United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την άφισαν λοιπόν να φύγη, αφού της έδωκαν πολλά φιλιά, την ευχή τους και μίαν πήτταν να την τρώγη εις τον δρόμον. Όλο το χωριό ηθέλησε να την συνοδέψη μιαν ώρα δρόμο έως την Κρύα Βρύσι. Την ακολούθησαν έως εκεί και ένας στραβός πού τον έσερνεν ο σκύλος του και δυο σακάτηδες με τα δεκανίκια.

Καλά, καλά, έρχομαι, απεκρίθη ο καθηγητής, και κατέβη εις το ισόγαιον, όπου παρά το μαγειρείον υπήρχε δωμάτιον χρησιμεύον και ως αίθουσα και ως τραπεζαρία. Ο Κ. Πλατέας ήρχισε να τρώγη με όρεξιν, αλλά καθόσον ικανοποιείτο η πείνα του, αι σκέψεις του επανήρχοντο εις τα επεισόδια του σημερινού περιπάτου του.

Μίαν δε ημέραν, ενώ ενεπαύετο εις την κλίνην του, είδεν όνον ο οποίος εισήλθεν εις την οικίαν και ήρχισε να τρώγη τα σύκα τα οποία είχον ετοιμασθή δι' αυτόν και κατελήφθη υπό γέλωτος• καλέσας δε τον υπηρέτην του είπε προς αυτόν, και συγχρόνως εγέλα ακράτητον γέλωτα, να δώση εις τον όνον και οίνον, απεπνίγη δε υπό του γέλωτος και απέθανε.

Όσον διά την φρενολογίαν, παραδείγματος χάριν, έχομεν κατά πρώτον λόγον καθορίσειόπως είναι εξ άλλου φυσικόνότι η πρόθεσις της προνοίας ήτο να τρώγη ο άνθρωπος. Εδώκαμεν λοιπόν εις τον άνθρωπον έν όργανον τροφής, και το όργανον αυτό είναι το μαστίγιον με το οποίον ο Θεός αναγκάζει τον άνθρωπον να τρώγη, είτε θέλει, είτε δεν θέλει.

Ο 'γούμενος έτρωγε κ' έπινε εις την πρώτη γραμμή κ' επαρακινούσε να τρώγη και τον Άνθιμο οπού ήταν άτολμος και δειλός σ' αυτά τα πράγματα. — Τρώγε, παλαβέ, του έλεγε κάθε λίγο και τον έκανε να κοκκινίζη με το ύφος του, οπού κάθε στιγμή εγινότανε πιο αδιάντροπο.

Όχι δε μόνον υπ' αυτήν την έποψιν ουδέν κοινόν έχει το ευχάριστον με τον Επίκουρον, αλλά και υπό άλλην έποψιν• ο Επίκουρος δηλαδή, οίος δήποτε και αν είνε ο σοφός όστις ονομάζεται ούτω, έχει ή δεν έχει να τρώγη• εάν μεν δεν έχη, δεν είνε δυνατόν να ζη ευχαρίστως, αλλ' ούτε καν να ζη• εάν δε έχη, έχει είτε εξ ιδίων είτε διότι λαμβάνει παρ' άλλου• και αν άλλος του δίδη να τρώγη είνε παράσιτος και όχι ό,τι λέγει• εάν δε ζη εξ ιδίων, δεν ζη ευχαρίστως.

Πάλιν εγέλασαν δι' αυτά οι ομοτράπεζοι, αυτός δε εξοργισθείς εσηκώθη και τους ητένιζε με βλέμμα άγριον και παράφορον και ήτο φανερόν ότι θα ήρχιζεν εχθροπραξίας, θα κατέφερε δε την βακτηρίαν του εις την κεφαλήν κανενός, εάν εγκαίρως δεν ενεφανίζετο μέγα γλύκισμα κομιζόμενον, και άμα το είδεν έγινεν ημερώτερος, ο θυμός του έπαυσε και ήρχισε να το παρακολουθή περιφερόμενον και να τρώγη.

Και ήρχισε να τρώγη, εν ώ οι δυο σύζυγοι μη έχοντες άλλο τι έφαγον άρτον και τυρίον απλούν, διότι εν τη φιλαργυρία του ο Μπάρμπα-Σταύρος δεν είχε προμηθευθή ολίγον κρέας διά να κάμουν σούπαν.

Κατά ποίον από τους δύο τρόπους, λέγεις ότι κυβερνά, υποχωρούσα εις τα πάθη του σώματος ή και εναντιωνομένη εις αυτά; Καθώς λόγου χάριν, όταν υπάρχη ζέστη και δίψα εις το σώμα, να το σύρη εις το εναντίον, δηλαδή εις το να μη πίνη, και όταν υπάρχη πείνα εις το να μη τρώγη, και εις άπειρα άλλα πράγματα βλέπομεν βέβαια ότι η ψυχή εναντιώνεται εις τας ορέξεις του σώματος ή όχι;

Δεν ηδύνατο μήτε να τρώγη, μήτε να πίνη, μήτε να κοιμάται του εστέκετο στο λαιμό· έκαμνε ό,τι δεν έπρεπε να κάμη· ό,τι του παρήγγελαν το ελησμονούσε, ήτον ως να παρηκολουθείτο από ένα κακόν δαίμονα· έως ότου μιαν ημέρα, ότε ήξευρε πως εκείνη ήτον εις έν δωμάτιον του επάνω πατώματος, επήγε προς αυτήν, ή μάλλον ετραβήχθη προς αυτήν.