Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Οι νόμοι των εξωτικών, απ' ότι στοχάζομαι, θέλουν χωρίς άλλο, ότι οπόταν, αυτοί υπανδρεύονται με ανθρώπους, τα παιδιά που γεννούν με αυτούς, να τα θανατώνουν· ιδού το αίτιον αυτουνού του έργου που με κάνει εκστατικόν.
Αυτός ήτον πλουσίως φορεμένος, και είχεν εύμορφον παρουσιαστικόν, με εθεώρησε με προσοχήν, και κράζοντάς με μου είπεν· ω νέε πόθεν είσαι; στοχάζομαι να είσαι ξένος. Εγώ του απεκρίθηκα πως είμαι από το Μπαγδάτι, και έπειτα του εδιηγήθηκα καταλεπτώς τα όσα μου εσυνέβησαν.
Τότε αυτή ακολουθώντας την ομιλίαν της μου λέγει· Εσύ, στοχάζομαι πως έχεις μίαν μεγάλην ανυπομονησίαν διά να μάθης εκείνο που έχω να σου μιλήσω, και σε συμπαθώ· μα σαν μάθης, ελπίζω πως θα χαρής μεγάλως· ήξευρε λοιπόν ότι αφόντις και σε είδα, έλαβα μεγάλην κλίσιν διά εσένα και σπλάγχνος· και όχι μόνον αποφάσισα διά να σου φυλάξω την ζωήν, αλλά επιθυμώ διά να σε κάμω και αγαπητικόν μου, και σε προτιμώ από τους πρώτους αξιωματικούς της αυλής του πατρός μου, που είνε συστημένοι διά τες νοστιμάδες μου.
Εκακοφάνη πάλιν του Καλίφη αυτό το κάμωμα, και με τον εαυτόν του είπεν· ω μα την αλήθειαν ετούτος ο άνθρωπος δεν έχει σωστά το μυαλό του· αυτός μου φέρνει αυτά τα περίεργα πράγματα και μου τα δείχνει χωρίς να του τα ζητήσω, και οπόταν με βλέπει που τα στοχάζομαι με περιέργειαν, μου τα σηκώνει ευθύς από εμπροστά μου, και με αφίνει με τον θαυμασμόν· ημπορεί να είνε πράγμα πλέον γελοιώδες από αυτό; Και εκεί που με αυτόν τον τρόπον έστεκε στοχαζόμενος, τον βλέπει πάλιν να ξαναέμπη με μια σκλαβοπούλα στολισμένη ωσάν μιαν ωραία βασιλοπούλα.
Έχεις δίκαιον. Κ' έλαμπαν από χαράν γεμάτοι οι οφθαλμοί του, ως λάμπει καθαρόν ποτήριον απέναντι του φωτός. Να ήτον τάχα η ηλικία! στοχάζομαι νυν. Να ήτο η μάγος, η άφροντις, η γόησσα ηλικία η παιδική, ήτις μου εζωγράφισεν αυτήν την άληστον, αυτήν την ανεξάλειπτον εικόνα του Μεγάλου εκείνου Πάσχα; Γλυκοχαράζει πλέον.
Ίδια γυναίκα γέννησε και σας και μένα. Για σας χύνω τα δάκρυά μου να σας προσβλέψω δεν μπορώ. Στοχάζομαι στη ζωή που μένει πόσα θα πάθετε δεινά απ’ τους ανθρώπους.
Ηδυνήθη δε ν' ακούση τινά εκ της συνδιαλέξεως. — Ώστε είνε μαγεία χωρίς άλλο; έλεγεν ο Πρωτόγυφτος. — Δεν είνε μαγεία, φίλε μου, είνε κάθε άλλο πράγμα. Μην πιστεύης και συ αυτάς τας ανοησίας. — Τι πράγμα είνε, ειπέ μου. Εγώ, ξέρεις, καλά καλά δεν τα στοχάζομαι. — Ο κύριός μου πιστεύει ότι ανεκάλυψε νέον Θεόν. Φαίνεται ότι ο παλαιός εγήρασε πολύ. — Νέον Θεόν; είπεν ο Γύφτος.
Ένα μόνον πράγμα φοβούμαι, μήπως πάλιν τους ντροπιάσω και αυτούς τους ανθρώπους, όπως τον Κόννον του Μητροβίου, τον κιθαριστήν, που μου δίδει ακόμη και τώρα μαθήματα μουσικής· όσο μας βλέπουν τα παιδιά, οι συμμαθηταί μου, και εμένα περιγελούν και τον Κόννον τον λέγουν γεροντοδιδάσκαλον ·να μη συμβή λοιπόν το ίδιον και με αυτούς ξένους ανθρώπους, και ίσως, στοχάζομαι, από φόβο να μην ακούσουν τα ίδια, να μη θελήσουν να με δεχθούν μαθητήν των.
Εγώ τίποτε δεν σου λέγω που να μην είνε αληθινόν, του απεκρίθηκα· μα δεν ηξεύρεις με ποίαν τιμήν ημπορώ να φυλάξω την ζωήν μου, και οπόταν θέλεις μάθει τα πάντα, δεν ηξεύρω αν θα χαρής τόσον· επειδή και στοχάζομαι πως θέλεις με εύρει πλέον άξιον θλίψεως, καθώς και αν ήθελα χάσει την ζωήν. Τότε του εδιηγήθηκα την γνώμην της θυγατρός του βασιλέως των Μώρων, που μου εφανέρωσε με όλα τα ακόλουθα.
Και εκεί που εστοχαζόμεθα τοιούτης λογής ο Σαέδ μου λέγει· Αυθέντη μου, εγώ στοχάζομαι ότι μη όντας κατοικημένον ετούτο το νησί, είνε ένα σημείον ότι δεν ημπορεί να σταθή κανείς εδώ· αυτό θέλει έχει κανένα πράγμα που το κάνει ακατοίκητον. Αλλοίμονον εις εμέ· οπόταν ο δυστυχής Σαέδ έτσι ωμιλούσε δεν επίστευα ότι λέγει τόσον καλά την αλήθειαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν