United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν σου κακοφαίνεται ν' ακούης την αλήθεια, δεν έπρεπε να μου φερθής, όπως εσύ εφέρθης. ΦΕΡΗΣ Αν πέθαινα για χάρι σου, χειρότερο θα ήτον. ΑΔΜΗΤΟΣ Το ίδιο είναι ο θάνατος του γέρου και του νέου; ΦΕΡΗΣ Μία ζωή θα ζήσωμε και όχι δύο. ΑΔΜΗΤΟΣ Είθε να ζήσης περισσότερον ακόμα κι' από τον Δία. ΦΕΡΗΣ Αυτούς που σε εγέννησαν αδίκως καταριέσαι, ενώ κακό δεν σούκαμαν.

Έσβυσ' εκείνη η φλόγα της. Πλην μεςτα σωθικά της Καίει μια άσβεστη φωτιά, Που καρτερεί μια 'μέρα Ν' ανοίξη μια τρυπούλα της, Να πάρη 'λίγο αέρα, Να βγάλη φλόγα τρομερή Και πάλι η φωτιά της. Πόσαις φοραίς απ' ταις 'ψηλαίς Του γέρου Πίνδου ράχαις Αγνάντεψα την καταχνιά Μακρυά, 'ς την Άγια Μαύρα, Και είπα ότι άναψε Και πάλ' εκείνη η λάβρα, Κ' είπα πως πάλι άναψαν Του Έλληνος η μάχαις! . . .

Τέταρτος ο Αντίλοχος να παραβγεί σηκώθη, του Νέστορα ο λεβέντης γιος, του στεριοστήθα γέρου, και διο καλότριχα άλογα μ' ακούραστα ποδάρια στ' αμάξι ζέβει, θρέμματα της αμμουδάτης Πύλος.

Κάθε χρόνο την είχαμε την καλοπέραση τούτη.... Σηκωθήκαμε πρωί πρωί, τοιμαστήκαμε, μανταλώσαμε τα παράθυρα, κλειδώσαμε τις πόρτες, και τραβήξαμε κατά τον κάμπο, με το γαδουράκι του γέρου φορτωμένο δισάκκια, ζεμπίλια, και στρωσίδια. Ήρθαμε και τα βρήκαμε όλα σε τάξη.

Είπε, και τότε ο Έχτορας, του γέρου ο γιος Πριάμου, πήρε στο χέρι το ραβδί και τούκανε τον όρκο «Στ' όνομα αμώνω του Διός που μας ακούει και βλέπει, κανείς μας τ' άτια που ζητάς δε θ' ανεβεί, σ' το τάζω, 330 Μον πάντα θάναι στολισμός δικός σου και καμάριΈτσι είπε κι' είπε ψέφτορκα, μα εκείνος πήρε αέρα.

Μένει, λέει, κ' η γυναίκα του πλάγι του, μα αυτή στουπί μεθυσμένη φαντάζεται πως ο γέρος της αφίνει παραγγελιές, και μάλιστα θαρρεί πως μιλεί και για κάτι χρήματα που τάχει, λέει, ο γέρος κρυμμένα. Με φωνάξανε λοιπό να παρασταθώ και νακούσω τη διαθήκη του γέρου. Ανεβαίνω, μπαίνω στην κάμαρα· ο Τραμουντάνας ψυχομαχούσε παραλαλώντας, κ' η γριά του μαλλοσερνότανε.

Είπε κι' αφίνει η θέϊσσα τον ξακουσμένο γιο της, και κάνει στις θαλασσινές γυρνώντας αδερφάδες «Βουτήξτε εσείς μες στου γιαλού το φαρδοκόρφι τώρα 140 να δείτε το θαλασσινό γονιό μας στο πυργί του, κι' όλα του γέρου πέστε τα. Τι εγώ θα τρέξω τώρα στον Έλυμπο, στου ξακουστού πρωτοτεχνίτη Ηφαίστου, αν θέλει ολόλαμπρα άρματα του γιου μου να χαρίσει

Εν τούτοις δεν ήθελε να δεικνύη αυτοίς μεγάλην αδυναμίαν, και «ήμερο μάτι δεν τους έδιδε». Εκάλει τον άρρενα «Γέρον», διότι είχε το όνομα του αληθούς γέρου της, του μακαρίτου μπάρμπα-Μιχαλιού, του οποίου το όνομα της επόνει ν' ακούση ή να προφέρη.

Είπε, κι' ο νους του σάστισε του γέρου απ' την τρομάρα, κι' όρθιες στο γέρικο κορμί τ' ασκώθηκαν οι τρίχες, και στάθηκε έτσι σα ζαβός.

Και τους νογάει ο Έλενος, του γέρου ο γιος Πριάμου, το τι βουλή αποφάσισαν οι διο θεοί μιλώντας, 45 και πάει στον Έχτορα σιμά και στέκει και του κάνει «Έχτορα, του Πριάμου γιε, ισόγνωμε του Δία, τάχα ότι πω το λόγο μου θ' ακούσεις; — αδερφό σου μ' έχεις μαθέςτους διο στρατούς βάλ' τους να κάτσουν τώρα, μα ένανε ατός σου απ' τους οχτρούς, τον πιο καλύτερό τους, 50 σε μάχη κράξ' τον άπονη να μετρηθεί αντικρύ σου.