησιν λ.χ. τον κώδωνα ή τον λιβανωτόν ή το πυρ ως το αυτό και έν κατά τον αριθμόν, αλλά κατά τας ιδιότητας αυτού έκαστος, το αισθάνεται ως άλλο αριθμητικώς , το αυτό δε κατ' είδος.

Οσάκις η χειρ της ημετέρας ηρωίδος ήγγιζε την χείρα του ή αι κόμαι αυτών συνεπλέκοντο, ενώ έκυπτον επί της μεμβράνης, ησθάνετο την καρδίαν του πάλλουσαν ως κώδωνα φρουρίου εν ώρα κινδύνου, αλλ' ουδ' αυτός ηδύνατο να είπη, αν προς δεξιάν έπαλλεν ή προς αριστεράν.

Ο θυρωρός έτρεχε με όλας τας δυνάμεις του κινών κεφαλήν και κοιλίαν και τας κοντάς χείρας του εις την αυλήν· και πονηρός ως ήτο εκτύπησε τον μικρόν κώδωνα, προς μεγάλην των χωροφυλάκων δυσαρέσκειαν, οίτινες ηυχαριστούντο μάλλον να εργάζωνται αθορύβως και χωρίς κώδωνας.

Εξαιρετικώς εις το Αρκάδι επέτρεψε να έχη κώδωνα, προνόμιον το οποίον δεν φαίνεται να διετηρήθη επί πολύ, και έν μέτρον παντού της νήσου διά το έλαιον και τον σίτον. Το Αρκάδι, ως είπον, ήτο πλουσιώτατον, έχον κτήματα καθ' όλην την νήσον.

Και μόνον ο Γέρω-Γιάννης έτρεχεν, ο αστυνομικός κλητήρ, με τα τσακμάκια εις τα θυλάκια και το καρυοφύλλι του εις τον ώμον ανεβοκατεβαίνων την αγοράν και την δημαρχίαν, και εκάλει τους πολίτας εις τα όπλα κρούων τον μέγαν κώδωνα του ναού. Το παραχθέν αίσθημα ήτο και φόβος και θλίψις.

Είνε υπερήφανος διά την νυκτερινήν νίκην. — Σκάντζια-βάρδια: Ανακράζει ο ναύκληρος, ακούσας κροτήσαντα τα ξύλινα κρόταλα του πηδαλιούχου, σημάναντος την ογδόην ώραν της πρωίας, και συγχρόνως κρούει τον κώδωνα της πρώρας, τύπτων συνάμα το κατάστρωμα διά των ποδών του, άνω του θαλάμου των ναύτων, όπως εξεγείρη αυτούς.

Μη φοβηθής ούτε το επώνυμον του αγίου Παχωμίου π α ξ ι μ ά δ ι ο ν, το οποίον μόνον οι ανόητοι τρώγουσι, ούτε τον νυκτερινόν κώδωνα, όστις τας ευήθεις μόνον εξύπνα, ούτε του ενδύματος ημών την πενιχρότητα· ιδέ τι υπό το τραχύ τούτο ύφασμα υποκρύπτεται.»»

Κατά τας στιγμάς της ευτυχίας μου, οι αιχμάλωτοι εξηγόραζον παρ' εμού την ζωήν δι' ενός αστεϊσμού, αλλά τώρα θα τρίξω τους οδόντας και θα στείλω εις τον Τάρταρον πάντα όστις θελήση να μου αντιστή. Ας διέλθωμεν ακόμη μίαν νύκτα εύθυμον· κάλεσε τους μελαγχολικούς ημών αρχηγούς, ας ρεύση άφθονος ο οίνος και ας παρίδωμεν τον κώδωνα του μεσονυκτίου!