United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε αυτή ακολουθώντας την ομιλίαν της μου λέγει· Εσύ, στοχάζομαι πως έχεις μίαν μεγάλην ανυπομονησίαν διά να μάθης εκείνο που έχω να σου μιλήσω, και σε συμπαθώ· μα σαν μάθης, ελπίζω πως θα χαρής μεγάλως· ήξευρε λοιπόν ότι αφόντις και σε είδα, έλαβα μεγάλην κλίσιν διά εσένα και σπλάγχνος· και όχι μόνον αποφάσισα διά να σου φυλάξω την ζωήν, αλλά επιθυμώ διά να σε κάμω και αγαπητικόν μου, και σε προτιμώ από τους πρώτους αξιωματικούς της αυλής του πατρός μου, που είνε συστημένοι διά τες νοστιμάδες μου.

Σου αφίνω υγείαν, βασιλέα μου, είπε γυρίζοντας προς αυτόν, και πιάνοντάς τον από το χέρι του λέγει· είμαι δυναστευμένη να σε απαραιτήσω, ας είσαι βέβαιος όμως πως μίαν ημέραν θέλομεν ανταμωθή πάλιν, και ανίσως και σε εύρω αγαπητικόν σταθερόν, δεν θέλω λάβει άλλον νυμφίον παρά εσένα. Έτσι λέγοντας αυτή έγινεν άφαντος.

Βλέποντας αυτή ότι εγώ δεν αποκρινόμουν, και μάλιστα που ευρισκόμουν σκοτισμένος, μου είπεν· αγρικώ, ω νέε, ότι η μεγάλη μου ευμορφιά είνε εκείνη, που σε κάνει να μείνης εκστατικός, χωρίς να ημπορής να προφέρης λόγον και μάλιστα που να με βλέπης να καταδεχθώ διά να σε εκλέξω διά αγαπητικόν μου· και χωρίς αμφιβολίαν καταλαμβάνω, ότι η σιωπή σου προέρχεται από το άκρον της χαροποιήσεώς σου, διά το οποίον έχω περισσοτέραν ευχαρίστησιν, παρά που να μου το ήθελες φανερώσει με τους λόγους του στόματός σου.

Όντας με βλέπης μη προγγάς, κρίνε μου όντας σου κρένω Και γέλα μ' όντας σου γελώ, κι' όντας απλώνω χέρι Γείρε μου εσύτην αγκαλιά, δος μου τα δυο σου αχείλη. Τ' άκουσα που το τραγουδούν απάνουτα λουμάκια Του λόγγου τ' άγρια πουλιά πώς αγαπά η καρδιά σου, Πως διάλεξε αγαπητικόν τον δράκοντα τον Ήλιο.

Αφού η μάγεισσα έδειρεν εκείνον τον ταλαίπωρον νέον, διά να ευχαριστήση τον θυμόν της, έτρεξε με προθυμίαν εις το παλάτι των δακρύων της, όπου είχε τον αγαπητικόν της, και πλησιάζοντας εις το κρεββάτι, εκεί που ενόμιζε ότι είναι ο αγαπητικός της, εγονάτισεν από το όπισθεν μέρος, και άρχισε να αναστενάζη και με δάκρυα να λέγη· πού είσαι, φως μου; πού είσαι, ζωή μου; έως πότε σιωπάς; αποφάσισες να με αφήσης να αποθάνω από την θλίψιν χωρίς να μου ειπής ακόμη μίαν φοράν ότι με αγαπάς; αχ ψυχή μου, ειπέ μου καν ένα μόνον λόγον, σε εξορκίζω εις την αγάπην μας, διά να με παρηγορήσης.

Ως τόσον η μάγισσα εγύρισε πάλιν εις το παλάτι των δακρύων, και εμβαίνοντας μέσα, επλησίασε τον αγαπητικόν της τον αράπην και του λέγει· έκαμα τα όσα μου παρήγγειλες· σήκω τώρα λοιπόν διά να εκπληρώσης την επιθυμίαν μου και να μου δώσης εκείνην την ευχαρίστησιν, που τόσον καιρό είμαι στερημένη.

Μα η σώφρων γυναίκα του Ταμίμ αντί να θεωρήση με ευχαρίστησιν εις τους πόδας της έναν αγαπητικόν, ωργίσθη εναντίον του και τον ύβρισε χειρότερα από τον σκλάβον του Αράπη.

Σε καταλαμβάνω αρκετά, της είπα· μοναχά ότι εγώ θα σε στεφανωθώ, διά να σε δώσω εις τον αγαπητικόν σου· ας είνε το λοιπόν ω κυρά μου, θα γίνη καθώς επιθυμάς μα τι θέλει μου ειπεί ο πατέρας σου, διά το χώρισμα που θέλω σου κάμει; Εις αυτό μη σε μέλη τίποτε, απεκρίθη εκείνη· άφησε να κάμω εγώ, και θέλεις μένει αναπαυμένος.

Αυτός ο πονηρός και πανούργος γνωρίζοντας τον Μπρακμάνον που όντας γηραλέος δεν ήτον ο επιτήδειος να ευχαριστά τελείως την αγαπητικήν του, και να την κάνη να του είνε πιστή, με το να ήτον τόσον ωραία και έξυπνη, ηθέλησε και απεφάσισε, που να μην κυττάξη κόπον και κίνδυνον διά να τη ξεσκεπάση με κανέναν κρυφόν αγαπητικόν, που αυτός υπώπτευε.

Επέρασαν απ' ταις εννηά έως το μεσημέρι τρεις ώραις, και δεν έφθασεν ακόμ' η παραμάνα! Αν είχε της νεότητος το αίμα και τα πάθη, θα ήτο γοργοκίνητη· τα λόγια μου 'σαν σφαίρα θα την ‘πέτούσαν να ιδή τον αγαπητικόν μου, κι οπίσω πάλιν και αυτός θα μου την επετούσε. Αλλά του γέρου το κορμί τον θάνατον 'θυμίζει· είν' αργοκίνητον, χλωμόν, βαρύ 'σαν το μολύβι.