United States or Italy ? Vote for the TOP Country of the Week !


« Κι' αμέσως ο πανάθλιος » Με δακρυσμένο 'μάτι » Εσήκωσε τα χέρια του «'Σ τον ουρανό και λέγει: » Θεέ! ... Μεγαλοδύναμε! ... » Ποιος άνθρωπος δεν φταίγει; » Να με σχωρέσης, ένανε » Φρικτό σου 'παναστάτη

Μεγάλη ταραχή και ανησυχία ήφερε στον τόπο η ιστορί' αυτή· το φέρσιμο μαθές του Ζώη και το φέρσιμο της Σμαραγδούλας· γιατί ο ένας εκατάκρινεν τον ένανε κι' άλλος τον άλλονε. Ακολουθήσανε λόγια και καυγάδες. Ο Μόρφος το πήρ' απάνω του κ' εφώναζενε πως θα κάμη και θα δείξη, μα έλα που εδούλιανε ν' ανταμωθή με το Ζώη! Εφώναζεν από μακρυά.

Εκεί σιμά του στάθηκε του Δία η κόρη κι' είπε «Γιε του Λαέρτη θεϊκέ, πολύτεχνε· Δυσσέα, έτσι λοιπόν στα σπίτια σας, στο πατρικό σας χώμα, θα φύγετε, και στα γοργά καράβια θα ριχτείτε, 175 και την Αργίτισσα Λενιό των Τρώων θενά αφίστε και του Πριάμου παίνεμα, που τόσοι εδώ στην Τροία για δάφτη Αργίτες χάθηκαν αλάργα απ' την πατρίδα; Μον τρέχα τώρα μέσα εσύ στους λόχους και μη στέκεις, κι' αμπόδιζε έναν ένανε με πειστικά σου λόγια 180 και μην αφίνεις στο γιαλό να ρήχνουν τα καράβια

Μα τώρα μ' έπεισε η Λενιό με τα γλυκά της λόγια να βγω στον πόλεμο· θαρρώ καλύτερα κι' ατός μου έτσι να γίνει... σ' ένανε δε μένει πάντα η νίκη. Μον έλα στάσου, τ' άρματα τώρ ως να βάλω· ή σύρε, 340 κ' έρχουμαι εγώ κατόπι σου. Θαρρώ θα σε προφτάσωΕίπε, κι' αφτός απάντηση δε γύρισε να δώκει.

Και τους νογάει ο Έλενος, του γέρου ο γιος Πριάμου, το τι βουλή αποφάσισαν οι διο θεοί μιλώντας, 45 και πάει στον Έχτορα σιμά και στέκει και του κάνει «Έχτορα, του Πριάμου γιε, ισόγνωμε του Δία, τάχα ότι πω το λόγο μου θ' ακούσεις; — αδερφό σου μ' έχεις μαθέςτους διο στρατούς βάλ' τους να κάτσουν τώρα, μα ένανε ατός σου απ' τους οχτρούς, τον πιο καλύτερό τους, 50 σε μάχη κράξ' τον άπονη να μετρηθεί αντικρύ σου.

Όλοι σας, απήντησεν ετοίμως ο ποιμήν, να πούμε την αλήθεια, είστε πάρ' τον ένανε, χτύπα τον άλλονε. — Το λοιπόν κ' ημείς είμαστε χαλασοχώρηδες, σαν αυτούς; — Δεν είσθε χαλασοχώρηδες, απήντησε σαρκαστική εις το σκότος η φωνή του Λάμπρου Βατούλα· είσθε ανδρογυνοχωρίστρες!

Ο Αστυνόμος, ο Ξενοδόχος, οι Στρατιώται και ο Κρητικός. ΞΕΝ. Κ' αφήτε με άματις να πάρω τα κατάστιχά μου, γιατ' σβυώ ο κακόσορτοςαλοί μου!!! ΣΤΡ. Γιάμ' αφέντη, γιάμ' αφέντη!! ΑΣΤ. Τ' είναι μουρέ; ΣΤΡ. Τον Κρητικό τον αφήσαμε μέσα. ΣΤΡ. Πάμε να τον συκώσουμε. ΑΣΤ. Ετούτους που εζαμινάραμε, να τζη πάτε αρέστο έναν ένανε, για να μη σας κάμουμε κανένα ρεμπελιό σ' τον δρόμο.

Και την πρώτη φορά και τη δέφτερη, απόρησα με την εφκολία που καταλάβαινε αμέσως ό τι του έλεγες· τάρπαζε ο νους του αμέσως, ως και κάτι γλωσσολογικά που είναι κάμποσο δυσκολούτσικα για ένανε μάλιστα που δεν καταγίνεται σ' αφτά. Τον είδα, προτού φύγω, κι άλλη μια φορά. Δε θα το ξεχάσω στη ζωή μου. Είτανε χορός στη ρούσσικη Πρεσβεία, ο βασιλιάς, η βασίλισσα, τα βασιλόπαιδα, κόσμος και κόσμος.

Ακούς εκεί! τι άλλο θα έσφαξαν από πετεινό, παιδί μου . . . καλά εξεφάντωσαν εκείνοι, με τον πετεινό, τον μικρόν εκείνο . . . Μακάρι να είχαμε κ' εμείς ένανε! — Τώρα τον είχα μελετήσει, μάνα, και του έταξα του γυιου μου ένα πετεινάρι, είπεν η Μαχώ.