United States or Saint Lucia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά δύο ημέρας ανοίγουσιν αι κάλπαι των εκατόν πεντήκοντα υποψηφίων δημάρχων, δημαρχικών παρέδρων και δημοτικών συμβουλίων του δήμου Ταγγερίων, και οι δημόται πάντες, κατηχούμενοι και μη κατηχούμενοι, καλούνται να εκλέξωσι τους άρχοντας αυτών τους δημοτικούς.

Τωόντι δε πάντες σχεδόν οι παραπορευόμενοι έσυρον εις το λιθόστρωτον με πολλήν υπερηφάνειαν ξύλινα ξίφη και η λέξις «κόρνελ» επέτα από στόματος εις στόμα. Σας βεβαιώ όμως ότι όσην υπερηφάνειαν μου ενέπνεε το αξίωμα του συνταγματάρχου, άλλο τόσον κακόν μου έκανεν ο τίτλος «κόρνελ», καίτοι είμαι άγαμος. Επί τέλους ημείς οι Έλληνες πιθανόν να έχωμεν ελαττώματα, αλλ' αυτά δεν τα υποφέρωμεν!

Αλλ' είς των στρατιωτών, διά να βεβαιωθή περί του θανάτου, διά της λόγχης εκέντησε την πλευρά του Νεκρού, και «ευθέωςλέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, «εξήλθεν αίμα και ύδωρ.» Ο Ηγαπημένος μαθητής προσθέτει, «Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή εστιν η μαρτυρία αυτού». Και ως επείσθησαν τότε οι στρατιώται, ούτω πρέπει να πεισθώσι πάντες, ότι, Εκείνος όστις τη τρίτη ημέρα έμελλε ν' αναστή εκ νεκρών, πράγματι εσταυρώθη, απέθανε και ετάφη, και η ψυχή του μετέβη εις τον κόσμον τον αόρατον.

Προτιμώ δε και προτιμώσι μαζή μου, είμαι βεβαία, τας αιθούσας των μεγάλων χορών πάντες οι προσκεκλημένοι, διότι πρώτη και απαραίτητος ανάγκη παντός χορού, — είτε χορός καλείται είτε συναναστροφή είτε ο,τιδήποτε άλλοείνε αίθουσα ευρεία, αδιάσειστον έχουσα το έδαφος, υψηλή και ευάερος.

Και πρώτον, πως λέγομεν ότι το πυρ είναι θερμόν, ας ίδω- μεν, εξετάζοντες το ζήτημα ως εξής, σκεπτόμενοι δηλ. περί του χωρισμού και της διαιρέσεως, τα οποία δι' αυτού γίνονται εις το Ε. | σώμα ημών. Ότι η εντύπωσις αύτη είναι τι οξύ, τούτο σχεδόν πάντες αισθανόμεθα.

Αν και είχε νυκτώση από αμνημονεύτου χρόνου και πάντες εκοιμώντο περί ημάς, η ώρα ήτο μόλις ογδόη. Άλλαι λοιπόν εννέα εχώριζον ημάς ακόμη από του ηλίου της επιούσης, και ούτε ύπνου υπήρχεν ελπίς ούτε ήτο η ανάγνωσις δυνατή εκ της ανεπαρκείας του φωτισμού.

Ο σκοπός του διαλόγου τούτου μεταξύ του υπηρέτου και των μουσικών, είναι ν' αποδείξη την αδιαφορίαν, μεθ' ης οι ξένοι παρίστανται εις τας συμφοράς των προϊσταμένων αυτών. Αλλ' ενταύθα η φύσις άπασα ώφειλε να θεωρή μετά λύπης την καταστροφήν ταύτην της ζωής, της νεότητος, του κάλλους και του έρωτος. Πάντες ώφειλον να θλίβωνται.

Τα πρόσωπα των αντικατώπτριζον την προσδοκίαν, την φρίκην και την ελπίδα. Το φως αντενακλάτο εντός του λευκού των οφθαλμών, οίτινες είχον υψωθή προς τον ουρανόν. Επί των ωχρών μετώπων των έρρεεν ο ιδρώς. Οι μεν έψαλλον ύμνους, οι δε επανελάμβανον πυρετωδώς το όνομα του Ιησού, άλλοι δε έτυπτον τα στήθη. Πάντες ανέμενον κάτι το άμεσον και υπερφυσικόν.

Όθεν υπεγράψαμεν προθύμως πάντες, νέοι και γέροντες, χωρίς να εξετάσωμεν τι η αναφορά περιέχει, υπεγράψαμεν με τας δύο χείρας, ευλογούντες την φιλάνθρωπον μεσολάβησιν των Χριστιανών Προξένων, και ανεπνεύσαμεν, πιστεύσαντες ότι παύει ο διωγμός και θα επιστρέψωμεν αβλαβείς εις τα ίδια.

Εις τι ηδύνασο να παροργίσης τον Θεόν; Είσαι αθώα και αγνή, ως τα ουράνια πλάσματα. Και όμως πάντες σε καταδιώκουσι. Πάντες σε αδικούσιν. Ουδείς σε υπερασπίζει. — Και τίνες είνε αυτοί οι εχθροί; ηρώτησεν η Αϊμά. — Όλη η ανθρωπότης, απήντησεν η ξένη. — Τι τους έκαμα; — Εις ουδέν έπταισες. Αλλ' είνε ανάγκη να πληρωθή το πεπρωμένον.