United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύστερα όλες οι μέρεςτριάντα χρόνια στην αράδαπεράσανε μπροστά της ανακατωμένες, όμοιες, σα μια μέρα μεγάλη, δίχως τέλος. Ένα πράμμα μονάχα καταλάβαινε: πως η ζωή της είχε σταματήσει εκεί, δεν είχε κάνει ένα βήμα μπροστά. Όλος ο περασμένος καιρός ήτανε γι' αυτήν σα μια ξένη ζωή.

Σαν είναι όμως η λαλιά ξένη, σα δε μου είναι φυσική, θα πη πως είναι τεχνητή λαλιά. Τότες γιατί να κατηγορούμε την καθαρέβουσα; Γιατί να φωνάζουμε πως είναι ξένη, πως δεν είναι φυσική; Περίεργο το ρώτημα! Ελάτε να το συλλογιστούμε μια στιγμούλα.

Αλλά δεν εύρον σώμα, ούτε ανθρώπου, ούτε λέμβου. Δύο ή τρεις ημέρας ύστερον, όταν έγεινε γαλήνη, μία βρατσέρα ξένη, εύρε κωπίον επιπλέον εις το κύμα, προς το μέρος το αντίθετον του πελάγους. Και άλλος πάλιν αλιεύς εύρεν αλιευτικά σύνεργα, τα οποία είχον εξοκείλει εις την άμμον.

Διά να γίνεται δε πιστευτή η διαβολή δεν είνε τυχαίον και εύκολον επινόημα, αλλ' εις αυτό συνίσταται όλη η τέχνη των και προσέχουν μεγάλως να μη αποδώσουν εις τον συκοφαντούμενον ιδιότητα ή πράξιν η οποία δεν του ταιριάζει και δύναται να φανή ξένη προς αυτόν.

Μα οι πέτσες που φορούσαν τις γούνες, ένα πράμα μυρίστηκαν, πως έρχεται κάποτες και ξένη βοήθεια. Αν με καλορωτήσης, θα σου πω πως αυτός ο &Φιλελληvισμός&, χωρίς να το θέλη, μας έκαμε μεγάλο κακό· μας έκαμε να προσμένουμε απ' αλλουνούς τη δουλειά μας.

Η κωμωδία, φαίνεται, είνε ξένη φάρσα, αλλ' οι λαϊκοί υποκριταί κατορθώνουν να της δίδουν τέλειον χρωματισμόν ελληνικόν και να την αρτύουν δι' αφθόνου χονδροκομμένου άλατος. Και ο πλατύς γέλως του λαού εκχύνεται ελεύθερος, ειλικρινής, ανακουφιστικός από τας ανίας και τους μόχθους της ημέρας.

Μα εσύ που τότε εδέχθηκες, αν κ' ήσουν τόσω γέρος, να αποθάνω νέος εγώ, τώρα γι' αυτήν λυπάσαι: Δεν είσαι συ πατέρας μου, όπως το λες, μα ούτε και μάννα μου είναι αυτή, που λέει πως είναι μάννα μόνο γιατί με γέννησε. Κάποια γυναίκα ξένη μ' έδωσε στη γυναίκα σου να με βυζάξη. Μόλις ήλθε η στιγμή κ' οι δύο σας να δείξετε αν είσθε αλήθεια οι γονείς μου εσείς, φανήκατε κ' οι δύο.

Καίτοι ξένη, δεν δύναμαι να μη λυπηθώ διά την δυστυχίαν του ξένου τούτου βασιλέως. ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αδελφέ, δος μοι να σφίγξω την χείρα σου ! ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ιδού, λάβε την. Είσαι συ ο ευτυχής κ' εγώ ο άθλιος.

Κ' επειδή εφοβήθηκε περισσότερο για το δικό του το παιδί παρά για κόρη ξένη, εξέταζε με μεγάλη προσοχή τα λόγια του Δρύαντα· κι όταν είδε και τα σημάδια, που του παρουσίασε, τα ολόχρυσα ποδήματα, τα βρακάκια, τη φασκιά, αφού εφώναξε τη Χλόη της έλεγε να κάνη καρδιά, επειδή έχει πια άντρα και γλήγορα θα βρη και τον πατέρα της και τη μητέρα της.

Η Βεάτη προσήρμοσεν αύθις τον οφθαλμόν εις το κλείθρον και τότε κατώρθωσε να διακρίνη πρόσωπόν τι νεάνιδος ωχρόν και ισχνόν, περιβαλλόμενον υπό ατάκτου καστανής κόμης. Η Βεάτη ευηρεστήθη εκ της εξετάσεως ταύτης. — Είσαι ωραία, είπε. — Κ' εγώ δεν θα σε ίδω; είπεν η ξένη.