United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ό,τι δυνάμεθα αμυδρώς να ίδωμεν είνε η απέχθεια του Χριστού και η αποφυγή των Ηρωδιανών τούτων πόλεων, με την δάνειον ελληνικήν αρχιτεκτονικήν των, με τ' αμελή έθιμα των, και τας ρωμαϊκάς ονομασίας των.

Οφείλομεν λοιπόν να καταλήξωμεν εις το συμπέρασμα, ότι η ενιαυσία δόσις μετέχει τόκου και χρεωλυσίου, χωρίς όμως να δυνάμεθα να ορίσωμεν το ποσόν εκατέρου τούτων. Εις ανάλογον άλλως τε συμπέρασμα κατέληγε προ ενδεκαετίας ο κ.

Και τώρα δυνάμεθα να φαντασθώμεν τι έπραξε και τι είπεν ο τύραννος προ του θανάτου του.

Όσον αλγεινή και αν υπήρξεν η σκηνή αύτη εις την καρδίαν του Σωτήρος, τουλάχιστον ως ανακούφισις ήτο η συμπαθής αύτη απαλλαγή και άφεσις, άφεσις, ως δυνάμεθα να έχωμεν πεποίθησιν, διά την αιωνιότητα, όχι μόνον διά τον χρόνον, την οποίαν εχάρισεν εις μίαν ένοχον ψυχήν.

Προσέτι εάν αι εν τη αισθήσει κινήσεις των εναντίων είναι εναντίαι προς αλλήλας και εάν τα εναντία δεν δύνανται να υπάρχωσι συγχρόνως εις έν και το αυτό άτομον, τότε όπου τα εναντία ανήκουσιν εις μίαν αίσθησιν, λ.χ. το γλυκύ και το πικρόν, αδύνατον είναι να αισθανώμεθα ταύτα συγχρόνως . Ομοίως είναι φανερόν, ότι ουδέ τα μη εναντία δυνάμεθα να αισθανώμεθα συγχρόνως, διότι εκ των χρωμάτων τα μεν μετέχουσι του λευκού τα δε του μέλανος . Ομοίως δε και περί των άλλων αισθημάτων, λ.χ. εκ των χυμών, οι μεν ανήκουσιν εις το γλυκύ, οι δε εις το πικρόν.

Πας τις δύναται να σχηματίση επί του ζητήματος τούτου ιδίαν πεποίθησιν· αλλ' είναι δυνατόν να παραδεχθώμεν ότι δυνάμεθα να καταλήξωσεν εις βέβαιον συμπέρασμα, το οποίον ήθελε γείνη παραδεκτόν από όλους.

Η λαμπροτάτη εκείνη περικοπή οπόσον να προσέλαβε μεγαλείον απαγγελομένη εκ στόματος εκείνου δι' ον εγράφη και εν ώ επληρώθη! «Πάντες ήσαν ατενίζοντες Αυτώ», λέγει ο ιερός Λουκάς, και δυνάμεθα να φαντασθώμεν το ρίγος της φοβεράς προσδοκίας και την έξαψιν ήτις διήλθε τας καρδίας των ακροατών, καθώς Εκείνος ανέπτυσσε το θέμα ότι Αυτός ήτον ο Μεσσίας, περί ου ο μέγας προφήτης είχε ψάλη προ 700 ετών.

Πάντοτε νέον! ενώ ημάς κατέφθασεν ήδη βραδυπατούν όπισθεν ημών το γήρας, και ήρχισε παραλύον των ποδών ημών τα νεύρα. Δεν δυνάμεθα πλέον να τρέξωμεν, αλλά βαδίζομεν όμως, και βαδίζομεν εκεί, εκεί πάντοτε, προς το φωσφορίζον είδωλον ατενώς εστραμμένοι.

Αλλ' η φαντασία η αυστηρά και μελαγχολική του ποιητού Δάντου τον παρακολουθεί, κ' ευρίσκει εκεί, εις τον άλλον κόσμον, μεταξύ άλλων ψυχών μαραμμένων και πλανωμένων ως φύλλα φθινοπωρινά, την σκιάν εκείνου «όστις εξ ανανδρίας έκαμε την μεγάλην άρνησιν». Δυνάμεθα να ελπίσωμεν και να πιστεύσωμεν κρείττονα τελευτήν εις άνθρωπον προς τον οποίον ο Ιησούς, ως προσέβλεψεν, ησθάνθη συμπάθειαν.

Δεν δυνάμεθα να εισέλθωμεν εγγύς εις την σκηνήν ταύτην· είνε περιβεβλημένη εν γνόφω και εν μυστηρίω όπου ο άνθρωπος αδυνατεί να εισδύση· εφ' όσον θεωρούμεν ταύτην, είμεθα όμοιοι προς τους μαθητάς εκείνους· αι αισθήσεις μας είνε συγκεχυμέναι, αι αντιλήψεις μας αμυδραί.