United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλά γιατί σιωπηλή στέκει; ΗΡΑΚΛΗΣ Γιατί δεν πρέπει ν' ακούσης την φωνή της πριν να γίνουν αι θυσίαι εις τους θεούς του Άδου, πριν περάσουν τρεις ημέρες. Αλλά στο σπίτι πάρε την δίκαιος όπως είσαι, και εις το μέλλον, Άδμητε, να είσαι ευσεβής στους ξένους. Και τώρα χαίρε. Φεύγω εγώ να κάμω ό,τι οφείλω, και ό,τι μου επέβαλε, του βασιλέως Σθενέλου ο γυιός.

Και εις μίαν άκραν δυστυχίαν στέκει πλησίον η ογλήγορος ευτυχία· είπεν ακόμη αυτός ο ποιητής· Ο κίνδυνός σου είνε σιμά οπόταν πιστεύης ότι είσαι τελείως ευχαριστημένος· και ετοιμάσου να χαρής τότε, οπόταν τα εναντία σε κάνουν να δοκιμάσης τες πλέον σκληρές δυστυχίες. Με τέτοιον τρόπον ο Ουρανός εδιάταξε την ζωήν των ανθρώπων.

Ο αρπαγμός της Τζελίκας στέκει πάντα τυπωμένος εις την καρδιά μου, και με κάνει αναίσθητον εις κάθε λογής χαροποίησιν.

Όχι να ζήσω μα και τρομάρα είχα μήπως χάσω άξαφνα τη ζωή και τ' αφήσω έρημα στο έλεος και την καταφρόνια του κόσμου. Έκανα τη νύχτα ημέρα. Όσο στέκει τ' αλόγου η ουρά κ' εγώ εστάθηκα. Σε πολλά η τύχη μου ήρθε κόντρα· κόντρα της εβγήκα κ' εγώ με τα όλα μου. Δεν είχα σκοπό να πισωπατήσω μηδέ τρίχα.

Αχ, εγώ σε ξαναβλέπω, ω ακριβόν μου βασιλόπουλο εφώναξεν αυτός, εγώ ήμουν αποφασισμένος πως δεν ήθελα ιδεί πλέον το πρόσωπόν σου· επίστευα ότι βάρβαροι σε είχαν ως τώρα θυσιάσει, και ότι ο φοβερός όφις σε είχε καταλύση· είνε δυνατόν να μου ξαναπιστρέφης, και έρχεσαι να μου σφουγγίσης τα δάκρυα, που διά την αγάπην σου έχυσα; Ναι, ω Σαέδ, του είπα και σου ομολογώ, ότι εις το χέρι μου στέκει να ζήσω και να αποθάνω.

Και στέκει η Ίριδα σιμά στο γέρο, και τον κράζει σιγά λαλώντας, κι' έπιασε το γέρο ως μέσα ο τρόμος 170 «Γιε του Δαρδάνου, έλα καρδιά, μη βάνει ο νους σου φόβο. Δεν ήρθα εγώ γιατί δεινά θωρώ που σου πλακώνουν, Μον ήρθα με καλούς σκοπούς. Του Κρόνου ο γιος με στέλνει, που κι' απ' αλάργα σε πονάει και σε φροντίζει πάντα.

Μα ο γιός τ' Ατρέα ως στο νεκρό γυρνάει τρεχάτος πίσω. 706 στέκει στους Αίιδες κοντά και λέει λαχταρισμένος «Να, εκιόν εγώ τον έστειλα στ' ανάφρυδα καράβια, μα αν θα προβάλει ο Αχιλιάς και τόσο δεν τ' ολπίζω όση κι' αν τούχε μαχητά του Έχτορα και μίσος. 710 Τι πώς; Δε γίνεται άνοπλος να βγει να πολεμήσει.

Αν τήνε πάρη, θάνε κι' αυτός παιδί μου· α δεν τήνε πάρη, παιδί μου θάνε μόνο η Πηγή κι' αυτή θα πάρη ό,τι του στέκει από την κατάστασί μου. Τούτο επανέλαβε και προς τον Θωμάν, ο οποίος είχε αρχίση να δυσανασχετή. — Μην τόνε λογαριάζης, καθόλου, κουμπάρε, το λεγάμενο. Εγώ σούδωκα λόγο κ' εγώ θα βγω στο λόγο μου. Σούπα πως θα γενή παιδί μου η Πηγή; Θα γενή.

Μετ' ολίγον ο Κλεόδημος έσκυψε προς τον Ίωνα και του είπε• Βλέπεις τον γέρονταενόει τον Ζηνόθεμιν, διότι ήκουα τα λεγόμεναμε τι λαιμαργίαν τρώγει κι' εκαταλέρωσε το φόρεμά του με ζουμιά. Δεν αρκείται δε μόνον να τρώγη, αλλά δίδει και εις τον υπηρέτην του που στέκει πίσω και νομίζει ότι δεν τον βλέπουν• λησμονεί ότι είνε και άλλοι δίπλα του. Δείξε τον και εις τον Λυκίνον διά να είνε μάρτυς.

Θεός φυλάξοι!... τον Φασουλήν ο θάνατος ποτέ δεν θα τρομάξη... μα τόσον ερεζίλεψαν και το αυτοκτονείν, που 'στήν αξιοπρέπειαν δεν στέκει των σοφών, και τα μωρά το έκαμαν συνήθειαν κοινήν κι' ουδ' ομιλία είναι καν των συναναστροφών. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Ώστε κι' αυτό, βρε Φασουλή, ας μείνη κατά μέρος... τι άλλο θέλεις;