United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και στων παιδιών του έρριξε τις κεφαλές κατάρες οργισμένες γιατί τα γέννησε και τα ’θρεφε, πικρόγλωσσες, αλλοίμονο, κατάρες· το βιό τους να μεράσουν μια φορά με το σπαθί στο χέρι· και φοβούμαι να μην το κάμη η Ερινύς τώρα γοργά.

Την άλλη άνοιξι η όμορφη βασίλισσα γέννησε μια βασιλοπούλα, που η ομορφιά της δεν είχε μετασταθή στον κόσμο. Σαν εμεγάλωσε η βασιλοπούλα, αγάπησε τωραίο περιβόλι με τα μεγάλα δένδρα, τα ωραία λουλούδια, τις λίμνες, τα ποταμάκια, τα χαριτωμένα πουλιά και τους λευκούς κύκνους.

Σκότωσε τότε ο ένας τους τον άρχοντα Μενέστη, τ' Αρήθου γιο, που γέννησε στην πολυστάφυλη Άρνα 10 η ώρια η Φυλομέδουσα κι' ο ροπαλάς Αρήθος. Κι' ο Έχτορας τον Ηονιά τρυπάει στο σνίχι πίσω κάτου απ' το κράνος το στιλπνό, και τη ζωή του παίρνει.

Και πιάνουν 465 να σφάξουν και το δειλινό να φαν μες στις καλύβες. Κι' ήρθαν καΐκια με κρασί της Λήμνος φορτωμένα πολλά, που ο γιος τούς τάστειλε του Γιάσου, ο Καλοκράσης, που γέννησε απ' το βασιλιά το Γιάσο η Αψιπύλη· και χώρια για τ' Ατριά τους γιους, Μενέλα κι' Αγαμέμνο, 470 του Γιάσου ο γιος κρασί έδωκε να πάνε ως χίλια μέτρα.

Μα αντίς να ρηνέψη τον κόσμο αυτή η Σύνοδο γέννησε νέα σκάνταλα, με το να ενεργήσανε οι Αυλικοί να συστηθή κόμμα μέσα της και να πολεμήση το Γρηγόριο, που δεν τους κατάτρεχε πιο αλύπητα τους Αρειανούς, μόνο και σα να πήγαινε από το μέρος τους.

Ο πατέρας του ονομαζότανε Σεκούντος, κ' είτανε μεγάλος στρατιωτικός στην Αντιόχεια· η μητέρα του λεγότανε Ανθούσα και τονέ γέννησε στα 344. Αν και χριστιανόπουλο, τάκουσε κι ο Ιωάννης τα ρητορικά μαθήματα του σοφιστή του Λιβανίου. Όποιος ορέγουνταν τότες κάτι να γίνη, έπρεπε να πάη στο Λιβάνιο.

Νά σου ο Τυδιάς το τι είτανε, μα γέννησε το γιο του χειρότερό του στο σπαθί, καλύτερο στους λόγους400 Είπε, μα λέξη ο δυνατός δεν έβγαλε Διομήδης, τι σα στρατιώτης τ' αρχηγού σεβάστηκε το λόγο. Όμως του Καπανέα ο γιος γυρίζει και του κάνει «Ψεφτιές μη λες, τ' Ατρέα γιε, και ξέρεις την αλήθια. Ναί, εμείς απ' τους πατέρες μας πολύ πιο παλικάρια 405 λέμε πως είμαστε.

Και βλέπω τώρα την ωραιότερη ύπαρξι που γέννησε ποτέ γυναίκα. Θλιμμένη σε γέννησα. Θλιβερή είναι η πρώτη γιορτή που σου κάνω. Εξ αιτίας σου είμαι περίλυπη μέχρι θανάτου. Κ' έτσι, αφού, γεννήθηκες με τη λύπη, τόνομά σου θε είναι Θλιβερός, Τριστάνος». Είπε αυτά τα λόγια, τον εφίλησε, και μόλις τον εφίλησε πέθανε. Ο Ρόχαλτ ο Πιστός πήρε το ορφανό.

Τριμμούδης ονομάζομαι, και μ' έκαμεν η μοίρα Να είμαι μονάκριβος υγιός και Βασιλιάδων κλήρα. 80 Του Ψωμοφάγου Βασιλιά, που τα ποντίκα ορίζει, Για διάδοχο στο θρόνο του ο νόμος με διορίζει. Και η μάννα, που με γέννησε, λογέται η Αμπαρούλα, Του Ξυγγομάση Βασιλιά βαριά Βασιλοπούλα.

Ίδια γυναίκα γέννησε και σας και μένα. Για σας χύνω τα δάκρυά μου να σας προσβλέψω δεν μπορώ. Στοχάζομαι στη ζωή που μένει πόσα θα πάθετε δεινά απ’ τους ανθρώπους.